• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Dead flowers
Πάνος Θεοδωρίδης | 09.11.2015 | 02:39
Μια πολυθρόνα.
 
Ας ξεκινήσουμε από τα σκελετά. Όποιος επιθυμεί, άς προσθέσει σούστες ή διογκωμένη πολυστερίνη, άς διαλέξει ύφασμα, ας στολίσει την ταπετσαρία με φανταχτερά καρφιά ή ας κρατήσει αφανώς με τσιμπιδάκια την επένδυση. Και προς Θεού, η βακέτα να κολληθεί σωστά.
 
Θα μείνω στα βασικά, αφαιρώντας τη τζίβα της πολιτικής, το είδος του υφάσματος των στελεχών, το χρώμα της κυβέρνησης και το λούστρο των οπαδών.
 
Τρεις ήταν οι αφανείς πλευρές σε τρείς κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις, στον μεταπόλεμο.
 
Το παρακράτος, οι πρασινοφρουροί και οι μπαχαλάκηδες.
 
Υπαρκτοί μηχανισμοί στήριξης, που βαφτίστηκαν έτσι, από πολιτικούς αντιπάλους.
 
Το παρακράτος ξεκίνησε χτίζοντας συστήματα «αντισυγκεντρώσεων», γεμίζοντας με πληροφορίες φακέλους, ταϊστηκε από τον αντικομμουνισμό, και η ερώτηση του Καραμανλή «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο»  σήμαινε εντέλει «εγώ τον κυβερνάω και υπερέβητε τα όρια». Δεν ήταν παρακράτος, αλλά παλτό της εξουσίας που ήταν μακρύ και σέρνονταν στις λάσπες. Στην κορύφωσή τους έφτασαν τον καιρό της δολοφονίας του Λαμπράκη.
 
Οι πρασινοφρουροί ξεκίνησαν πλαισιώνοντας την Αλλαή, και έμαθαν την τέχνη με την τεχνική της αντικατάστασης στελεχών, με ακύρωση θέσεων ,με δημιουργία άλλων και με εντατική επιμόρφωση στην ειδική ρητορική που αναπτύχθηκε. Ήταν τα όργανα του νέου κράτους.Όταν έφυγε ο Ανδρέας από το προσκήνιο, κανένας δεν ματάκουσε γι αυτούς. Ως τότε, αρκούσε η διαδοση πως ένας Χριστοδουλίδης θεάθηκε στην Ομόνοια υπό παρένδυση, για να εξαφανιστεί.
 
Οι μπαχαλάκηδες στηρίχτηκαν στην ύπαρξη της αριστερής κολόνας που εστήριζε μαζί με άλλες την στέγη ενός αυτοκινήτου, αλλά μόνον αυτή εμπόδιζε τον οδηγό να έχει  οπτική επαφή με τον δρόμο εμπρός αριστερά.Αργά κατάλαβαν οι περαστικοί πως η κολόνα εμπόδιζε και τους ίδιους να διακρίνουν ποιος οδηγούσε το όχημα που τους θέριζε.
 
Στην ουσία, διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον,γι΄αυτό και δεν συνυπήρξαν ποτέ στην διοίκηση των δρόμων. Στις διαδόσεις για την ύπαρξη και τις ενασχολήσεις τους, άκουγες συνήθως αρχικά μυστικών υπηρεσιών, πρεσβείες, κυρίως συμμαχικές, και φαιούς χαρακτήρες που έμοιαζαν χρήσιμοι σε κάθε καθεστώς.
 
Στην ψύχα  και στην ψύχρα των καιρών, όλο και κάποιος εμφανίζονταν και έκανε καταγγελίες.
 
Ότι ο Πλαστήρας έγραφε στον Χίτλερ. ¨Οτι ο Ευταξίας ανέβασε τον Καραμανλή, Ότι ο στρατός «ανησυχούσε».
 
Ότι ο Μαρκεζίνης κλειδώνοντας το δολάριο και τη λίρα ,φρόντισε να μη προχωρήσει στο κλείδωμα πριν πληροφορήσει κάτι εδικούς του. Ότι ο Ανδρέας κάρφωσε την εφηβική του παρέα και ήταν της CIA.
 
Ότι υπήρξαν Βραχώδη Όρη στην Αττική. Ότι ήταν «δωράκι» πεντακόσια εκατομμύρια μαύρα και αφανή. Ότι ο Τσουκάτος δεν κράτησε  εκείνο το εκατομμύριο, αλλά το έδωσε κανονικά σε ταμείο.
 
Ότι ένας πρωθυπουργός έχασε τη θέση του επειδή τον πολέμησε ένας εφοπλιστής, με διεύθυνση κι τηλέφωνο. Ότι υπόκοσμος και αλλόκοσμος, ένοπλοι και πειρατές ελικοπτέρου, εξυπηρετούσαν συμβόλαια θανάτου.
 
Ότι κάθε φορά που κάποιος κατι στράβωνε, ή αρνιόταν να μοιράσει τα κέρδη από την γκανιότα ,τον έτρωγε το μαύρο φίδι.Και κάθε τόσο, κάποιος έφευγε για δευτερεύοντες λόγους.
 
Ένας διότι εκμεταλλεύονταν μαύρη εργασία και είχε πισίνα. Άλλος, επειδή έκανε στο παιδί του μεταγραφή σε σχολή. Στην τελευταία μάλιστα κυβέρνηση, δεν χρειάζεται καν να φεύγει.
 
 
Το παρακράτος, το αφοσιωμένο στέλεχος, ο ένοπλος αντιεξουσιαστής, δεν χρειάζονται πια.
 
Όλοι προσέχουν ότι το πολιτικό πρόβλημα της χώρας, έγινε γεωστρατηγικό.
 
Μη πατάτε σε ευαίσθητες γειτονιές. Ό,τι και να πείτε, θα ανασυντεθεί από ένα μονότονο βούκινο,κι άς ήταν κονσέρτο για βιολί και ορχήστρα.
 
Η καταγγελία που επαληθεύεται δεν είναι μονόδρομος προς την αφαίρεση πολιτικών δικαιωμάτων και το μπουζούριασμα, αλλά παράσημο τιμής «διότι θα ξαφνιαστείτε μόλις καταλάβετε πόσο διάφανα και προφανή είναι όλα».
 
Αυτά δεν είναι στον χώρο της πολιτικής, αλλά της διαχείρισης. Η πολιτική αναζητάται μανιωδώς, αλλά περιορίζεται στην σκληρότητα των δανειστών που δεν την καταλαβαίνουν την ρημάδα, ενώ εμείς την γεννήσαμε ,στα ιερά μας χώματα και δεν μας καταλαβαίνουν.
 
Επομένως, προς τι οι καταγγελίες του κυρίου Πανούση;
 
Δεν έκλεισε εικοσιτετράωρο και η δυναμική ιστορία περί απειλών κατά της ζωής και κυβερνητικών παραγόντων που απειλούν έναν ρέκτη, μαζί με κατάθεση στοιχείων σε συμβολαιογράφο,με νύξεις κατά πρωθυπουργού, υποβιβάστηκε με την διαβεβαίωση πως «είναι εκτός υπουργικού συμβουλίου οι απειλούντες», φαίνεται πως είναι παρατρεχάμενοι του συστήματος.
 
Δηλαδή η φράση «μας έκαψες ,υπουργέ» ή η φράση «μας έκαψες, γι αυτό πρόσεξε μη καείς» μπορεί  να μεταμορφωθεί από οποιονδήποτε σε «πολιτική σύσταση με κάπως έντονο χαρακτήρα» που κρύβει «τον προφανή σκοπό του ρήτορος να επιταχυνθεί το κυβερνητικο έργο».
 
Η σύσταση μάλιστα «πήγαινε στον εισαγγελέα» θυμίζει την προτροπή του Σημίτη να πράξουν το ίδιο στα δικά του χρόνια. Σε αυτά, προστίθεται πως «κανένας από τους διαμορφωτές της ΛΑΕΝ δεν με απείλησε», άρα κάποιοι από τους άτακτους συνοδοιπόρους θα την πληρώσουν.
 
Αν μάλιστα αυτοί που θα πληρώσουν, φανεί πως πριόνισαν με διαδόσεις τον Φλαμπουριάρη και άλλους, καταμεσής προσφυγικού, γενοκτονικού ιδεασμού  και «φιλομεμέτηδων»,το φιδάκι ο Διαμαντής και η Ζαμάγια με τα μάγια, θα διαπρέψουν και πάλι.
 
Τελειώνω.
 
Το τσιμέντο δεν έπηξε, λίγοι σχετικά έχουν πειστεί ότι για το κακό το ριζικό μας φταίνε οι άλλοι και μόνον οι άλλοι.
 
Το τέχνασμα της «πολιτικής διαπραγμάτευσης» που θα μας οδηγήσει στην  καλύτερη περίπτωση σε έναν «οικουμενικό Αβραμόπουλο» όπου η βουλή των τριακοσίων θα ψηφίζει αβλεπί, με πλειοψηφίες άνω των διακοσίων που ωστόσο θα εναλλάσσονται στα «ναί», για να πείσει, πρέπει να περάσει από εσωτερικές εκκαθαρίσεις, από αλλαγή ταπετσαρίας, τζίβας και γυαλοχαρτίσματος του σκελετού της πολυθρόνας, με κύριο στόχο, οπως πάντα, τα γλωσσικα ατοπήματα των πρωθυπουργών:
 
τον τρόπο που ο Καραμανλής αναφερόταν βλαχικα στο θέρετρο του «Σαμουνί», στο «ρω» που έλειπε από τον Ράλλη, στο «εγώ προεδρεύω» του Ανδρέα και σε εκείνην την απίστευτη καταγγελία ενός καθηγητή ως αρχιτρομοκράτη, στον πόλεμο Μητσοτάκη Σαμαρά που εντέλει μάλωναν σε ξένον αχυρώνα, στον Σημίτη και στο μακέτο του, στις κάλτσες του Γιωργάκη και στο εκτίθουν του Τσίπρα.
 
Εθνικώς, μπορεί να προκόψαμε ή να ντροπιαστήκαμε, αλλά πολιτικώς έχουμε μείνει στο τίνος τα ελληνικά είναι τρισάθλια και να αναρωτιόμαστε ποιος επιτέλους νίκησε στα «Ευαγγελικά».
 
 Dead Flowers, λέμε.