• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Ο Δημοσθένης δαμάζει τα κύματα της θάλασσας
Η αίσθηση του χρόνου και άλλες απουσίες
Πάνος Θεοδωρίδης | 11.02.2015 | 07:15
Οι ομιλητές στην Βουλή, χωρισμένοι σε εκτελεστικό και συμβουλευτικό (μη σας θαμπώνει που χρησιμοποιώ ορολογία από τα χρόνια του 1821) διαθέτουν στις Συνεδρίες από πέντε λεπτά έως άπειρα.
 
Τα εξήγησε η νέα Πρόεδρος της Βουλής, υπομονετικά (άλλος θα έλεγε ψυχοβγαλτικά) στην αρχή του τριημέρου για την Ψήφο Εμπιστοσύνης που ζήτησε η Κυβέρνηση, με αντάλλαγμα τις προγραμματικές της δηλώσεις.
 
Ωστόσο από την αρχή ξεκαθάρισε πως ένα-δυο λεπτάκια, ήταν συγχωρητέο να δοθούν σε κάθε ρήτορα (ή ρητόρισσα).
 
Δεν συγκράτησα την αιτιολογία. Επειδή πολλοί ήταν νέοι στο άθλημα; Επειδή γενικώς η καταστολή, ακόμη και της φλυαρίας, ήταν σημειολογικώς μια δυσάρεστη εξέλιξη;
 
Αποτέλεσμα. Δεν θυμάμαι άλλη περίπτωση (αλλά μπορεί και να σφάλω) που το τριήμερο δεν έφτασε και καβάτζωσαν, για την πρωθυπουργική κατακλείδα και την ψηφοφορία, τα ερείπια μιάς τέταρτης ημέρας.
 
Ελάχιστοι κράτησαν τον νενομισμένο χρόνο.
 
Το 90% , όταν κατάλαβε από τις πρώτες αγορεύσεις, ότι το εξτραδάκι του χρόνου δινόταν ανέτως, προσάρμοσαν τα λόγια τους κατά 20% παραπάνω, στους πεντάλεπτους. Πρακτικά ,σχεδόν κανένας δεν σεβάστηκε το σήμα της λήξης.
 
Και πολύ συχνά, έσπαζαν κι αυτόν τον περιορισμό. Ακόμη κι όταν η Πρόεδρος και οι αναπληρωτές της άρχιζαν να μιλάνε αυστηρά, κόβοντάς τους την φόρα,ωσάν τα νήπια αγανακτούσαν ,είτε διότι ένας άλλος φλύαρος δεν δέχτηκε τις ίδιες παραινέσεις, είτε διότι παρά τα πενηντάλεπτα όπου συντρίφτηκαν οι οδηγίες χρήσεων κοινοβουλευτικού λόγου, δεν έμοιαζαν ικανοί να καταλαβαίνουν ντιπ καταντίπ.
 
Μετά το πρώτο τρίωρο, προσπάθησα να καταλάβω τι έφταιγε κι εμφανιζόταν οι περισσότεροι τόσο τρυφερά  ή εκνευριστικά παραβατικοί.
 
Οι κυβερνητικοί αισθάνθηκαν πως είχαν αβάντζο. Ίσχυσε εν μέρει. Και η αντιπολίτευση το παράκανε συχνά.
 
Το Προεδρείο εμφάνισε ένα σάστισμα με τους συγκινημένους αγκιτάτορες. Το ζωηρό ύφος, η συγκινησιακή φόρτιση, οι δεμένες προτάσεις και η κατά 20db ανεβασμένη φωνή, δημιουργούσαν μιας μορφής έκσταση, μια αφύπνιση, έναν κρυφό θαυμασμό.
 
Οι ομιλητές ασκούσαν  συχνά το εξομολογητικό ύφος και τις μακρές εισαγωγές. Με δύο τρόπους. Είτε τους τη βίδωνε προλαλήσας αντίπαλος, ή και όμαιμος, οπότε έπεφτε ένα δίλεπτο μπάμπουσκας (απάντησης μέσα στην απάντηση) είτε είχαν σκεφτεί ένα προοίμιο άσχετο με το περιεχόμενο της ομιλίας τους (θεωρίες κοινοβουλευτισμού, περιγραφή φαινομένων κωλοτουμπισμού, συναισθηματικές εισαγωγές) που κατέτρωγε τα δύο τρίτα του χρόνου τους. Και μετά, έπρεπε να συμπιεστούν σε λίγες λέξεις.
 
Οι ομιλητές είχαν κρατημένο ένα λαμπρό φινάλε στην ομιλία τους, για να ευαρεστηθεί η ολομέλεια. Κι όταν χτυπούσε το καμπανάκι κι ανακάλυπταν πως απείχαν από το φινάλε τους όχι δέκα δευτερόλεπτα, άλλα δέκα λεπτά, έπεφτε πανικός και διανοητική παράκρουση.
 
Τα πέντε λεπτά, είναι τεράστιος χρόνος.
 
Ισοδυναμεί για τον ταχύλογο με πεντακόσιες τουλάχιστον λέξεις, μετά ικανών παύσεων, και σε κάθε περίπτωση με μερικές γραμμές παραπάνω από μια σελίδα A4 με εντεκάρια, πυκνογραμμένη,χωρίς παραγράφους.
 
Ο χρόνος που έχουν στη διάθεσή τους, είναι σίγουρα πολύς. Σκεφτόμουνα πως το πρόβλημα του καθενός θα ήταν να τον γεμίσουν με λέξεις. Αλλά συμβαίνει το αντίθετο.
 
Στο βάθος, ίσως περιφρονούν τον λόγο. Η πιστεύουν ότι τα λόγια είναι λόγια μόνον όταν εκστομίζονται. Και βέβαια, ως βουλευτές, πιστεύουν στις στοιβαγμένες εντός τους κουβέντες, δεν προβάρουν τις ομιλίες τους. Φαίνεται πως θεωρούν την πρόβα μιας μορφής παπαγαλία.
 
Με άριστα το δέκα, σε εξήντα περίπου ομιλίες που άκουσα, έριξα τριάρια και τεσσάρια με την ψυχή μου. Και οι σαράντα, πήραν κάτω από τη βάση.
 
Τα κριτήρια ήταν εύκολο να βρεθούν. Δεν άντεχα την αυταρέσκεια, την ανακριβή εκφορά στίχων μεγάλων ποιητών, και την υπέρβαση του χρόνου.
 
Δεν τόλμησα να βαθμολογήσω επί της ουσίας των λεγομένων, διότι έχομε και υπέρταση και φροντίζουμε να βρίσκεται σε λογικά επίπεδα.
 
Ήταν δύσκολο.
 
Κατά τα άλλα, μόλις διαβάσατε ένα κείμενο που με ήρεμο τόνο και πολλές ανάσες, διαρκεί λιγότερο από πέντε λεπτά. Για την ακρίβεια, 270 δευτερόλεπτα.