Εν αρχή ην οι Traffic, που το 1968 ηχογράφησαν το «Feelin’ Alright», μια σύνθεση του κιθαρίστα τους Dave Mason, για τον πρώτο τους δίσκο. Παρά την εξαιρετική ερμηνεία του Steve Winwood και την ιδιάζουσα ενορχήστρωση του συγκροτήματος, το τραγούδι πέρασε σχετικά απαρατήρητο, όπως συνήθως συμβαίνει με τα τραγούδια που έχουν ερωτηματικό στον τίτλο.
Την επόμενη χρονιά, ο Joe Cocker το περιέλαβε στο δικό του πρώτο δίσκο, χωρίς την απόστροφο και το ερωτηματικό, ως καταφατικό «Feeling Alright», και το έκανε σουξέ, αντιμετωπίζοντάς το ως τραγούδι της σόουλ, με την αντίστοιχη ενορχήστρωση, τη βραχνή ερμηνεία του σολίστα και αιθέριο χορό γυναικών (το τραγούδησε και στο Woodstock, και έβαλε και στο λάιβ δίσκο που κυκλοφόρησε το 1970).
Το τραγούδι αναγνωρίστηκε πολύ γρήγορα από κοινό και μουσικούς ως ένα κανονικό τραγούδι, δηλαδή ένα μέρος του κανόνα της μοντέρας δυτικής μουσικής, και γνώρισε ποικίλες ερμηνείες και διασκευές, από ροκ και σόουλ και μπλουζ και φανκ σε ντίσκο και μπαλάντες και έθνικ και ηλεκτρονική μουσική. Κατάφερα να συγκεντρώσω τις εξής 25 (με σειρά εμφανίσεως):
- Το 1969, από τον κουβανό Mongo Santamaría, αλλά και τους David Ruffin, Three Dog Night, Rare Earth, Rustix, The Electronic Concept Orchestra.
- Το 1970, από τη σκοτσέζα Lulu, αλλά και τους Lou Rawls, Hubert Laws, Chairmen of the Board, The 5th Dimension.
- To 1971, από τους αμερικανούς Jackson 5 (αργότερα και με τη Diana Ross), αλλά και τους Gladys Knight and the Pips, Maceo Parker, Ohio Players, Grand Funk Railroad.
- Το 1972, από τους Badfinger.
- To 1973, από τον Isaac Hayes (αλλά και με τους Osmonds), όπως και από τους The Undisputed Truth, Mother’s Finest.
- To 1975, από τον Freddie King.
- Το 1977, από τους Trinidad Oil Company.
- Τo 1978, από τους Bar-Keys.
Ακολούθησαν και ποικίλες άλλες ηχογραφήσεις, με πιο αξιόλογες αυτές των Paul Weller, Huey Hewis και Black Crowes, Nuno Mindelis, Kate Ceberano. Αλλά και ο δημιουργός του, Dave Mason, συνέχισε να το παίζει και να το εξελίσσει ανάλογα με την περίσταση. Δικό του είναι, δικαίωμά του.
Όποιος θέλει να ακούσει μια άλλη εκδοχή από τις πρώτες, υπάρχει η ζωντανή ηχογράφηση στο Peel Session από το 1968, άμεση και καθαρή: τέσσερεις νεαροί μουσικοί από 20 έως 24 ετών παίζουν και ηχογραφούν ζωντανά στο στούντιο του ραδιοφώνου, δίχως διορθώσεις και με την αβεβαιότητα του ερωτηματικού στο τίτλο. Αλλά οι στίχοι είναι σαφείς: έχω τόσα να κάνω προτού να πεθάνω.