Συνομιλώντας με τον εαυτό μου.
30-12-2019

Tα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά και οι γιορτές εν γένει, είναι η οικογένεια για εμένα. Πολύ χάρηκα λοιπόν την συνάντηση με τούτη εδώ την «άγνωστη», και χαρούμενη –προς ώρας- οικογένεια. Η Ένη προσπάθησε να μπεί στο πλάνο λειτουργώντας σαν περισπασμός για την χωρίς άδεια φωτογραφισή τους. Συναίνεσαν με διάθεση χαμογελώντας υπαινικτικά… «μας φωτογραφίζουν παιδιά» είπε ο πατέρας. Tην Ένη την τράβηξα μια άλλη φωτογραφία -θαύμα- στην Ερμού αργότερα με όλα τα φωτάκια πίσω της στο βάθος του πεδίου!

Ακούω το «Α child is born» μια σύνθεση του Θάντ Τζόουνς γραμμένη στα 1970 και αφιερωμένη στην γέννηση του Χριστού. Μισό αιώνα μετά αποτελεί ένα κλασσικό τζάζ στάνταρντ. Θάντ, Χάνκ και Έλβιν Τζόουνς. Τρια αδέλφια και τρείς μεγάλοι μουσικοί συνάμα. Ο Έλβιν, ντράμερ, στο ιστορικό κουαρτέττο του Τζών Κολτρέην για όσους γνωρίζουν. Ανάμνηση όλοι τους;

Θυμήθηκα πως περιμέναμε τον Στελάκη να γυρίσει κάθε χρόνο από την Αμερική –όσοι από την οικογένεια ασχολιόμασταν με την μουσική- με καμμιά διακοσαριά βινύλια στις αποσκευές του, με τα εξώφυλλα έργα τέχνης της Blue Note. Να πώς μάθαμε την ορχήστρα των Θάντ Τζόουνς και Μέλ Λούις, οι οποίοι μεσουρανούσαν εκείνο τον καιρό, σε άλλα μέρη. Εδώ δεν θυμάμαι τι ακριβώς μεσουρανούσε για να το γράψω. Δεν ήμουν εδώ, δεν ήξερα που ήθελα να είμαι, με συγχωρώ;

Ο Γιωργάκης δεν θα ξαναπιάσει τρομπέττα στα χέρια του, μας άφησε πρίν λίγο καιρό. Ευτυχώς είχαμε προλάβει ν’ αλλάξουμε και δυο κουβέντες βλέπεις υπάρχουν και τα ανθρώπινα πάθη που μας χωρίζουν. Πάει να συναντήσει τον Φρέντυ Χάμπαρντ να του πεί τα πάντα για το επιστομιό του!

Διάβασα σήμερα για το πώς διεγράφη ο Θ. Μικρούτσικος από το ΚΚΕ και θυμήθηκα τον πατέρα ενός φίλου μου μεγαλοστέλεχος με βουνά εξορίες κ.λ.π. -εκείνα τα χρόνια- που επέμενε να μου τονίζει πως είμαι άρρωστος από την μποεμία και πως ακούω καπιταλιστική μουσική εννοώντας την τζάζ. Θεός σχωρέστον κι αυτόν!

Η οικογένεια λοιπόν, οι φίλοι και το αντάμωμα γύρω από ένα τραπέζι, τόχω γράψει και σ’ ένα παλιότερο κειμενό μου:

[…]Μεγαλώνοντας κατάλαβα πόσο πόνο κρύβαν οι ψυχές αυτές μέσα τους, πολύ περισσότερο η θεία η Μαρίκα, η γρουσούζα, και πόσο τις βοηθούσε να ζήσουν την επόμενη μέρα αυτό το ομοτράπεζον (ακόμα και αυτούς που απείχαν). Τα σύνδειπνα ήταν και εξακολουθούν να είναι μια τελετή, το στερνό «φυσικό μυστήριο» της οικογένειας, της φιλίας και της ζωής που θέλαμε έστω κι αποτυχημένα να είναι κάτι παραπάνω από «χαμαισυνείδητη». Μπορεί να μη καταλαβαίνουμε το κάτι παραπάνω, αλλά πεινάμε και διψάμε τη «μυστηριακή ζωή» της κοινότητας όλοι μας.

«Ο άνθρωπος είναι αυτό που τρώει» μας είπε ο ματεριαλιστής φιλόσοφος Λουδοβίκος Φόγιερμπαχ και είχε δίκιο. Κείνα τα βράδια τρώγαμε και πίναμε Θεό και γινόμασταν Θεοί κατά μετοχήν και χάρι (η). […]