Στα μέσα τις δεκαετίας του ’80 τράπεζες σπέρματος στις ΗΠΑ άρχισαν να παρέχουν υπηρεσίες σε λεσβίες, κάτι που προκάλεσε αναμενόμενες αντιδράσεις με τα γνωστά επιχειρήματα για τον κίνδυνο στην ψυχολογική υγεία των παιδιών. Με αφορμή τη νέα τότε πολιτική άρχισε έρευνα από παιδοψυχολόγους του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας με σκοπό τη μελέτη παιδιών ζευγαριών λεσβιών, γεννημένα με εξωσωματική γονιμοποίηση ύστερα από δωρεά σπέρματος.
Επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας ήταν η ψυχίατρος Nanette Gartrell. Η έρευνα ξεκίνησε το 1986 και επικεντρώθηκε σε 78 παιδιά. Πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στο Σαν Φρανσίσκο, στη Βοστώνη και στην Ουάσιγκτον. Οι συνεντεύξεις έγιναν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και όταν τα παιδιά έγιναν 2, 5, 10 και 17 χρονών
Η έρευνα έδειξε ότι στα 17 τους τα παιδιά αυτά είχαν κατά μέσο όρο ψηλότερη βαθμολογία σε κοινωνικές και ακαδημαϊκές επιδεξιότητες στο σχολείο. Επίσης, τα παιδιά επεδείκνυαν λιγότερη επιθετική συμπεριφορά και είχαν λιγότερες προστριβές στο κοινωνικό τους περιβάλλον.
Συμπερασματικά, άτομα εφηβικής ηλικίας μεγαλωμένα – από τη στιγμή της γέννησής τους – σε οικογένειες με μητέρες λεσβίες χαρακτηρίζονταν από υγιή κοινωνική, συναισθηματική και ψυχολογική ανάπτυξη.
Η εικοσιπεντάχρονη έρευνα δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση Pediatrics της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής, τον Ιούλιο του 2010.
Σχεδόν δέκα χρόνια πριν.