Διάβασα στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας για τη σχεδιαζόμενη κατασκευή και λειτουργία μονάδων παραγωγής αιολικής ενέργειας σε προστατευόμενες βραχονησίδες του Αιγαίου. Τα Γκαλαπάγκος της Μεσογείου γράφει το κείμενο, μου άρεσε αυτό αν και το θεώρησα υπερβολικό. Το φημισμένο ταξίδι του Δαρβίνου με το Beagle έδωσε στα Γκαλαπάγκος στον Ειρηνικό, στ’ ανοιχτά της Νότιας Αμερικής, μια μοναδικότητα. Ο οξύνους γεωλόγος κατέγραψε τις παρατηρήσεις του στο ημερολόγιό του. Ιδιαίτερα εκείνες από το νησιωτικό αρχιπέλαγος στήριξαν τη θεωρία της εξέλιξης, όπως τη στοιχειοθέτησε στο «η Καταγωγή των Ειδών», βιβλίο που εκδόθηκε στις 24 Νοεμβρίου του 1859. Ξανακοίταξα λοιπόν στο «Ταξίδι του Beagle» τα γραφόμενά του από τα Γκαλαπάγκος.
Με αφορμή την πλούσια σε ενδημικά είδη χλωρίδα ο Δαρβίνος είχε γράψει ότι το Αρχιπέλαγος των Γκαλαπάγκος θα μπορούσε να συστήσει ξεχωριστή βοτανική επικράτεια. Μελετώντας τις γιγάντιες χελώνες, σημείωσε ότι δεν μπορεί να φανταστεί ότι νησιά σε απόσταση 50 ή 60 μίλια το ένα από το άλλο, τα περισσότερα έχοντας οπτική επαφή μεταξύ τους, φτιαγμένα από τα ίδια πετρώματα, κάτω από παρόμοιες κλιματικές συνθήκες, φτάνοντας σχεδόν στο ίδιο υψόμετρο, θα μπορούσαν να φιλοξενούν τόσο διαφορετικούς κατοίκους. Διαπιστώνοντας τη συγγένεια των ενδημικών ειδών στα Γκαλαπάγκος με αμερικανικά είδη και ότι το κάθε νησί έχει ξέχωρα ενδημικά, χρέωσε την ενδημικότητα στα θαλάσσια ρεύματα και στα βάθη των νερών μεταξύ των νησιών. Αποτέλεσμα η απομόνωση που οδήγησε στην ενδημικότητα. Ο Δαρβίνος αποκάλεσε το Αρχιπέλαγος δορυφόρο προσδεμένο στην Αμερική, μάλλον ομάδα δορυφόρων παρόμοιων από φυσική σκοπιά και διαφορετικών από οργανική μα σε στενή σχέση ο ένας με τον άλλον και όλοι τους σε αξιοσημείωτη σχέση, αλλά σε μικρότερο βαθμό, με τη μεγάλη Αμερικανική ήπειρο.
Δεν είναι λοιπόν η μεγάλη απόσταση απαραίτητη συνθήκη για να απομονωθεί μια νησιώτικη μάζα και να υπάρξουν εκεί προϋποθέσεις για ενδημισμό των ειδών. Δεν είναι επικοινωνιακή υπερβολή, δόκιμος είναι ο χαρακτηρισμός των νησίδων του Αιγαίου μεσογειακά Γκαλαπάγκος, τηρουμένων των αναλογιών.
Διαβάζω σχετικό κείμενο του καθηγητή Μωυσή Μυλωνά και συνεργατών στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στην Κρήτη. Γράφουν ότι κύριο χαρακτηριστικό των νησίδων είναι η απομόνωσή τους, γεωγραφική και χρονική, που τις μετέτρεψε σε φυσικά εργαστήρια βιολογικής εξέλιξης με το μικρό τους μέγεθος να λειτουργεί καταλυτικά, επισπεύδοντας τη διαδικασία.
Η απομόνωση των νησίδων που βρίσκονται κοντά στην ηπειρωτική Ελλάδα ή σε μεγαλύτερα νησιά είναι πρόσφατη, άρχισε με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας ύστερα από την τελευταία παγετώδη περίοδο πριν 12.000 χρόνια. Η απομόνωση των νησίδων μακριά στο πέλαγος είναι παλαιά, τη δημιούργησε το τεκτονικό κομμάτιασμα της αιγιακής λιθόσφαιρα πριν από μισό εκατομμύριο χρόνια και. Στην πρώτη περίπτωση ο βιολογικός πλούτος των παράκτιων νησίδων είναι μέρος του πλούτου των γειτονικών περιοχών. Επιπρόσθετα, τα βραχονήσια πρόσφεραν καταφύγιο σε είδη που τα έδιωχνε η ανθρώπινη δραστηριότητα, όπως η φώκια ή σε κάποια είδη ερπετών, σαύρες που επιβιώνουν πλέον αποκλειστικά στα νησάκια. Στη δεύτερη περίπτωση, εκτός από πρόσφορο καταφύγιο, η μακρόχρονη απομόνωση λειτούργησε όπως στα Γκαλαπάγκος καταλήγοντας σε σημαντικό ενδημισμό, με δεκάδες είδη και υποείδη – φυτά, σπονδυλωτά και ασπόνδυλα – να υπάρχουν αποκλειστικά σε ένα νησί. Οι Κώστας Τριάντης και Σπύρος Σφενδουράκης από το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο Κύπρου αντίστοιχα, αναφέρονται σε ενδημικά σαλιγκάρια που απαντώνται μόνο σε ένα ή δύο νησιά όπως στην Οφιδούσα, στους Κουνούπους, στη Μεγάλη Ζαφορά και στην Κίναρο.
Όλα αυτά τα ονόματα… Μπούβες, Κίναρος, Λέβιθα, Μαυριά, Οφιδούσα, Σύρνα, Αστακίδα, Ζαφορά, Κανδηλούσα, Άνυδρο, Παχειά, Φτενά, Χριστιανά, Ανάνες, Φαλκονέρα, Βελοπούλα… Όμορφα ονόματα, πρωτάκουστα ή λες μισοξεχασμένα, όπως διαβασμένα σε θαλασσινό χάρτη φανταστικού μυθιστορήματος.
Εκεί λοιπόν, σύμφωνα με την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, σε δεκατέσσερις ακατοίκητες βραχονησίδες του νοτίου Αιγαίου, σε δέκα προστατευόμενες περιοχές Natura 2000, από τις οποίες οι έξι είναι και Ζώνες Ειδικής Προστασίας για τα πουλιά, το σχέδιο είναι να φτιαχτούν τρεις Αιολικοί Σταθμοί Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας, 104 συνολικά ανεμογεννήτριες, 70 χιλιόμετρα οδικού δικτύου, 14 λιμάνια, 14 ελικοδρόμια, εγκαταστάσεις για δυνατό νυχτερινό φωτισμό και πλήθος άλλων υποδομών, σε κατασκευαστική περίοδο διάρκειας πέντε χρόνων.
First we take Manhattan…
Εύκολο να φανταστώ την παγκόσμια κατακραυγή αν κάποιος τολμούσε αντίστοιχο έργο στα Γκαλαπάγκος. Τηρουμένων των αναλογιών και εφόσον υφίσταται η ομοιότητα μεταξύ του Αρχιπελάγους εκεί και του νοτίου Αιγαίου, αναμενόμενη η ύπαρξη αντίδρασης στο σχέδιο, τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο. Κάποιες περιβαλλοντικές οργανώσεις ζήτησαν με επιστολή τους να ακυρωθούν τα σχεδιαζόμενα αιολικά έργα. Ήλπιζα σε μαζικότερη αντίδραση. Αισθητή η απουσία κάποιων άλλων οργανώσεων. Κατανοώ την αμηχανία τους, τη δύσκολη θέση. Αλλά…
Επανέρχομαι έστω και αν επαναλαμβάνομαι. Δεν πιστεύω ότι οι παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες με τον τρόπο που γιγαντώνονται θα καλυφθούν από ανανεώσιμες πηγές. Δεν διαφωνώ με επενδύσεις σε ανανεώσιμες ώστε να αναχαιτιστούν οι εκλύσεις ρύπων. Αλλά θα πρέπει να γίνονται με σύνεση, με ορθολογισμό κι όχι με πανικό (πανικό ορισμένων όχι όλων, οι επενδύσεις πάντα χαρά για κάποιους και έτσι έχουν τα πράγματα), με συνεκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της εγκατάστασης και λειτουργίας των ανανεώσιμων, ιδιαίτερα στο βιοτικό περιβάλλον – ιδιαίτερα των αιολικών μονάδων. Για να προλαβαίνουν τους παγκόσμιους επιθετικούς αναπτυξιακούς στόχους, οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες πρέπει να τρέχουν με τα πόδια στους ώμους. Συνειδητή πλάνη, απόφαση πλάνης τελικά, να γυρνάμε την πλάτη στις επιπτώσεις τους στο φυσικό περιβάλλον στο όνομα του περιβάλλοντος (αγνοώντας ταυτόχρονα δυσκολίες που προκύπτουν από οικονομικούς λόγους με το αυξανόμενο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και το τέλος, κάποια στιγμή, των επιδοτήσεων).
Οι ορθολογικά σχεδιασμένες εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πρέπει να σχεδιάζονται χέρι – χέρι με σχεδιασμό πυρηνικών εγκαταστάσειων, ύστερα από απενοχοποίηση της πυρηνικής ενέργειας. Έτσι θα καταφέρουμε οριστική αποδέσμευση από τα ορυκτά καύσιμα και την ελαχιστοποίηση του συνολικού αποτυπώματος των φιλοδοξιών μας.
Δεν είναι μόνο στη βιοποικιλότητα το ζήτημα. Κίναρος, Λέβιθα… δεν είχα ιδέα που βρίσκονται τα νησιά, όσο κι αν νομίζω ότι γνωρίζω την ελληνική γεωγραφία. Τα έψαξα στο Google Earth. Βορειανατολικά της Αμοργού από εκεί που ο αέρας έφερνε σύννεφα, το ένα μετά το άλλο, που έπεφταν κατάμουτρα στο νησί, με ορμή, έγλειφαν τη γη και μας τύλιγαν με υγρή, φτερωτή ψύχρα.
Έχουμε ανάγκη από μέρη όπως αυτά τα ερημονήσια. Μακριά, να τ’ αγγίζουμε το μάτι μας και το φακό της μηχανής μας, να ψιθυρίζουμε την απορία μας αλαφροπατώντας πάνω τους. Με τον τρόπο που ο μέγας Βέγας γλιστρά μέσα στην κόρη του οφθαλμού μας και ακουμπά στον αμφιβληστροειδή, τις νύχτες του μεσοκαλόκαιρου, το πρώτο αστέρι που φωτογραφήθηκε, εκείνη η δαγκεροτυπία του 1850 που έκλεψε από το ανυποψίαστο άστρο μια στιγμή φωτός. Κίναρος, Λέβιθα… χρειαζόμαστε μέρη όπως αυτά – μεσοπέλαγα, μεσούρανα. Μακριά. Όχι μόνο για το βιολογικό πλούτο. Είναι και για την ψυχή μας, για τα φρένα μας. Για να υπάρχουμε μόνοι σε μεγάλο κόσμο και όχι πανταχού παρόντες σε μικρό κόσμο.
Στον Ειρηνικό το αρχιπέλαγος των Γκαλαπάγκος. Ένας ωκεανός με νησιωτικούς αστερισμούς, καθένας με το ελληνικό όνομά του, κάθε νησί με το δικό του, το εξωτικό για τα ελληνικά μου αυτιά όνομα. Εκεί η Πολυνησία, η Μελανησία, η Μικρονησία. Εδώ ο μικρόκοσμος – πλήρης, ευλογία. Αν μου ζητούσαν να φτιάξω τον πλανήτη μου δεν θα χρειαζόταν να ταξιδέψω σ’ όλη τη γη, να φτάσω στους αντίποδες για να βρω έμπνευση. Από κάποια κορφή κοντά θ’ άφηνα το βλέμμα μου να πέσει κάπου μέσα απ’ τον ορίζοντα. Και εντός αυτού του όχι θολού κύκλου, θα διάλεγα κάποια μόνα βραχονήσια για κόσμημα και ερωτηματικό. Θα τα κρατούσα έτσι, από το πρώτο τικ του μετρονόμου ως το τέλος του χρόνου.