Η φυσική κατάσταση
20-11-2019

Ας βγάλω στο κλαρί τον γέρικο σου κώλο. Ας βγάλω στο κλαρί την έκθεσή του στα μάτια και στο χέρι του ανθρώπου που θα σου κάνει την ένεση. Ας βγάλω στο κλαρί ό,τι χρειαστεί για να βγει ένα ακόμη κείμενο. Δεν υπάρχουν ντροπές σ’ αυτά. Μόνο εικόνες που κάτι κάνουν μέσα μας. Εικόνες που φτιάχνουμε με το μυαλό. Εικόνες που δεν βλέπουμε με τα μάτια. Γιατί είμαστε -και πάντα ήμασταν- αλλού.

Ας βγάλω στο κλαρί ό,τι αποφασίσω εγώ. Όταν γράφεις, άλλωστε, είσαι ο μόνος που αποφασίζει. Ή ίσως κι όχι. Ίσως και το γράψιμο να είναι σχέση κι αυτό. Μια ακόμη σχέση πάνω στο τραπέζι της οποίας θα φέρεις μόνο το δικό σου σκέλος. Κι εκείνο θα φέρει το δικό του. Και θα υπάρξει μεταξύ τους συνομιλία, αλληλεπίδραση, αλληλοκαθορισμός, σύνθεση. Ναι, μάλλον έτσι είναι. Δεν αποφασίζεις μόνο εσύ όταν γράφεις. Έχεις απέναντί σου ένα ακόμη πρόσωπο, το πρόσωπο της γραφής.

Και είναι εκείνη ως συνομιλητής που σου λέει, ναι, αυτό βγάλ’ το στο κλαρί, το άλλο όμως όχι. Δεν είναι ότι έχεις κάτι να κρύψεις. Δεν κρύβεσαι. Είσαι εκτεθειμένος και διαπερατός. Είσαι ένας ακόμη που κάποια μέρα γεννήθηκε, είσαι ένας ακόμη που κάποια στιγμή συνειδητοποίησε, είσαι ένας ακόμη που κάποια στιγμή θα πεθάνει. Αυτό είναι όλο. Αυτός είσαι όλος. Α, ναι, αυτό και η ζωή σου στο ανάμεσα. Και το πώς θα γεμίσεις το ανάμεσα που σου αναλογεί είναι μέρος του δικού σου όλου.

Πώς να το γεμίσεις λοιπόν; Εγώ λέω ότι ο καλύτερος τρόπος να το γεμίζουμε είναι με βαθιά, βαθύτατη δίψα. Δίψα για τι, θα ρωτήσεις. Ίσως όμως είναι λάθος ερώτηση. Ίσως δεν έχει σημασία για τι ακριβώς θα διψάς, γιατί τελικά αν διψάς, θα διψάς για ζωή. Κι όπως μπορείς να διψάς για ό,τι τυχόν σου λείπει, έτσι μπορείς να διψάς για ό,τι τυχόν έχεις. Η δίψα δεν προϋποθέτει αναγκαία έλλειψη, δίψα μπορεί να υπάρχει και για ακόμη μεγαλύτερη πλήρωση.

Και στον αντίποδα της δίψας δεν είναι το ξεδίψασμα, στον αντίποδα της δίψας είναι η παραίτηση. Πρέπει να βρίσκουμε τρόπους να εκπέμπουμε αλήθεια, πρέπει να βρίσκουμε τρόπους να εκπέμπουμε ομορφιά, πρέπει να βρίσκουμε τρόπους να εκπέμπουμε σιγουριά. Πρέπει να βρίσκουμε τρόπους να παίρνουμε τον εαυτό μας και τους άλλους από το χέρι και να προχωράμε μαζί μπροστά. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η θνητότητα είναι ευλογία, το πεπερασμένο της ύπαρξης είναι ευλογία, η φθορά είναι ευλογία. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η ζωή μπορεί και είναι δώρο ακριβώς επειδή δεν κρατά για πάντα, ακριβώς επειδή καραδοκεί είτε στο τέλος η έκπτωση, είτε ανά πάσα στιγμή το τέλος.

Πρέπει να λέμε κάθε μέρα ευχαριστώ στον θάνατο γιατί μας χαρίζει το δικαίωμα να ζήσουμε συναρπαστικά. Να ζήσουμε συναρπαστικά όχι επειδή πρέπει να τα προλάβουμε όλα. Τίποτα δεν έχουμε να προλάβουμε. Είναι όλα εδώ. Πάντα ήταν. Από τότε που πρωτοκαταλάβαμε τον εαυτό μας. Από ακόμη πιο πριν. Από τότε που ζούσαμε σε άλλο σώμα. Από εκείνη την καταγωγική πλήρωση, εκείνη την πλήρωση την χωρίς λέξεις, την χωρίς συνείδηση, την μόνο αισθήσεις. Από εκείνη την κληρονομιά μιας αγάπης που δεν είναι μια έννοια αλλά απλά είναι: ενσώματα, αυτονόητα, οργανικά, λειτουργικά.

Ερχόμαστε στον κόσμο μέσα από ένα άλλο σώμα. Θα φύγουμε από τον κόσμο μόνο με το δικό μας σώμα. Θα ζήσουμε στον κόσμο μόνο με το δικό μας σώμα. Αλλά θα θυμάται κι αυτό κι εμείς πώς ήρθαμε. Και το ιδανικό μας θα παραμένει εκείνη η καταγωγική πλήρωση, εκείνη η αγάπη που απλά είναι.

Η φυσική κατάσταση του ανθρώπου είναι η αγάπη. Άλλοι προσπαθούν να την περιγράψουν με λέξεις, άλλοι την τρυπούν με ενέσεις σε ξένους γέρικους κώλους, σε κώλους που κανονικά δεν θα έπρεπε να τους αναλογούν.