Η φρεναπάτη ότι είμαστε μοναδικοί, είτε στη δόξα μας είτε στην αθλιότητά μας, είναι σύμπτωμα πολύ μπανάλ επαρχιωτισμού. Θα ήταν ο επαρχιωτισμός αυτός συμπαθής γραφικότητα αν δεν καλλιεργούνταν εκ του πονηρού, ή τουλάχιστον αν δεν διαμόρφωνε συνειδήσεις, οι οποίες διαμορφώνουν εκλογικά αποτελέσματα, τα οποία διαμορφώνουν κοινωνικές δυναμικές και πολιτικές αποφάσεις.
Ωστόσο, η σαχλαμάρα του “δεν έχουμε περάσει Διαφωτισμό” είναι και εξώφθαλμα ψευδής εκτός από ιδεοληπτική γραφικότητα. Αναφέρω μόνο τις απαρχές της Επανάστασης του ’21, το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1828 (“το πιο φιλελεύθερο της εποχής”), το οικογενειακό δίκαιο του 1982, τον ρόλο που δεν έπαιζε η Εκκλησία στα κοινά μέχρι το 1991 κ.ο.κ.
Οι παθογένειες της ελληνικής δημόσιας ζωής και του ελληνικού κράτους δεν πηγάζουν από “έλλειμμα Διαφωτισμού”, όσο και αν οιμώζουν οι ελίτ από το 1850 ότι δεν είμαστε λαός ή ότι δεν είμαστε Ευρώπη, παρά από την εν πολλοίς δικαιολογημένη καχυποψία του λαού απέναντι στο συγκεντρωτικό και εθνοκεντρικό ελληνικό κράτος — χωρίς καν να κοιτάξει κανείς πώς φέρθηκε στον λαό του το κράτος αυτό την περίοδο 1946-1974. Τέλος, αξίζει να ξαναδιαβάσει κανείς προσεκτικά τι λέει ο Μαζάουερ για τη θέση της σύγχρονης Ελλάδας στον κόσμο και για τις παθολογίες της.