Δεν είχα σκοπό να γράψω κάτι για τον Πανούση. Άλλοι τα έγραψαν μια χαρά, καλύτερα απ’ ότι θα μπορούσα μιας και δεν παρακολουθούσα συστηματικά το έργο του – διαβάστε τα εξαιρετικά κείμενα που έχουν αναρτηθεί εδώ, σ’ αυτήν την ιστοσελίδα.
Δύο σχόλια μόνο.
Το πρώτο, μια παρατήρηση για όσους αρπάζουν δηλώσεις του μακαρίτη και τις χρησιμοποιούν ως αξίωμα προς τεκμηρίωση δικών τους πεποιθήσεων – την αντιπάθειά τους προς τους οικολόγους για παράδειγμα. Δεν έχουν πάρει χαμπάρι. Η σάτιρα δεν χτίζει ούτε λειτουργεί διπολικά, άσπρο μαύρο, υπέρ ή κατά. Στέκεται σε απόσταση. Τη μία δίνει θάρρος σε όσους θέλουν να βαδίσουν δρόμο που θα τους βγάλει από κάποια κόλαση (κολάσεις υπάρχουν πολλές και διάφορες), η ειρωνεία και το γέλιο βάλσαμα του φόβου. Την άλλη γειώνει όσους πάντα ετοιμοπόλεμοι σηκώνουν αυτάρεσκα λάβαρο αγαθών προθέσεων και αυτοανακηρύσσονται σωτήρες των πολλών, στρώνοντας έτσι δρόμους προς καινούργιες κολάσεις.
Το δεύτερο σχόλιο είναι μια επισήμανση σε όσους χρησιμοποιούν το έργο αντισυμβατικών δημιουργών ως δική τους αντίσταση στο κατεστημένο, ως άλλοθι που επιτρέπει την ύπαρξη και επιβίωσή τους σε αυτό ώστε να βαστήξουν με σώας τας φρένας. Τα καταφέρνουν, καλά κάνουν, είναι αναγκαίο. Αλλά στο τέλος της μέρας δεν υπάρχει μεγαλύτερη αυταπάτη (και συμβατότητα) από αυτήν του cool. Πρέπει να το γνώριζε αυτό ο Πανούσης και να το χλεύαζε περισσότερο απ’ όλα.
Παρόλα αυτά, σχεδόν 40 χρόνια και πόσοι καυλώνουν ακόμα σταυρώνοντας ψηφοδέλτια, ονειροπολώντας μπροστά σε τηλεοπτικά παράθυρα ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα αν τα είχαν καταφέρει να κλάσουν στα έδρανα της Βουλής αντί στον καναπέ τους.
Επιστρέφοντας σπίτι πεζός, η διαδήλωση σήμερα του ΠΑΜΕ στην Ομόνοια, η ένρινη φωνή, παραμορφωμένη από παλιάς κοπής μεγάφωνα. Watt 50 χρόνων, Νταλάρας, μαστίγωμα στο τύμπανο του αυτιού μας.
Τίποτα δεν πήγε χαμένο. Χρώματα, αρώματα και πτώματα – they all linger here.