Το πρωτάκουσα στη β΄ δημοτικού, όταν η δασκάλα μας είπε: Mε τη Θεία Κοινωνία δεν κολλάς ασθένειες, εξηγώντας: Ξέρετε κανέναν να αρρώστησε μεταλαμβάνοντας; Το επιχείρημα μου φάνηκε αδιάσειστο. Εντυπωσιασμένος, το είπα στον πατέρα μου, οπότε και κατέρρευσε ως χάρτινος πύργος καθώς αντελήφθην ότι η αποδεικτική του αξία ήταν ισοδύναμη του: –Γιατί οι ελέφαντες βάφουν τα νύχια τους κόκκινα; –Για να κρύβονται πίσω από τις παπαρούνες. Έχεις δει ποτέ ελέφαντα πίσω από παπαρούνες; –Όχι! –Είδες τι καλά που κρύβονται;
Δεν θέλω προφανώς να συζητήσω αν οι ασθένειες κολλάνε με τη θεία κοινωνία. Φυσικά και κολλάνε. Δεν θα βρεθεί ούτε ένας σοβαρός επιστήμονας να υποστηρίξει το αντίθετο. Μπορεί όμως να σιωπήσει, όπως κάνουν πολλοί. Κι αυτό ακριβώς είναι το θέμα μου. Μες στο μέσον του χειμώνα, με το φάσμα του κορονοϊού, και όχι μόνο, μου φαίνεται αδιανόητο τα υπουργεία Υγείας και Παιδείας, οι ιατρικοί σύλλογοι, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, οι τοπικές αρχές, εν πάση περιπτώσει όλοι οι υπεύθυνοι να μην το λένε ξεκάθαρα. Να μην κάνουν καμπάνια. Όπως λένε «πρέπει να κάνετε το εμβόλιο» «ή να πλένετε συχνά τα χέρια σας». Αν δεν το κάνει –πολύ κακώς– η ίδια η Εκκλησία και οι λειτουργοί της (που χωρίς να μπαίνω στα εκκλησιαστικά θα έπρεπε, προφανώς, να επανεξετάσει την όλη τελετουργία του κουταλακίου) πρέπει να το κάνουν οι αρμόδιοι. Ξεκάθαρα, δημόσια, χωρίς περιστροφές.
Δεν είναι θέμα αντικληρικαλισμού, αλλά προστασίας της δημόσιας υγείας. Και πρώτα από όλα όσων μεταλαβαίνουν, των ίδιων των πιστών, του ποιμνίου δηλαδή. Δεν είναι αδιανόητο, δεν είναι κρίμα και άδικο να αρρωσταίνουν ή να κινδυνεύουν άνθρωποι από μια δεισιδαιμονία; Δεν θα κινδυνεύσει η πίστη αν παρθούν μέτρα ούτε θα υπάρξει καμιά προσβολή του αίματος και του σώματος του Κυρίου. Αντίθετα, προσβολή της νοημοσύνης πρωτίστως (και της πίστης όμως, νομίζω) είναι να θεωρούμε ότι θαυματουργικώς το μυστήριο αποστειρώνει το κουταλάκι και σκοτώνει τα μικρόβια.