Στον κόσμο, όπως τον μάθαμε μέχρι σήμερα, το φύλο είναι σίγουρα μια κατασκευή. Μια σήμανση για να ξέρεις πού πηγαίνεις. Γιατί οι άνθρωποι των δύο τελευταίων αιώνων, το μόνο που ζητάμε είναι να ξέρουμε πού πηγαίνουμε. Ακριβείς πληροφορίες για το προς τα πού να βαδίσουμε και πού πρέπει να στρίψουμε. Πού να στρέψουμε το βλέμμα, τι να δούμε και τι να καταλάβουμε. Τι να πούμε, τι να κάνουμε και τι να φορέσουμε. Τι να φάμε, με τι να το νοστιμίσουμε και πόσο να το βαθμολογήσουμε. Τι να γράψουμε, με τι χρώμα στυλό να το γράψουμε και πώς να το στείλουμε. Ποιον σύντροφο να διαλέξουμε, πώς να τον κάνουμε δικό μας και πώς να τον πληγώσουμε καλύτερα. Κι αυτό γιατί έχουμε χαθεί τελείως και, για να μη μας πιάσει απελπισία, θέλουμε να νομίζουμε ότι ξέρουμε πού δείχνει ο μπούσουλας.
Από εκεί και πέρα, μια τεράστια μάζα γκρίνιας. Οι προσδοκίες περισσεύουν αλλά το γλάσο της ευχαρίστησης δε φτάνει για να τις καλύψει όλες από πάνω. Στεγνοί και ξεραμένοι, με την ακριβότερη κρέμα επανόρθωσης, προσπαθούμε να καλύψουμε τα σκασίματα και τις ραγάδες, χαμογελώντας αυτάρεσκα στον καθρέφτη του καταστήματος καλλυντικών. Μόνοι και έρημοι, με ένα καπάκι στο χέρι.
Γιατί οι κατευθυντήριες δεν ήταν για εμάς. Οι σημάνσεις δείχνουν πού να πάμε, αλλά θέλουμε πραγματικά να φτάσουμε όλοι στο ίδιο μέρος ; Τι δουλειά έχουν οι καμπίσιοι στον Πειραιά και οι καπετάνιοι στα Μετέωρα; Μετέωροι κάτω από τις ταμπέλες, κάτω από πελώριες κατασκευές, κάτω από μεγάλες οδικές αρτηρίες, με φραγμένες τις δικές μας από την ματαίωση και την αποπλάνηση. Γιατί δεν μας έβγαλε ο δρόμος εκεί που περιμέναμε; Γιατί δε βλέπουμε αυτό ακριβώς που θέλουμε να δούμε; Γιατί το νεύρο της γεύσης μένει κολλημένο στο αεί επεξεργάζεσθαι και δε βγάζει πόρισμα; Γιατί μένουμε συχνά χωρίς λόγια, γυμνοί, ανέστιοι, δίχως δυο μάτια να μας κοιτάζουν, δίχως δυο χέρια να απλώνουν τη ζέστη τους στις ανασηκωμένες μας τρίχες, κοκαλωμένοι στην πόζα που πήραμε για να διατρανώσουμε την ασχήμια της ομορφιάς μας;
Γιατί πολύ απλά ο κόσμος δε χρειάζεται δρόμους. Μπορεί να τους έχει αλλά δεν τους χρειάζεται πια. Το μέλλον δεν έχει ανάγκη από λεωφόρους και γέφυρες. Τα φύλα, τα ιδεολογήματα, οι ταυτότητες, οι επινοήσεις, τα έθνη, τα κράτη, το χρήμα θα διατελέσουν τον σκοπό τους, θα κάνουν τον κύκλο τους και θα χαθούν. Όπως χάθηκαν τόσες και τόσες κατασκευές μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας και τώρα πια κανέναν δεν κλαίει για τον χαμό τους. Οι άνθρωποι θα πετάνε στον αέρα, αποδεσμευμένοι από τέτοιες κατασκευές και τέτοιες επινοήσεις. Το είπε και ο Dr Brown στον Marty Mc Fly: ‘’Δρόμοι; Εκεί που πάμε δε χρειαζόμαστε δρόμους’’.
Οι γενιές, βέβαια, που θα βιώσουν αυτές τις αλλαγές, μαζί με αυτές και η δική μας, θα νιώσουν αναταράξεις. Τα κενά αέρος πολλές φορές θα είναι απότομα και με διάρκεια. Κι εγώ η ίδια νιώθω ένα βίαιο τράνταγμα στο στομάχι γράφοντας για όλα αυτά. Αυτό όμως δεν αλλάζει το σίγουρο του προορισμού. Το μέλλον είναι πάντα μπροστά. Καλύτερο ή χειρότερο, είναι πάντα μπροστά και πάντα διαφορετικό, και έτσι ήταν πάντα. Και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, τόσο πιο εύκολα θα φτάσουμε εκεί.
Όσο για το ποιον δρόμο θα πάρετε, ποιο φαγητό θα απολαύσετε, ποιο ρούχο θα φορέσετε, ποιο φύλο θα επιλέξετε, ποιο αγόρι ή κορίτσι θα ερωτευτείτε, ποια ζωή θα ζήσετε χωρίς να σας καταπιεί η ίδια σας η γκρίνια, να θυμάστε αυτό που είχε πει πριν μερικά χρόνια ο μεγάλος pop ποιητής. Και σας παραπέμπω απευθείας στον τίτλο, για όσους δεν μπορείτε να συνηθίσετε ακόμα χωρίς κατευθυντήριες και οδηγίες.