«Δεν θέλησα ποτέ μόρια, επιδόματα, χάρες. Ίσες ευκαιρίες διεκδικώ. Διεκδικώ αυτό που δεν υπάρχει», είχε γράψει στο Twitter ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος τον Απρίλιο του 2019, όταν είχε διαπληκτιστεί με τον τότε υπουργό Παύλο Πολάκη. Χθες, διαβάσαμε να λέει, επεξηγηματικά, ως προς την τοποθέτησή του κατά των αμβλώσεων: «όταν το παιδί βρίσκεται στη μήτρα της μητέρας, όταν είναι μικρό, δεν έχει τη δύναμη να μιλήσει, δεν πρέπει να μιλήσουμε και εμείς για αυτό;». Καταρχάς, όταν κάποιος λέει «το παιδί» σε αυτό το συγκείμενο, και αυτός ο κάποιος είναι μάλιστα γιατρός και πολιτικός, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ξεδιπλώνει ένα επιχείρημα με ύπουλο τρόπο. Η χρήση της λέξης «παιδί» έχει σαν στόχο να καθοδηγήσει τους αντιπάλους του σε μια ευάλωτη, μειονεκτική θέση. Στη συνέχεια, αν η χθεσινή ψήφος Κυμπουρόπουλου υποκινήθηκε από προσωπικά και εγωιστικά κίνητρα –ότι δηλαδή αν η μητέρα του γνώριζε μπορεί και να μην είχε επιλέξει να τον γεννήσει– είναι ένα στοιχείο που έρχεται σε πλήρη στοίχηση με την προ διετίας δήλωσή του. Ο Κυμπουρόπουλος φαίνεται να έχει κάνει σημαία του αυτές τις «ίσες ευκαιρίες». Όπως όμως και το ’19 είχε βγει ο Παύλος Πολάκης και του είχε πει «Αν διεκδικούσες ίσες ευκαιρίες κύριε Κυμπουρόπουλε, να έβαζες χαρτιά για να προσληφθείς επιμελητής Β στο ΕΣΥ με κρίση από συμβούλιο όπως οι άλλοι γιατροί και όχι έτσι (όπως δικαιούσουν ως ΑΜΕΑ). Ντροπή και κρίμα να λες αυτά που λες», και είχαμε κράξει τον Πολάκη, έτσι και τώρα θα κράξουμε τον Κυμπουρόπουλο γιατί πίσω από την ψήφο του κρύβεται, ξεκάθαρα, η στέρηση της δυνατότητας επιλογής της γυναίκας να αποφασίζει για το σώμα της και τη ζωή της. Ο Κυμπουρόπουλος δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από την ιδιότητά του ως ΑΜΕΑ, την οποία μάλιστα φαίνεται να εργαλειοποιεί τόσο για την επίκληση στο συναίσθημα –«αν η μητέρα μου είχε δει ότι είμαι ανάπηρος θα με σκότωνε ή όχι;»– όσο και, ευφάνταστα, προς όφελος της νεόκοπης αυτής «κοινότητας» των «παιδιών που βρίσκονται στη μήτρα της μητέρας τους και δεν μπορούν να μιλήσουν». Περιμένουμε περισσότερα από έναν πολιτικό και επιστήμονα (και δη ψυχίατρο) από το να κρίνει με παρωπίδες και συναισθηματισμούς που ανάγονται στις συνθήκες και υποθέσεις περί των καταβολών της ύπαρξής του, εις βάρος όμως της ύπαρξης γυναικών*.
*Εγώ, προσωπικά, θα δεχόμουν να μπω σε μια συζήτηση στην οποία θα παραδεχόμουν ότι το γονιμοποιημένο ωάριο που κυοφορεί η γυναίκα είναι άνθρωπος, με όλη τη σημασία της λέξης, αλλά παρόλα αυτά θα συνέχιζα να υποστηρίζω το δικαίωμα της μητέρας στην απόφαση της άμβλωσης. Θα συνέχισα να υποστηρίζω το δικαίωμά της στην επιλογή ακόμη και αν η επιλογή αυτή σημαίνει φόνο. Και αυτό γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση τίθεται ένα ερώτημα: η ζωή του εμβρύου ή η ζωή της μητέρας; Προσέξτε ότι εδώ, η ζωή του εμβρύου είναι κυριολεκτικά η ζωή του (θα θανατωθεί), ενώ η ζωή της μητέρας είναι μεταφορικά η ζωή της. Είναι η ζωή της ιδωμένη ως αυτό το σύνολο επιλογών και αποφάσεων που θα την καθορίσουν. Επίσης, προσέξτε ότι δεν λέω «γονιμοποιημένου ωαρίου», που σαν ορολογία ήδη θέτει την ωρολογιακή βόμβα της κατάρριψης της θέσης κατά της άμβλωσης, αλλά λέω «εμβρύου». «Εμβρύου» από την πρώτη στιγμή της σύλληψης. Στο ερώτημα αυτό λοιπόν, πρέπει η γυναίκα να μπορεί να επιλέξει ακόμη κι αν γνωρίζει ότι σκοτώνει έναν άνθρωπο όχι για να μείνει ζωντανή κυριολεκτικά, αλλά μεταφορικά. Και πρέπει να μπορεί να το κάνει αυτό γιατί αυτό είναι το τίμημα της επιλογής. Και πρέπει να μπορεί να το κάνει αυτό γιατί αυτή η επιλογή σημαίνει ελευθερία, αυτονομία, αξιοπρέπεια, και ισότητα απέναντι στον άνδρα που έχει πάντα τη δυνατότητα να αλλάζει γνώμη και να αποχωρεί μεσούσης της εγκυμοσύνης. Γιατί πίσω από τα επιχειρήματα των pro-lifers, των υποστηρικτών της απαγόρευσης των αμβλώσεων, κρύβονται πάντοτε αυτοί που υποσκάπτουν και διαβάλλουν και εποφθαλμιούν την ελευθερία της γυναίκας στην επιλογή της, εξυφαίνοντας στον μανδύα μιας γενετικής νομοτέλειας της φύσης τη μετουσίωσή της όχι μόνο σε σκεύος ηδονής αλλά και σε σκεύος κυοφορίας. Πίσω από τις συζητήσεις για το δημογραφικό, ή τα δικαιώματα του εμβρύου, ή του δώρου του Θεού, ή του θαύματος της ζωής ελλοχεύουν τα πλοκάμια μιας άτεγκτης πατριαρχίας. Ακριβώς λοιπόν επειδή στον κοινωνικό στίβο αυτή η γενετική νομοτέλεια της εγκυμοσύνης του θηλυκού συνιστά πολλές φορές μειονέκτημα, η γυναίκα πρέπει να έχει το δικαίωμα στην επιλογή ακόμη και αν γνωρίζει, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι φονεύει έναν άνθρωπο. Το διακύβευμα στο ερώτημα «η ζωή του εμβρύου ή η ζωή της μητέρας;» θα πρέπει να είναι η ελευθερία της επιλογής. Η αυτονομία και η αξιοπρέπεια της γυναίκας είναι το χαρτί που θα πρέπει να μπορεί εξαγοράζει ακόμη και αυτό τον φόνο. Όποιος φρίττει απέναντι σε κάτι τέτοιο ας αναλογιστεί ότι πολιτισμός σημαίνει επιλογές και ελευθερία. Και επιλογές και ελευθερία χωρίς αίμα στα χέρια μας ελάχιστες φορές έχουμε βιώσει στην ιστορία μας ως είδος.