Σχολιάζοντας τη φωτογραφία του Κώστα Μπακογιάννη με τον χρυσαυγίτη Σπύρο Γιαννάτο στον Άγιο Παντελεήμονα, θα πάρω το πιο καλοπροαίρετο και ευνοϊκό, για τον πρώτο, σενάριο. Παρά τον κίνδυνο να αποδειχθείς αφελής, έχει, έτσι, περισσότερη ουσία ο πολιτικός διάλογος και η αντιπαράθεση: όταν παίρνεις την καλύτερη εκδοχή για τον αντίπαλο και τη δυσκολότερη για σένα. Προχωράω λοιπόν με χρονική σειρά.
Σημείο πρώτο. Ας δεχτούμε ότι ο Σπ. Γιαννάτος συνάντησε τυχαία τον Κ. Μπακογιάννη, χωρίς προσυνεννόηση, και ότι ο δεύτερος δεν ήξερε ποιος είναι, όπως λέει ο υποψήφιος δήμαρχος. Σύμφωνοι. Πράγματι, μπορεί να συμβεί (ακόμα ακόμα και να του την είχε στήσει ο χρυσαυγίτης, για να φωτογραφηθεί μαζί του).
Σημείο δεύτερο. Ο Κ. Μπακογιάννης ανεβάζει τη φωτογραφία με τον χρυσαυγίτη στο facebook, επειδή εξακολουθεί να μην ξέρει ποιος ήταν ο «συνοδοιπόρος» του τού Αγ. Παντελεήμονα ή επειδή δεν θέλει να αποκρύψει το γεγονός. Και πάλι σύμφωνοι. Άλλωστε τις φωτογραφίες δεν θα τις ανεβάζει κατά τεκμήριο ο ίδιος, αλλά κάποιοι συνεργάτες του.
Σημείο τρίτο. Παρά τη φασαρία που ξέσπασε, ο Κ. Μπακογιάννης δεν κατέβασε τη φωτογραφία. Μπορεί να το έκανε γιατί ό,τι ανεβαίνει, δεν κατεβαίνει, μένει εκεί, μαζί με τις κριτικές και τα σχόλια. Σύμφωνοι, ξανά. Η λογική αυτή, αν ισχύει, είναι σεβαστή.
Σημείο τέταρτο. Έπειτα από όλα αυτά, ο Κ. Μπακογιάννης τοποθετήθηκε με μια δήλωση. Η ουσία της, με λίγα λόγια, είναι: α) ότι στην αυτοδιοίκηση η πολιτική γίνεται στους δρόμους και εκεί, όταν συναντάς ανθρώπους, δεν τους ζητάς «πιστοποιητικά πολιτικών φρονημάτων» β) ότι όσον αφορά τη ΧΑ «τον φασισμό τον τρέφει η εγκατάλειψη στην οποία έχει καταδικάσει την πρωτεύουσα η πολιτεία». Εδώ όμως τελειώνουν τα «σύμφωνοι». Όσο υπερπλεόνασμα καλής διάθεσης να έχει κανείς, η δήλωση αυτή δεν καταπίνεται με τίποτα.
Πρώτα απ’ όλα, η δήλωση υποτιμά τη νοημοσύνη μας. Αν ο Κ. Μπακογιάννη είχε φωτογραφηθεί –επιτρέψτε μου το στερεότυπο– με τον Βαγγέλη Ρωχάμη (ο οποίος φαντάζει στα μάτια μου πρότυπο ενάρετου ανδρός και χρηστού πολίτη σε σύγκριση με τον χρυσαυγίτη) δεν υπήρχε καμιά περίπτωση να έλεγε όλα αυτά τα παχιά λόγια περί «δρόμων» και φρονημάτων κλπ. κλπ. Ή αν είχε φωτογραφηθεί κατά τύχη –όχι μαζί με μέλος, αλλά– δίπλα σε μια αφίσα των –ξερωγώ– «Λυσσασμένων Αναρχικών». Με σπουδή (αν όχι με λύσσα…) θα είχε καταδικάσει και θα είχε διαχωριστεί. Και σίγουρα δεν θα είχε ανεβάσει ο ίδιος τη φωτό!
Αυτές τις δύο λέξεις ο Κ. Μπακογιάννης πρέπει να τις πει, ακόμα και τώρα. Και πρέπει να του το ζητάμε επιτακτικά. Θα αναρωτιέστε ίσως τι καούρα με έπιασε, Σάββατο βράδυ, με την αυτοδυσφήμιση του Κώστα Μπακογιάννη.
Πρώτον, και λιγότερο σημαντικό, δεν πιστεύω ότι τα πρόσωπα είναι άνευ σημασίας. Το βρίσκω απογοητευτικό λοιπόν, επειδή έχω περισσότερες απαιτήσεις από έναν πολιτικό με το συγκεκριμένο προφίλ: που αποφεύγει την πόλωση, δείχνει μετριοπάθεια στον πολιτικό του λόγο και έχει εκφράσει θέσεις προχωρημένες για τον χώρο του (λ.χ. υπέρ του πολιτικού γάμου των ομοφυλόφιλων). Η φωτογραφία με τον Σπ. Γιαννάτο (που είχε πλούσια “ακτιβιστική” δράση) δίπλα του, και ειδικά στον Άγιο Παντελεήμονα που οι νεοναζί είχαν μετατρέψει σε ορμητήριό τους, είναι μια διαρκής δυσφήμιση του ίδιου και των όσων υποστηρίζει.