Ένα, κανένα, και εκατό χιλιάδες προφίλ
31-08-2019

“You have one identity. […] The days of you having a different image for your co–workers and for the other people you know are probably coming to an end pretty quickly. […] Having two identities for yourself is an example of a lack of integrity.”
Mark Zuckerberg

Το Ένας, Κανένας, και Εκατό Χιλιάδες τού Λουίτζι Πιραντέλο είναι ένα βιβλίο που είχα διαβάσει αποσπασματικά, κυρίως μέσα από σχόλια και παραπομπές άλλων συγγραφέων. Το διάβασα όμως εξ ολοκλήρου πριν από λίγες μέρες. Το Ένας, Κανένας, και Εκατό Χιλιάδες είναι η πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενός νεαρού άνδρα, του Βιτάντζελο Μοσκάρντα, που ανακαλύπτει ένα πρωί, από ένα σχόλιο της γυναίκας του, ότι η μύτη του είναι στραβή. «Σιγά το πρόβλημα!», θα πείτε. Κι όμως. Ο Πιραντέλο, με αφετηρία αυτή την αθώα παρατήρηση θα ξεδιπλώσει μια ευσύνοπτη φιλοσοφική πραγματεία για να μας πείσει ότι κανένας δεν έχει γνώση κανενός, του εαυτού μας μη εξαιρουμένου.

Αν εγώ, λέει ο Μοσκάρντα, δεν είχα προσέξει ότι η μύτη μου είναι στραβή, τότε αναλογιστείτε πόσα άλλα πράγματα δεν έχω προσέξει για τον εαυτό μου. Πόσα άλλα χαρακτηριστικά και ιδιότητες, πιο ουσιαστικές από το σχήμα της μύτης μου. Πόσα άλλα χαρακτηριστικά και ιδιότητες δεν έχω προσέξει σε διάφορες εκφάνσεις της προσωπικότητάς μου. Και αν εγώ, συνεχίζει ο Μοσκάρντα, δεν έχω μια συγκροτημένη και αντικειμενική εικόνα για το ποιός είμαι, φανταστείτε τι συμβαίνει με τους ανθρώπους που συναναστρέφομαι. Η γυναίκα μου, οι φίλοι μου, οι συνεργάτες μου, ο κάθε ένας από αυτούς φαίνεται να έχει σχηματίσει μια εικόνα, διαφορετική για τον καθέναν, για το ποιός είμαι τελικά εγώ. Μια εικόνα που διαφέρει, ή δύναται να διαφέρει, παρασάγγας από τη δική μου επίσης ελλειπτική εικόνα για τον εαυτό μου. Ο ήρωας του βιβλίου, ο Βιτάντζελο Μοσκάρντα, θα μπει σε μια λογική που θα τον οδηγήσει σε έναν ιδιότυπο σολιψισμό: ο Μοσκάρντα καταλήγει, αντί να υπάρχει μόνο ο ίδιος και η συνείδησή του, να μην υπάρχει τελικά ούτε καν ο ίδιος.

Η πιραντελική πρόζα συνιστά ιλαροτραγωδία ολκής που προσφέρεται για νοητικούς  ακροβατισμούς. Υπάρχει ψήγμα αλήθειας στα λεγόμενα του Πιραντέλο; Πράγματι κανένας δεν γνωρίζει κανέναν, και κανένας δεν δύναται να γνωρίσει κανέναν; Όσο κι αν θέλει κάποιος να πιστέψει στον συλλογισμό του Πιραντέλο, γιατί μπορεί πολλές φορές να έχει νιώσει ότι συστηματικά και σε βάθος χρόνου παρεξηγείται ή ότι δεν γίνεται κατανοητός, δεν χρειάζεται παρά να αντιπαραθέσει την υφιστάμενη κατάσταση των πραγμάτων για να διαπιστώσει ότι δεν είναι και τόσο εύκολο να γενικεύσει κάποιος αυτό το πιραντελικό συναίσθημα ασυννενοησίας ή παρεξηγήσεων διαρκείας έτσι ώστε να διαχέεται και να καλύπτει το σύνολο των υποκειμένων του κόσμου μας. Η επιστημονική αλλά και ηθική πρόοδος που έχει συντελεστεί στον κόσμο μας, όταν τελικά καταφέρνουμε να εξαερώνουμε τους διαύλους επικοινωνίας μας από τον αέρα των υποκειμενικών ιδιοσυγκρασιών μας και να ομιλούμε τη γλώσσα της επιστήμης, φανερώνει ότι τελικά δύναται να υπάρξουν εξαιρετικά εποικοδομητικά είδη επικοινωνίας, γνώσης, και επαφής. Αλλά βέβαια, σε αυτή την παρατήρηση ,θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος ότι δύναται κάλλιστα να υπάρχει και η αντίστροφη ανάγνωση: είναι ακριβώς η υφιστάμενη κατάσταση των πραγμάτων, όλα τα δεινά που μας κατατρέχουν, που οφείλεται λίγο πολύ στη μνημειώδη ασυνεννοησία που συνεχίζει να κυριαρχεί αναμεταξύ μας. Ασυνεννοησία, που, κάποιος με πιραντελικές ορέξεις, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι οφείλεται ακριβώς στη γλώσσα της επιστήμης που είναι μια κατ’ εξοχήν πιραντελική γλώσσα με θέα από παντού ή από το πουθενά (που λίγο πολύ σημαίνει το ίδιο πράγμα). Όλες οι απόπειρες μιας πρωτοπρόσωπης επιστήμης, μιας επιστήμης που θα λάμβανε υπόψη της τις υποκειμενικές ιδιοσυγκρασίες μας, παραμένει μέχρι στιγμής καταδικασμένη σε αποτυχία. Μέσα στην επιστημονική αλλά και ηθική πρόοδο το υποκείμενο παραμένει υποχρεωμένο να αυτοπροσδιορίζεται, καθώς ετεροπροσδιορίζεται, (τοπο)θέτοντας εαυτόν σε προκαθορισμένα και επιστημονικώς αποδεκτά καλούπια.

Το πιραντελικό μυθιστόρημα δεν γράφτηκε για να κατακτήσει τα υψίπεδα μιας φιλοσοφικής θεωρίας. Ο συγγραφέας, μέσα από την ξέφρενη πορεία του ήρωά του προς την τρέλα (που τελικά μόνο τρέλα δεν είναι) σκιαγραφεί τις προϋποθέσεις για την υπέρβαση αυτού του ακραιφνούς υποκειμενισμού μέσα από την αμφιβολία για τις σιγουριές του καθενός που με τη σειρά της (η αμφιβολία) συνιστά τη βάση για τη μοναδική δυνατότητα γνώσης που υπάρχει. Αντιστρόφως, ο Πιραντέλο υπαινίσσεται ότι ο σίγουρος τρόπος για να μείνει κάποιος εγκλωβισμένος στις απόψεις του, και άρα νομοτελειακά στην άγνοια, είναι να ασπάζεται αμετάβλητες αλήθειες.

Η πιο γνήσια εφαρμογή της βασικής ιδέας του βιβλίου, που εκδόθηκε το 1925, βρίσκει τον κατοπτρισμό της στο σημερινό κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Το ότι τόσο πολλοί συντηρούν σήμερα προφίλ σε διάφορες πλατφόρμες, Twitter, Instagram, LinkedIn, Tinder, όπου σε καθεμιά από αυτές προβάλλουν διαφορετικά χαρακτηριστικά και ιδιότητες των προσωπικοτήτων τους, συνιστά τον πραγματικό κατακερματισμό της προσωπικότητας που ο πιραντελικός ήρωας βιώνει για τον εαυτό του. Η κομβική διαφορά ανάμεσα στο βιβλίο και το τώρα είναι ότι ο σημερινός κατακερματισμός είναι επιπρόσθετος στον πιραντελικό, και ηθελημένος. Μέσα σε αυτό τον κόσμο λοιπόν, όχι μόνο ο καθένας χτίζει και προβάλλει την προσωπικότητα που επιθυμεί και μπορεί να υποστηρίξει, αλλά με έναν αυθεντικό πιραντελικό τρόπο, τελικά, οι άλλοι προσλαμβάνουν από αυτή την προσωπικότητα αυτά που θέλουν.

Όταν ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ μιλούσε, το μακρινό 2010, για τη λογική τής μίας ταυτότητας (one identity), και αργότερα, το 2014, όταν το Facebook επέβαλε υποχρεωτικά την κατάργηση των φέικ προφίλ, δεν είχε μάλλον υπόψη του πόσο έμοιαζε και μοιάζει η πολιτική της εταιρείας στις απώτερες βλέψεις του Βιτάντζελο Μοσκάρντα, του ήρωα του Πιραντέλο, που προσπαθεί μέχρι τελικής κατάρρευσης να δημιουργήσει μια στιβαρή, σταθερή, συνεπή προσωπική ταυτότητα που θα αποτελείται από εκείνα τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες που εκείνος θέλει να βλέπουν οι άλλοι σε εκείνον, αλλά, και κυρίως, τα χαρακτηριστικά που θέλει εκείνος να βλέπει στον εαυτό του. Η προσπάθεια του Μοσκάρντα να απεκδυθεί αυτά που του έχει προσάψει ο περίγυρός του, ενώ παράλληλα αποπειράται να ανακαλύψει τι ο ίδιος προσάπτει στον εαυτό του, τον οδηγεί σε μια ιδιότυπη κατάσταση απώλειας του εγώ του. Ο Μοσκάρντα στο τέλος βρίσκει την προσωπικότητα του. Αλλά τη βρίσκει πώς; Ο Πιραντέλο με το μεταιχμιακό χιούμορ που τον διακρίνει, μεταιχμιακό καθότι ενδημεί ακριβώς στο όριο ανάμεσα στο υποκειμενικό και το αντικειμενικό, προβάλλει ως λύση στο αδιέξοδο του ήρωά του μια εις άτοπον απαγωγή (ένα reductio ad absurdum) στο οποίο η απάντηση είναι μια άχρονη ά-χωρη βιολογική επιβίωση που δεν περιέχει καμία έννοια ιστορικότητας και προσωπικότητας καθότι απουσιάζει από αυτήν το βαρίδι τού εγώ. Ο Πιραντέλο, στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου προσφέρει μια σχεδόν βουδιστική θεώρηση των πραγμάτων όπου ο ήρωας του, ο Βιτάντζελο Μοσκάρντα, διαχέεται μακαρίως στον κοινωνικό και φυσικό του περίγυρο. Και τελικά, αυτή η εμμονή του facebook, στην αυθεντικότητα των στοιχείων που προσδιορίζουν τον κάθε χρήστη ενδέχεται να έχει το ίδιο αποτέλεσμα: τη διάχυση του εγώ μας στον κοινωνικό και φυσικό περίγυρό του μέσω του ψηφιακού, μοναδικού, αποτυπώματός μας. Η πιραντελική εις άτοπον απαγωγή, αυτό το reductio ad absurdum, τελικά, αποδεικνύεται όχι και τόσο άτοπη. Είναι ακριβώς αυτό το ά-χωρο άχρονο αποτύπωμά μας που θα πλανάται επ’ άπειρον στον κυβερνοχώρο ακόμα και όταν θα είμαστε ο κανένας. Ειδικά όταν θα είμαστε ο κανένας.