Ubu roi
Ωχρά απομίμησις Κράτους
14-03-2020

Ήταν αυγούλα μαύρη πίσσα «κι εγώ καθάριζα σαρδέλες» (παραλλαγή ατάκας του Κώστα Δούκα, της κακομοίρας). Εξυπνώ, αρχινάω ζάπηνγκ, πέφτω στο κανάλι της Βουλής, το μόνο που μπορεί να σε ξαναρίξει σε λήθαργο, και πέφτω σε μια Επιτροπή που διερευνούσε το θέμα των νέων προσλήψεων στο Λιμενικό Σώμα.

Η μεγάλη Αίθουσα περιείχε επαρκή δειγματοληψία των κοινωνικών τάξεων της χώρας. Και αν άκουες τι έλεγαν, καταλάβαινες πως υπήρχαν και άτομα που δεν τα τσάκωνε η εικόνα, αλλά φρόντισαν να παραστούν και να ομιλήσουν όπως εκειός ο Κρίτων Αρσένης ο καρηκομόων και τόσο, μα τόσο μπήγων το μαχαίρι στο κόκκαλο. Ποιο μαχαίρι δηλαδή, ματσέτα θα εκράτει.

Κατά τα άλλα, ήσαν όλοι οι φέροντες τον τίτουλον του «φορέως». Ήτουνε οι ένστολοι, πολιτικά φορώντες αλλά με τον τρόπο που τα εφόρουν δίδασκαν την καταγωγήν των, ήσαν πολιτικοί υπάλληλοι, κατευθείαν από βουλευτικά γραφεία, ήσαντε καραβοκυραίοι, λιμενικά ταμεία, κάτι σύνδεσμοι νησιωτικής πολιτικής με ειδικόν ένεμα εκ Κρήτης και φυσικά, βουλευταί και υπάλληλοι της Βουλης, όχι όμως ο νερουλάς της που θα φέρνει  την ποτήρω αιωνίως, αλλά μόνον επί του φοβερού βήματος.

Πρόλαβα μια εξεγερμένη νεοεπιλεχθείσα που πήγαινε ροδάνι η γλώσσα, τα ήθελε όλα και κυρίως εξομοίωση με τις παλιοσειρές, αυτά που έλεγε, αν ήμουν υπουργός, θα προτιμούσα να έρθουν αντικαταστάτες της από την Γροιλανδία, αλλά μετά είπα άσε, αυτοί κσέρουν καλύτερα. Την τσακπίναν άδειασε ο εξ ενστόλων υπάλληλος ανασηκώνοντας το δεξί φρύδι, οι καπεταναίοι ήσαν ογκώδεις με λεπτά χαρακτηριστικά, και έμοιαζαν να έρχονται από γραφειούκλες, ήταν και άλλοι πολλοί ώσπου σταμάτησα να βλέπω και έβαλα τον τρίτον οφθαλμόν, τον του μέλλοντος, που διαθέτω τοποθετημένον στο δοξαπατρί και πανθομολογουμένως, τα πανθ΄ορά, ως πάνθηρ.

Οι πληθυσμοί της Βουλής ήτονε συνασπισμένοι, μακριά τα μελέτια των, πλην οι ομοίας προελεύσεως ήταν κολλητά ο ένας στον άλλον. Παρανομούσαν προφανώς, διότι οι περισσότεροι ήταν ώμο – ώμο, με τις βάτες ενσωματωμένες. Ένας να είχε τον κορονοϊό, σε πεντε μέρες θα βηχούσανε όλοι και με δέκατα, κι έπειτα σε κάποια ΜΕΘ ή στο σπιτικό των. Πήγαιναν για πνευμονίες και γρίππην άπαντες. Δεν κάθησε η Επιτροπή άπλα άπλα, αραία αραία να φαινόμαστε καμιά σαρανταρέα, αλλά ωσάν συνασπισμένοι ορεσίβιοι που κατεβαίνουν σπανίως στην Έδρα του Γκουβέρνου, δύσπιστοι σε τόγες, σε μεγαλογράμματες ρόμπες και σε ψαλλιδόκωλες ενδυμασίες.

Άλλαξα κανάλι κι έπεσα σε δύο περιπτώσεις: ένας εξηγούσε πως τέρμα τα νεκροφιλήματα και οι τεθνεώτες θα εθάπτοντο άκλαυτοι και αόρατοι τοις συγγενέσιν, ενώ ο άλλος κλαιγόταν πως η χώρα είχε κλειστά θέατρα και άλλα ιδρύματα, αλλά τα κουτούκια, τα στέκια, οι μπάρες, τα τσιπουράδικα, η καφετήριες, οι φρέδδοι και οι μακκιάτοι ήσαν ελεύθεροι εις την νεολαίαν και στα γεροντάματα.

Οι λιμενικοί θα μείνουν μαρμαρωμένοι στις λευκές στολές των, οι πολιτικοί υπάλληλοι θα αναπαριστούν την Γυναίκα της Ζάκυθος με τα δάχτυλα να παίζουν στο φιλιατρό μετρώντας πότε είναι η Καλημπάτσκα (Καλον Πάσχα παρ΄εντοπιοις) και πόθεν του Αγίου Πνεύματος και το ΕΚΑΒ θα έχει δουλειά στην Βουλή, λήγοντος του Μαρτίου.

Εξάλλου, η ίδια Βουλή, παρέμεινε ολιγάνθρωπος και σωστά κατανεμημένη, ότε κατελήφθη υπο άκρως επισήμων όντων, Προεδρίας της Δημοκρατίας χάριν.