Πόσοι άραγε ήξεραν και θυμόντουσαν από μόνοι τους, πριν το διαβάσουν ή το ακούσουν από τους δημοσιογράφους, ότι η Λιθουανία ήταν η φιναλίστ στα δύο προηγούμενα Ευρωμπάσκετ; Ας σκεφτούμε να είχαμε παίξει εμείς δυο σερί τελικούς Ευρωμπάσκετ. Δεν θα θεωρούσαμε ότι o κόσμος μας ανήκει, δεν θα θεωρούσαμε ότι αυτό μας καθιστά μια τεράστια ευρωπαϊκή δυναστεία, δεν θα θεωρούσαμε εν πάση περιπτώσει ότι είναι ένα επίτευγμα γνωστό σε όλους; Ακόμη και όταν το θυμηθήκαμε όμως, δεν συνυπολογίστηκε και τόσο στη συνολική εικόνα. Η Λιθουανία ήταν φαβορί επειδή εμείς ήμασταν στην πρώτη φάση χάλια. Αν είχαμε πάει στην πρώτη φάση καλά, έλα μωρέ ποια Λιθουανία, έλα μωρέ τι σημαίνει φιναλίστ των δυο τελευταίων διοργανώσεων. Έχουμε τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας στο μπάσκετ, που μπορούμε να υποτιμήσουμε όχι μόνο όσους στέκει κατ’ αρχάς να θεωρούμε κατώτερους μας, όχι μόνο όσους σαν τη Λιθουανία είχαν επιτυχίες που εμείς δεν είχαμε τα τελευταία χρόνια, έχουμε τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας, που όταν τα παλιά καλά χρόνια της Εθνικής, έπαιζαν όλοι και ήταν όλοι στα ντουζένια τους, κι ο Διαμαντίδης κι ο Σπανούλης κι ο Παπαλουκάς κι ο Ζήσης και η Ισπανία είχε σερί νικών με μεγάλες διαφορές, σερί νικών που μας κέρδιζε για πλάκα, και πάλι δυσκολευόμασταν να δεχτούμε ότι αυτοί οι τύποι είναι μια και δυο κλάσεις πάνω από εμάς. Υπό αυτή την έννοια έπρεπε μάλλον να φτάσουμε φέτος στον πάτο του πηγαδιού, έπρεπε να χωνέψουμε όλοι ότι δεν είμαστε αυτοί οι φοβεροί και τρομεροί που νομίζουμε ότι είμαστε, ώστε να σπάσει επιτέλους το κακό σπυρί της μεγάλης ιδέας για τον εαυτό μας, και να αρχίσουμε να παίζουμε όπως μπορούμε, το οποίο στην περίπτωση ορισμένων παικτών μπορεί όντως να μεταφραστεί σε φοβερά και τρομερά.
Φοβερά και τρομερά
10-09-2017