Για να διαφωνήσουμε με κάποιον θα πρέπει κάπου, σε κάτι, να συμφωνούμε. Το αν το ποτήρι είναι μισοάδειο ή μισογεμάτο, για παράδειγμα, όσο δύσκολο κι αν αποδειχθεί τελικά το διακύβευμα, έχει σαν αρχή του το ποτήρι. Τουλάχιστον συμφωνούμε, έστω σιωπηρά, ότι υπάρχει ένα ποτήρι στη μέση. Και το ποτήρι είναι αυτό που μας ενώνει και πιάνουμε τη συζήτηση. Έτσι και η περίπτωση του Γάλλου συγγραφέα, Γιάν Μουά. Όσο και να διαφωνούμε με όσα είπε, κάπου υπάρχει κάτι με το οποίο συμφωνούμε, κάτι που μας κάνει να καθόμαστε στο τραπέζι των συζητήσεων. Κάπου υπάρχει κι εδώ ένα ποτήρι. Το επίμαχο σημείο της συνέντευξης του Μουά στο περιοδικό είναι το «Προτιμώ τα σώματα νεαρότερων γυναικών, αυτό εννοώ. Το σώμα μιας 25χρονης είναι εντυπωσιακό. Το σώμα μιας 50χρονης δεν είναι καθόλου εντυπωσιακό». Η συγκεκριμένη δήλωση δεν είναι καθόλου εντυπωσιακή. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι ο Μουά τράβηξε τόση προσοχή με μια τόσο τετριμμένη δήλωση. Και εδώ κολλάει και η αναφορά στο ποτήρι. Τι ήταν αυτό που είδε τόσος κόσμος και κάθισε στο τραπέζι των συζητήσεων για να σχολιάσει τις προτιμήσεις ενός μάλλον αδιάφορου συγγραφέα; Γιατί δεν αδιαφόρησαν όλοι απέναντι στο όνειδος μιας τέτοιας δήλωσης;
Το επίμαχο απόσπασμα προέρχεται από συνέντευξη που έδωσε ο Μουά στο Marie Claire. Στο Marie Claire που διαβάζεται κυρίως από γυναίκες άνω των 35 ετών. Πάει δηλαδή ο Μουά και λέει, κατάμουτρα, στις 35+, ότι το σώμα της 50χρονης δεν είναι εντυπωσιακό ενώ της 25χρονης είναι, και η αρχισυνταξία του περιοδικού κρίνει ότι αυτό θα περάσει στο ντούκου. Και φυσικά, ο άνθρωπος που σκέφτηκε τη συνέντευξη και τις επίμαχες δηλώσεις, και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα αυτός να είναι ο ίδιος ο Μουά, τρίβει τα χέρια του. Τι καλύτερο για την προώθηση ενός νέου βιβλίου και για τα φύλλα του περιοδικού από ένα σάιμπερ μαλλιοτράβηγμα όπου πενηντάχρονες ποστάρουν τα καλοσχηματισμένα οπίσθιά τους, όπου γράφονται διάπυρα λογύδρια από διάσημους και μη για τη δύναμη της αγάπης, για την αλήθεια πέρα και πάνω από τα γερασμένα σώματα, για την ανωριμότητα του Μουά, για το πόσο σέξι είναι τα γεροντόπαχα, κλπ, κλπ. Σκηνικό που το κοιτάζεις λίγο από απόσταση και σου έρχεται κλαυσίγελος.
Αλλά ας δούμε λίγο πιο προσεκτικά την κίνηση αυτή του Μουά γιατί θεωρώ ότι κρύβει κάτι πολύ ενδιαφέρον. Ο Μουά, για όποιον έχει στοιχειώδη γνώση ενός άλλου Γάλλου συγγραφέα, του Μισέλ Ουελμπέκ, θυμίζει με τις δηλώσεις του τον Ουελμπέκ. Για την ακρίβεια θυμίζει ένα κακέκτυπο του Ουελμπέκ. Και συνιστά κακέκτυπο του Ουελμπέκ ο Μουά γιατί βγήκε και έκανε τη δήλωση ως Μουά, ενώ ο Ουελμπέκ, περνάει παρόμοιες, και πολύ σκληρότερες, θέσεις μέσω των μυθιστορημάτων του. Η κίνηση του Μουά να δοκιμάσει να τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας με μια δήλωση, που αν δεν είναι και τόσο ακραία πάντως σίγουρα δε συνάδει με το περιρρέον χαμηλό βαρομετρικό της πολιτικής ορθότητας, εμπεριέχει κάτι που ο Ουελμπέκ έχει υπογραμμίσει στο μυθιστόρημά του «Η Δυνατότητα ενός Νησιού».
Η θανάτωση της ηθικής είχε γίνει ένα είδος τελετουργικής θυσίας, αναπαράγοντας την επαναβεβαίωση των κυριάρχων αξιών της ομάδας. […] Αν η ρευστοποίηση των συμπεριφορών που απαιτούσε μια αναπτυγμένη κοινωνία ήταν ασύμβατη με έναν κανονιστικό κατάλογο περιοριστικών συμπεριφορών, συμβιβαζόταν ωστόσο θαυμάσια με τη διαρκή εξύψωση της βούλησης και του εγώ. Οποιαδήποτε μορφή βαρβαρότητας, κυνικού εγωισμού ή βίας ήταν, συνεπώς, καλοδεχούμενη. (Η Δυνατότητα ενός Νησιού, 49)
Ο Ουελμπέκ αναφέρεται εδώ σε μια εποχή σαν και τη δική μας. Περιγράφει την πραγματικότητα που ζούμε και σκιαγραφεί γλαφυρότατα μια περίπτωση σαν και του Μουά. Η βαρβαρότητα της δήλωσής του είναι λοιπόν κατά βάθος καλοδεχούμενη γιατί επαναβεβαιώνει τις κυρίαρχες αξίες της ομάδας: τη διαρκή εξύψωση της βούλησης και του εγώ. Πίσω από την επιφανειακή χλεύη προς τις δηλώσεις Μουά βρίσκεται ο κυνισμός της επιδοκιμασίας από ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που συνειδητοποιεί πολύ καλά τι ακριβώς είμαστε. Επιδοκιμασία που πιθανότατα θα εξαργυρωθεί και στις πωλήσεις του τελευταίου βιβλίου του Μουά. Επιδοκιμασία που θα συνεχίσει να εξαργυρώνεται όσο κάθε πενηντάχρονη και πενηντάχρονος θα υποβάλλουν τον εαυτό τους στον εξευτελισμό των δοκιμασιών που σκοπό έχουν να τους κάνουν να φαίνονται πιο θελκτικοί, πιο ερωτικοί, πιο όμορφοι. Γιατί πίσω από τα διάπυρα λογύδρια, των και καλά πεφωτισμένων του είδους μας, για τη δύναμη των αληθινών συναισθημάτων, η πενηντάχρονη, και η σαραντάχρονη, και η τριαντάχρονη, και η εικοσάχρονη (και αυτά ισχύουν και για το αρσενικό) θα συνεχίσουν να προσπαθούν να είναι ποθητοί όπως μόνο αυτοί ξέρουν (με φίλτρα, με μπότοξ, με πλαστικές, με αναρρόφηση, με κρυόλυση, με οξυγονοκόλληση).
Ο Μουά λοιπόν γίνεται ένας ουελμπεκικός ήρωας που, φευ, δεν είναι σχεδιασμένος από το δεινό χέρι του Ουελμπέκ αλλά από την πεζή πραγματικότητα. Είναι όμως στο μυθιστόρημα, και μόνο στο μυθιστόρημα, που ο άνθρωπος συλλαμβάνεται ως απέραντο μυστήριο, ενώ στην πεζή πραγματικότητα, συνήθως, συλλαμβάνεται ως απέραντος μαλάκας. Έτσι, είναι ο Ουελμπέκ αυτός που εγκιβωτίζει τις συμπεριφορές και τις δηλώσεις α λα Μουά σε μια αφήγηση που βρίσκεται μέσα σε ένα μυθιστόρημα και, συγκεκριμένα, σε μια αφήγηση που διαβάζεται χίλια περίπου χρόνια μετά τη σημερινή εποχή. Ο Ουελμπέκ αποτυπώνει διαρκώς στα βιβλία του το αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου καθώς αυτός συμφιλιώνεται με τα πιο μύχια κομμάτια της προσωπικότητάς του, και διαρκώς κοιτάζει, ο Ουελμπέκ, προς την υπέρβαση αυτού του είδους ανθρώπου. Ο Ουελμπέκ, για να σας γυρίσω στο αινιγματικό ποτήρι του τίτλου και της αρχής, περιγράφει, τόσο στο «Η Δυνατότητα ενός Νησιού», όσο και στο «Τα Στοιχειώδη Σωματίδια», έναν κόσμο που απέναντι στον πρότερο εαυτό του δε θα μπορεί καν να βρει κοινό σημείο, δεν θα μπορεί καν να δει το ποτήρι για να συνδιαλεχθεί με τον υποτιθέμενο αντίπαλό του.
Ποιο είναι σήμερα το ποτήρι, αν επιμένετε να κάνετε ότι δεν το βλέπετε; Ας σας αφήσω με τα λόγια του Ουελμπέκ, που μέσα από το στόμα του ήρωά του, ενός πολύ πιο εύγλωττου Μουά, λέει:
[…] πιθανόν δεν έχω κάνει ποτέ πραγματική συζήτηση με άλλον εκτός από γυναίκα που αγαπούσα, και στο βάθος μού φαίνεται φυσιολογικό ότι η ανταλλαγή ιδεών με κάποιον που δεν γνωρίζει το σώμα μας, που δεν είναι σε θέση να του προκαλέσει δυστυχία ή, αντίστροφα, να του δώσει χαρά, είναι άσκηση κίβδηλη και τελικά ανέφικτη, γιατί είμαστε σώματα, είμαστε πάνω απ’ όλα, πρωτίστως και σχεδόν αποκλειστικά σώματα και η κατάσταση του σώματός μας αποτελεί την πραγματική αιτία των περισσότερων από τις διανοητικές και ηθικές μας αντιλήψεις. (Η Δυνατότητα ενός Νησιού, 210)