Το Θέατρο των Γιορτών
21-12-2019

Από κάποια ηλικία και πάνω, δεν ξέρω ακριβώς ποια, ποικίλει από περίπτωση σε περίπτωση, οι γιορτές των Χριστουγέννων ενέχουν και θέατρο. Τι είδους θέατρο; Εδώ οι απόψεις διίστανται. Αν έχεις παιδιά ή βρεθείς σε περιβάλλον που ενδημούν παιδιά τότε το θέατρο έχει να κάνει με αυτές τις “αθώες” παραστάσεις που αναμένεται να δώσει κάποιος προς τέρψιν των ανηλίκων που φυσικά βιώνουν όλο αυτό το δρώμενο όχι ως θέατρο αλλά ως πραγματικότητα, ακόμη και όταν γνωρίζουν ότι κάποια πράγματα δεν ανήκουν στη σφαίρα του αληθινού. Η περίφημη φράση εξάλλου «ο Άγιος Βασίλης δεν υπάρχει» πρέπει να σηματοδοτεί και το πέρασμα (rite of passage) από την παιδική στην προεφηβική ηλικία. Δεν είμαι βέβαια σίγουρος ότι τα παιδιά δεν γεννιούνται σήμερα με αυτό το extension προεγκατεστημένο. Δηλαδή, δεν ξέρω αν γεννιούνται σήμερα παιδιά, γιατί παίζει πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο να γεννιούνται προέφηβοι ή, στην καλύτερη, η προεφηβεία να αρχίζει στην τρυφερή ηλικία των τεσσάρων· δεν ξέρω.

Πέρα όμως από αυτό το θέατρο των παιδιών, πίσω από την παιδική σκηνή, απλώνεται το άλλο θέατρο των γιορτών: το θέατρο των ενηλίκων. Το αχανές, πολυεπίπεδο, διαδραστικό, σκηνοθετημένο μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, και όμως αναπάντεχα αυτοσχεδιαστικό, θέατρο των ενηλίκων. Αφορμή βέβαια γι’ αυτές τις σκέψεις, το βιβλίο του Φίλιπ Ροθ, «Το Θέατρο του Σάμπαθ», το οποίο είχα τη χαρά να ξαναδιαβάσω μετά από ακριβώς 18 χρόνια.

Αλλά τι σχέση έχει το βιβλίο τού Ροθ με το θέατρο των γιορτών; Το θέατρο των γιορτών είναι αυτό που φέρνει στην επιφάνεια, με ιδιαίτερη έμφαση, αυτό το μεγάλο θέατρο των ενηλίκων. Ένα θέατρο όπου ηθοποιός και κοινό εναλλάσσονται και αναμιγνύονται σε ένα εκρηκτικό μαντζούνι που ονομάζεται «εαυτός». Το βιβλίο του Ροθ, για να απαντήσω στην ερώτησή μου, επικεντρώνεται σε αυτό το μεγαλειώδες θέατρο που παίζουμε γενικώς και πρωτίστως, όλο τον χρόνο, για εμάς: «[…] είχε σκαρώσει στον εαυτό του την τέλεια φάρσα», (σ. 287). Ο Μίκι Σάμπαθ, ο πρωταγωνιστής του Ροθ, είναι ένας άνθρωπος που είχε βαθιά, και γι’ αυτό όχι ακριβώς συνειδητή, επίγνωση της θέσης του στον κόσμο. Ως νέος ηθοποιός συνήθιζε να ανεβαίνει στη σκηνή για να παίξει Σαίξπηρ, και είχε την προνοητικότητα να προμηθεύει τους επικείμενους θεατές του με σάπια λαχανικά. Όταν κάποιος ξεκινάει με τόση “σοβαρότητα” απέναντι στον εαυτό του, μόνο καλά πράγματα μπορεί να προσμένει. Το θέατρο των γιορτών, λοιπόν, φέρνει στην επιφάνεια, αυτή την ακατανίκητη επιθυμία μας για ηθοποιία. Και η ηθοποιία απαιτεί κοινό (πέραν του εαυτού μας). Όσο περισσότερο διεισδύουμε ως ενήλικες στον κοινωνικό ιστό, τόσο περισσότερο γίνεται επιτακτικό να παίζουμε τον ρόλο που περιμένουν οι άλλοι από εμάς. Και τελικά, χάρη στις φιλότιμες προσπάθειες των γονιών μας, των φίλων μας, των δασκάλων μας, που με τη σειρά τους έπαιξαν τους ρόλους τους, λιγότερο ή περισσότερο καλά, μαθαίνουμε κι εμείς τα λόγια μας και τη χωροταξία μας επί σκηνής. Έτσι, παίρνουμε κι εμείς τον δρόμο μας. Να μπορούμε με αξιώσεις να διδάξουμε παίζοντας, χωρίς ποτέ να παύουμε να διδασκόμαστε παρακολουθώντας. Και έτσι αρχίζει η διαρκής αντικατάσταση: το κυλιόμενο κοινό των ανθρώπων που παρευρίσκονται στις παραστάσεις μας. Νέο αίμα, απαραίτητα νέο αίμα, αλλά και φανατικοί, παλιοί θαυμαστές που μέσα από ένα κοκτέιλ σαδομαζοχισμού επιστρέφουν ξανά και ξανά για να απολαύσουν την παράσταση και να βρουν ευκαιρία να δώσουν και εκείνοι τη δική τους. Μη γελιέστε. Ο άνθρωπος, πέρα από κοινωνικό ον, είναι και κοινωνικός ηθοποιός. Δεν παίζει μόνο για την πάρτη του.

Ποιο είναι λοιπόν το εντυπωσιακό, το αξιομνημόνευτο, σε αυτό το θέατρο; Από έναν βαθμό ευφυΐας και πάνω, ο συγγραφέας, ή ο καθένας μας, θα επιδοθεί σε μια κυνική διεισδυτικότητα στην ηθοποιία του, που θα αντανακλά και θα ερμηνεύει τον περίγυρό του και τη ζωή γενικά. Αυτό, το παρατηρούμε, για παράδειγμα, και στο έργο του Ουελμπέκ όπου οι ήρωές του αποτελούν κατεξοχήν δείγματα ευφυών ηθοποιών – ερμηνευτών των ζωών τους. Έτσι και ο Μίκι Σάμπαθ, ο οποίος βέβαια προηγείται χρονολογικά των ουελμπεκικών ηρώων. Αλλά ο Σάμπαθ δεν πτοείται από την πριμαντονική περσόνα τού Ουελμπέκ. Ο Σάμπαθ, γνήσιο τέκνο του Ροθ, είναι ένας ήρωας που αν μετανιώνει για κάτι αυτό είναι «[η] αποτυχία μου […] που δεν το παρατράβηξα ακόμα περισσότερο! Η αποτυχία μου είναι που δεν το παρατράβηξα ως εκεί που δεν παίρνει!». Γιατί αν βγαίνει κάτι απ’ όλο αυτό το θέατρο των γιορτών αυτό είναι ότι ακόμα και με την ηθοποιία, και τις δυσκολίες της, και ό,τι μπορεί να σκαρφίζεται κάποιος για να πει στον εαυτό του και να τον κοροϊδέψει για ακόμα μια φορά, για λίγο ακόμα, υπάρχει μια εγγενής χαρά να βρίσκεσαι επί σκηνής με κάθε κόστος και κόντρα σε κάθε αναποδιά.

«Το άγνωστο σε οποιαδήποτε υπερβολή είναι ο βαθμός της υπερβολής της», γράφει ο συγγραφέας/αφηγητής σε δύο κομβικά σημεία στο βιβλίο (σ. 469 και 507).

Ο Σάμπαθ γαντζώνεται πάντα από την υπερβολή, από μια λεπτομέρεια, που, όσο κι αν η σημασία της τού διαφεύγει, κρίνεται, κάθε φορά, καθοριστική για την έκβαση των καταστάσεων που καθορίζουν τη ζωή του. Η υπερβολή αυτή συνιστά «[…] το προεόρτιο που τον απομακρύνει από το ουσιώδες». Η ζωή πάντα τον ξεστρατίζει γιατί της αφήνεται. Ο Σάμπαθ είναι το παροιμιώδες έρμαιο της καύλας του: της καύλας του για γυναίκες, για δράση, για ζωή. Το θέατρό του είναι μεγαλειώδες μέσα στην ποταπότητά του. Μεγαλειώδες στον τρόπο που συστηματικά χλευάζει και αρνείται το απάνεμο λιμάνι του μικροαστισμού που κάνει εφικτές αυτές τις αδιάφορες ζωές αλληλέγγυου μίσους των ζευγαριών που τα ευλογεί η τύχη της μακροημέρευσης. Γιατί ο Σάμπαθ βλέπει πίσω από αυτό το προπέτασμα. Ο Σάμπαθ ξέρει ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. «Πώς τα καταφέρνει χωρίς καμία προστασία; […] Μωρό μου, δεν υπάρχει προστασία! Μια ταπετσαρία είναι […]. Άνοιξε τα μάτια σου και κοίτα, όσο κι αν είναι βαρετό ή τρομακτικό να κοιτάζεις. Αυτό στα χέρια του οποίου βρισκόμαστε, είναι η μη προστασία (σ. 463, υπογράμμιση του συγγραφέα).

Ο Σάμπαθ, όπως και κάθε τίμιος ηθοποιός εξάλλου, αμφιταλαντεύεται διαρκώς ανάμεσα στο δράμα των αναγκών του αλλά και στην υπερβολή στην οποία παραδίνεται με όλη του την καρδιά γιατί αυτή τελικά τον διασκεδάζει. Είναι άραγε αποφασισμένος να δώσει ένα τέλος, ή απλώς περιμένει στωικά για έναν ακόμα γύρο;

Να περάσετε όμορφες γιορτές και να απολαύσετε τις παραστάσεις σας. Μην τσιγκουνευτείτε πουθενά το χειροκρότημα, ειδικά όταν θα το προσφέρετε στον εαυτό σας.