Το αντικείμενο της λογοτεχνίας είναι αόριστο όπως και της ζωής.
Της του φιλοσόφου πραγματείας είναι νομίζομεν, είπερ άλλην τινα, και την γεωγραφικήν ΣΤΡΑΒΩΝΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ 1.1.1.
Το αντικείμενο της λογοτεχνίας είναι αόριστο όπως και της ζωής. ΠΟΛ ΒΑΛΕΡΙ, ΕΤΕΡΟΙ ΑΝΕΜΟΡΡΟΜΒΟΙ
ΠΡΟ-ΕΙΔΟ-ΠΟΙΗΣΗ.
Υποψιασμένη η κειμενογράφος για την πιθανότητα να προκληθούν συμπτώματα αναπνευστικής δυσφορίας στον άτυχο αναγνώστη, την άτυχη αναγνώστρια, που θα προσπαθήσει να επιπλεύσει στο σάλο του κειμένου μέχρι το δακρυγόνο τέλος, δανείζεται τη βολική ευκολία μιας άλλης τέχνης που φτάνει με πολύ πιο λακωνικό και τελεσφόρο τρόπο στο ίδιο περίπου αποτέλεσμα, και προτείνει εναλλακτικώς την ακρόαση του Χορού του Εωσφόρου από εκείνο το Σάββατο του Σατανά από το Φως του Καρλχάιντς Στοκχάουζεν.
Περίληψη προηγουμένου
Ένα μεσημέρι φλογερού Ιουνίου οι λέξεις σαρώνουν κατά ριπές την προσπάθεια απογραφής μιας τερατογονίας που υποδαυλισμένη από μακρινότατες τεκτονικές αβιοτικές ώσεις εκτονώνεται σε κακοήθη εξαλλαγή των βιοτικών ιστών στο αθηναϊκό παράκεντρο οικοσύστημα του τριγώνου που ορίζεται από την οδό Πατησίων, τη λεωφόρο Αλεξάνδρας με το πάρκο του Πεδίου του Άρεως και την Βασιλέως Ηρακλείου στην πρόσβαση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Η σπάνια συζυγία ώρας-πολιτείας-γεωγραφίας προκαλεί την υπερχείλιση του πραγματικού προς την κατεύθυνση της παρασυμπαθητικής μαγείας: η γεωγραφία μετατρέπεται σε σκηνογραφία, το στατικό τοπίο σε θέατρο επεισοδίων. Η βία που ακολούθησε, είχε προετοιμαστεί.
2
Δίπλα, η μαύρη χαίνουσα μπόκα ντελα βεριτά σπάζοντας την εκκωφαντική σιωπή του ενυδρείου με το ραδιόφωνο που παίζει ασταμάτητα στα έγκατα όλο το εικοσιτετράωρο έκτακτες ειδήσεις περικοπών και σχόλια του ομφάλιου λώρου με τη μνημονιακή επικαιρότητα, σαν το σπαραγμένο κεφάλι του Ορφέα λάλο πάνω στη λύρα στο άλαλο πέλαγος, μπάρκο μεγάλων μυστηρίων, το υπόγειο με τη σιδερόφραχτη μονίμως κλειδαμπαρωμένη πόρτα, το βρώμικο παράθυρο με τα δυο ξερά φυτά στο ύψος του δρόμου απ’ όπου ορατά πάντοτε δυο πόδια γυμνά ως τους μηρούς και η γυμνή κοιλιά που ανήκουν στον άγνωστο εγκάτοικο· αριστερά και δεξιά τα δυο πεζοδρόμια εκτυλίσσονταν με σκηνική ρυπαρότητα—ρυθμικά επαναλαμβανόμενοι αναποδογυρισμένοι κάδοι σκουπιδιών με περιγελαστικές βρομισμένες σφραγίδες υγειονομικού ελέγχου αντισηψίας να μισοφαίνονται στραβοκολλημένες στα εξωτερικά τοιχώματα, με το περιεχόμενο εκτεθειμένο με αναλυτική επιμέλεια στο οδόστρωμα, σωροί από τροφικά κατάλοιπα, αποφάγια γάτων δίπλα στις χαίνουσες, μαύρες κι άραχλες, στο ύψος του πέλματος, καταβόθρες-παράθυρα άλλων, άδειων, υπογείων κορεσμένων από μούχλα και χθόνια δυσοσμία, στρώματα λεκιασμένα που αναδέχονταν παθητικά το βρώμικο καταρράντισμα των κλιματιστικών που διαδήλωναν σε πυκνές τάξεις στις όψεις των αρχοντόστροφων πολυκατοικιών. Με έναν παρατεταμένο σπασμό το μακρόσυρτο γκράφιτι που περίσφιγγε ασφυχτικά όλο το μήκος των προσόψεων, βεβαίωνε πως οι τοίχοι δεν έχουν πια αυτιά παρά μόνο εκδικητικό στόμα που βρίζει, καταριέται, κυρίως φτύνει, και επιθυμεί· ξεκουλουριαζόταν σε ατέλειωτες θανάσιμες σπείρες σαν τερατώδης φονικός βόας, σαν τον αχόρταγο πότη ανθρώπινου αίματος φτερωτό δρακοθεό κετσαλκοάτλ πριν διαλυθεί μαγικά από την ειρηνική πίεση της δεντροστοιχίας που το προϋπαντούσε συντεταγμένα στο πεζοδρόμιο της Βασιλέως Ηρακλείου, με την κραταιή ενίσχυση των γαληνιαίων μετόπισθεν της τάφρου και της αρραγούς τοιχοποιίας του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Η αδιατάρακτη λευκή επιφάνεια των τοίχων του μαυσωλείου των ιδανικευμένων, ασφαλών πλέον, παλαιών παθών υπέβαλλε στο θεατή το αιχμηρό και αναπάντητο ερώτημα για το τι τάχα αναχαίτιζε εδώ την ασυγκράτητη γραφιστική ορμή του κετσαλκοάτλ που περιορίζονταν σε έναν μέτριο έως ανώδυνο δερμογραφισμό στις προσόψεις τών έναντι του Μουσείου πολυκατοικιών της Ηρακλείου με εξαίρεση, δίπλα στις στάσεις των τρόλεϊ, στο πεζοδρόμιο του Μουσείου, τη λυρική κορόνα που αντιλαλούσε στις δυο εφτασφράγιστες φορητές ΤΟΙ ΤΟΙ, αυθεντικές καβατίνες εκστατικού γραφιστικού λυρισμού ιν μόντο λίντιο χωρίς καμιά άλλη χρήση και χρησιμότητα. Αυτό εξάλλου το οπερατικό προοίμιο σήκωνε την αυλαία του θεάτρου όπου κάτω από το λαμπρό, ωραίο και μεγάλο θόλο του Ιουνίου, την κατάστερη δέρριν του, στο προαύλιο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, έμελλε να διαδραματιστεί για άλλη μια φορά το δράμα του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος ευτυχίας. Η εξακολουθητική, με όλες τις μορφές, καθημερινή και γενικευμένη τυφλή βία δεν ανήκει πια σε κανέναν πολιτικό χάρτη. Έχει μεταλλαχτεί στη χειρότερη δυνατή παραλλαγή – σε ένα δύσμορφο ακοινώνητο κύκλωπα που εχθρεύεται τη λογική δυνατότητα, πόσο μάλλον τον πολιτικό λογισμό, παρακινείται μόνο από αδιαφοροποίητα επιθετικά και φονικά ένστικτα, σκοτώνει από μιμητισμό, ορέγεται το αίμα, την τιμωρία και την καταστροφή, δρα σαν συμμορία, ένα φανατισμένο τέρας. Το ακραίο όριο της πολιτικής ερμηνείας υποχωρεί αναγκαστικά στον ψυχολογισμό. Η ειρηνική πίεση που ασκεί στο μυθικό αυτόν Βεεμώθ η σπάνια πιθανότητα ενός αισθήματος πρόσκαιρης ιδανικής ευτυχίας μέσα από την αναγνώριση κοινωνικής και ατομικής ταυτότητας που είναι το χάρισμα και το δώρο της αληθινής τέχνης , λειτουργεί σαν κόκκινο πανί. Και αρκεί για να διαλυθεί μέσα σε ατμόσφαιρα πολεμικού εφιάλτη από μολότοφ και δηλητηριώδη χημικά το κοινό της υπαίθριας δωρεάν προβολής μιας κινηματογραφικής ταινίας που η βασανιστική πολιτική και αναπάντητη απορία της για την ιστορία του 20ού αιώνα, εκφρασμένη με αβίαστη λογοτεχνικότητα και στοργή για τα ανθρώπινα συναισθήματα, στερεά γειωμένη στο χώρο, το χρόνο και το ταξικό περιεχόμενο της ανθρώπινης κοινωνίας, συναντά και σφιχτοπλέκεται με το άλλο αναπάντητο ερώτημα για το πόσο είναι δυνατή μέσα στο λιγοστό ρευστό ανθρώπινο χρόνο η αναζήτηση και η επιδίωξη της ατομικής θνητής ανθρώπινης ευτυχίας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
[ΠΗΓΗ ΑΠΕ-ΜΠΕ] «“Διακόπηκε η προβολή της ταινίας “Τα απομεινάρια μιας μέρας”, χθες το βράδυ, στο 8ο Φεστιβάλ Θερινού Κινηματογράφου της Αθήνας, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. […] Συγκεκριμένα, στις 23: 45 ακούστηκαν ξαφνικά ήχοι εκρήξεων και φωνές, προερχόμενες από την οδό Τοσίτσα, ενώ ακολούθησε εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων, τρέποντας τους περισσότερους από 900 θεατές της προβολής σε άτακτη φυγή” ενημερώνει το Φεστιβάλ σε σημερινή ανακοίνωσή του. Επίσης εκφράζει τη λύπη του για τη διακοπή της προβολής τονίζοντας: “Είναι θλιβερό να πλήττονται πολιτιστικές εκδηλώσεις από τέτοια συμβάντα και να τίθενται σε κίνδυνο η σωματική ακεραιότητα και υγεία των κατοίκων της πόλης που επιθυμούν να παρακολουθήσουν μια ανοιχτή κινηματογραφική προβολή σε ένα από τα πιο εμβληματικά μνημεία της Αθήνας. Ελπίζουμε όλοι οι θεατές να επέστρεψαν με ασφάλεια στο σπίτι τους.” Την ανακοίνωση του 8ου Athens Open Air Festival συνυπογράφουν οι φορείς συνδιοργανωτές: το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, ο Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ) και το British Council.”
[ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ] «Οι μειοψηφίες της βίας δεν αγαπούν ούτε τον κινηματογράφο. Την Τετάρτη το βράδυ, μετά το καθιερωμένο πάρτι με τις βόμβες μολότοφ στην Τοσίτσα και με ορμητήριο το Πολυτεχνείο, σπεύδουν να διαλύσουν και την υπαίθρια κινηματογραφική προβολή μπροστά από το Αρχαιολογικό Μουσείο. Τι και αν οι θεατές ήταν περίπου 1000; Οι 20-30 επιβεβαίωσαν την επικυριαρχία τους στην περιοχή με την αστυνομία, βεβαίως—κατ’ επιλογήν— απούσα.»