Μέχρι πρόσφατα άκουγα συχνά στο ραδιόφωνο τη συμπαθητική καμπάνια της εταιρείας Stoiximan με τίτλο “try this at home” με σκοπό να επαναπατρίσει Έλληνες του εξωτερικού. Όπως ανέφερε και στα σχετικά δελτία τύπου, η εταιρεία δημιούργησε 600 θέσεις εργασίας και προσέφερε ένα ελκυστικό πακέτο αμοιβών για όσους θα έπαιρναν τη μεγάλη απόφαση να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Το πακέτο αυτό χονδρικά περιλάμβανε 3 επιπλέον μισθούς, κάλυψη ποσού 2.000 ευρώ για τα έξοδα εγκατάστασης, ένα δωρεάν πακέτο κινητής αλλά και ανάθεση βοηθού για να προσφέρει καθοδήγηση και βοήθεια σε διαδικαστικά θέματα όπως άνοιγμα λογαριασμών, εύρεση σπιτιού και φυσικά, με τη γραφειοκρατία. Σκοπός όπως διαφήμιζε η εταιρεία ήταν “να μετατρέψει το brain drain σε brain gain”.
Αρκεί βέβαια να επισκεφθεί ακόμη και σήμερα κάποιος τη σελίδα με τις ανοιχτές θέσεις για να διαπιστώσει πως αυτές αφορούν κυρίως προγραμματιστές και γενικά ανθρώπους που αν ήθελαν να γυρίσουν (και μάλιστα με τους μισθούς της Ελλάδας, δεν κρατιέμαι να μην προσθέσω) θα έβρισκαν δουλειά από το σπίτι για μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού και μάλιστα όποτε το ήθελαν και με πολλά περισσότερα προνόμια. Καλή η προσπάθεια και συγκινητική -για αρκετούς από τους ομογενείς των Ελλήνων του Εξωτερικού και λοιπών γκρουπ που φτιάχνουμε στο Facebook όταν μεταναστεύουμε για να κλαιγόμαστε μεταξύ μας για φέτα και πιτόγυρα- αλλά στην πραγματική ζωή δεν παίζει τέτοιο πράγμα.
Κι αν μέχρι χθες είχαμε τις επιφυλάξεις μας ως προς τους λόγους που έκαναν κοντά μισό εκατομμύριο Έλληνες να φύγουν, και δη τους περισσότερο μορφωμένους, σήμερα υποστηρίζεται και από έρευνες, το γεγονός πως όσοι έφυγαν δεν το έκαναν πρώτα για οικονομικούς λόγους. Σύμφωνα λοιπόν με την πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Brunel του Λονδίνου, οι 427.000 Έλληνες που έφυγαν από την Ελλάδα, δεν το έκαναν λόγω ανεργίας και ανέχειας. Ναι, η ανεργία ήταν υψηλή και οι φόροι το ίδιο, όμως αυτά όπως φάνηκε ήταν μόνο το κερασάκι στην τούρτα που ήταν ληγμένη εδώ και καιρό. Μπορεί η ανεργία να οξύνθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης όμως όσα αναγκαστικά χειροτέρεψε, έκαναν τόσο άσχημη την καθημερινότητα ακόμη και πολλών από όσους είχαν ήδη δουλειά, που τους ανάγκασε να ψάξουν ένα ανθρώπινο και πολιτισμένο περιβάλλον μακριά από τη χώρα.
Η αδικία, η γραφειοκρατία, τα οικονομικά σκάνδαλα, ο εξουθενωτικός ανταγωνισμός στον επαγγελματικό στίβο και γενικά, όλες οι χρόνιες δυσλειτουργίες της ελληνικής κοινωνίας έγιναν σχεδόν αφόρητες, αφήνοντας σε πολλούς ως μόνη λύση τη μετανάστευση. Έτσι, ειδικά όσοι είχαν υψηλά προσόντα και άρα περισσότερες ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον, έδωσαν προτεραιότητα στην ποιότητα της ζωής τους και όχι όπως νομίζαμε, απλά στην εύρεση εργασίας ή έστω, σε καλύτερες και πιο καλοπληρωμένες ευκαιρίες για την καριέρα τους. Άλλωστε από την έρευνα προκύπτει πως το εντυπωσιακό 68% των ανθρώπων που έφυγε δεν ήταν ούτε χρόνια άνεργοι, ούτε είχαν άμεση οικονομική ανάγκη να το κάνουν. Ήταν εργαζόμενοι και απλά παραιτήθηκαν για να ξενιτευτούν. Μπορεί σε πολλούς να μας μοιάζει ανήκουστο αυτό, αν λάβουμε υπόψη τα υψηλά τους προσόντα, καθώς ακόμη κι αν δεν είχαν εργασία τη δεδομένη στιγμή δεν θα είχαν φόβο ανεργίας αν έμεναν στην Ελλάδα, ή τελοσπάντων ο φόβος τους δεν θα ήταν μεγάλος. Παρόλα αυτά επέλεξαν να μεταναστεύσουν μακριά από το χάος ενώ μάλιστα, το ένα τρίτο επέλεξε να πάει στη Γερμανία (και αυτό δεν είναι τυχαίο φυσικά, άλλωστε η προπαγάνδα τόσων χρόνων μετανάστευσης των Ελλήνων στη Γερμανία ήταν ανελέητη για να επιλέξεις μια οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη χώρα). Το θέμα βέβαια, είναι πως ακόμη και οι ανειδίκευτοι που επέλεξαν να φύγουν, ακόμη και όσοι επέλεξαν τις “δύσκολες” χώρες όπως η Γερμανία που έχεις να μάθεις και τη γλώσσα ή κάνουν λιγότερο καλοπληρωμένα επαγγέλματα, ακόμη και αυτοί λοιπόν, απολαμβάνουν περισσότερα προνόμια από ότι πριν και σίγουρα την πολυπόθητη ψυχική ηρεμία τους.
Κι αν δεν υποψιάζεσαι ποιοι θα είναι οι αμέσως επόμενοι που θα φύγουν, ετοιμάσου για έκπληξη. Και εξηγούμαι. Θα περίμενες που λες, μετά από τέτοιο μεγάλο κύμα μετανάστευσης, τουλάχιστον όσοι έμειναν πίσω να απολαμβάνουν λίγο καλύτερες συνθήκες εργασίας ή έστω λιγότερες διακρίσεις και ανισότητες -αν όχι λιγότερη ανεργία εντελώς καθώς μην το ξεχνάμε, μισό εκατομμύριο ενεργό εργατικό δυναμικό της χώρας μάς άδειασε τη γωνιά. Παρόλα αυτά, η ανεργία και οι διακρίσεις μαστίζουν ακόμη και ακόμη περισσότερο τους μεγαλύτερους σε ηλικία. Το τρομακτικό 60% των ατόμων από 55 έως 64 ετών, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Eurostat είναι άνεργοι και μάλιστα, είμαστε στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης στις ηλικίες αυτές. Και δεν θα χρειαζόμασταν καμιά έρευνα να μας το πει αυτό, διότι αρκεί ένα ταξίδι σε μια οποιαδήποτε σύγχρονη χώρα για να σου φανεί παράταιρη η ηλικία των εργαζομένων, ειδικά σε πολυκαταστήματα και σούπερ μάρκετ. Βλέπεις το μάτι μας δεν το έχει συνηθίσει αυτό, χώρια που είναι ζήτημα να πετύχεις αγγελία που να μην μιλά για νέους και νέες, πάντοτε εμφανίσιμους και πολλές φορές, καθότι όχι τόσο νόμιμο, αναγράφουν με bold το ηλικιακό όριο. Μετά τα 35 δεν υπάρχεις. Πόσο μάλλον μετά τα 55.
Στη μεγάλη συζήτηση λοιπόν για το άσυλο των πανεπιστημίων και τους μπαχαλάκηδες, τη στάση του καθενός στο προσφυγικό, το αηδιαστικό της συμπεριφοράς του Λιάγκα, του Τράγκα και των λοιπών γραφικών που ξέμειναν στην ελληνική σόου μπιζ θα είχα να προσθέσω πολύ γενικώς, don’t try this at home.