Πάλι διογκώσαμε μπαλόνια. Η Βουλή των Ελλήνων φιλοξένησε σε μετρημένες ποσότητες την ικμάδα του πνεύματος, της οργάνωσης και της δράσης, συζητώντας τα της πανδημίας. Ήταν ίσως η πιο αχρείαστη συνεδρία, διότι τέσσερα κομματα κάτω του 10%, λέγονται και μονοψήφια, ξέρουμε εκ των προτέρων τι θα πούνε, ακόμη κι αν είσαι ορειβάτης ή οδοιοπόρος στης Τρίχας το γεφύριν, και σου υπαγορεύει τις αγορεύσεις ένας λαγός εξοικειωμένος στην ανθρώπινη παρουσία και σου υπαγορεύει σε γλώσσα των Σουμερίων της Ακκάδ.
Απόμεινε η μελαγχολική πάλη που οι τσιοπλάκηδες αναφέρουν ως “διασταύρωση ξιφών” ενώ πρόκειται για ρήτορες που μιμούνται τους παραδοσιακούς πεχλιβάνηδες: πρωτίστως αλείφονται με λάδι για να γλυτέρνουν τις επίφοβες λαβές. Αυτό σημαίνει διπλή υπερβολή: ο επιτιθέμενος παραληρεί από αδημονία, ο αμυνόμενος παραληρεί επειδή στην οικογένεια θα του φερθούν σκληρά αν δεν προκαλέσει φόβο και δέος στον άλλον.
Δίδυμα μονομάχων γνωρίσαμε πολλά. Κανένας δεν συνέτριψε κανέναν επί αμέτρητα χρόνια. Απλώς, στην καλύτερη περίπτωση οι οπαδοί αγάλλονται και αυτό θεωρείται αρκετό. Κι ενώ εκθέτουν επιχειρήματα, έχεις τον χρόνο να ζυγίσεις πόσα γράδα κυκλοφορούν.
Τζίφος. Μάπα το καρπούζι. Η συμπολίτευση, ήθελε να βγάλει τον σκασμό ο αντίπαλος, η αντιπολίτευση ήθελε να ακούσει το “εντάξει, καρντάσια, θα σας παίξουμε”.
Ακούστηκαν πολλές παλαβιάρες προτάσεις και κανένας δεν φάνηκε να πιστεύει τα τσεκουράτα, βλαπτικά για την εξουσία λόγια του Εξαδάκτυλου, που είναι γιατρός μπαγιάτης και δεν μασάει.
Έχετε ξωκείλει. Τα σκάφη σας προσάραξαν. Κατεβάστε το τσούρμο στα αβαθή και σπρώξτε το ρημάδι.