Ένα από τα παιχνίδια που παίζουμε πάρα πολύ συχνά την δεκαετία της κρίσης και μαζί την δεκαετία των σόσιαλ μίντια, είναι εκείνο όπου η μια πλευρά κατηγορεί με κάθε δυνατή αφορμή την άλλη, για δυο μέτρα και δυο σταθμά, υποκρισία κι επιλεκτική ευαισθησία. Κάθε φορά που θα συμβεί ένα γεγονός για το οποίο οι μεν θα χαλάσουν τον ψηφιακό κόσμο, οι δε θα σπεύσουν να επισημάνουν τις φορές για τις οποίες χαλούσαν τον κόσμο μόνοι τους ή τις ασυνέπειες στο τι μας εξοργίζει, ανάλογα με το ποιος κάθε φορά χτυπάει ή και σκοτώνει ποιον.
Κι επειδή δυστυχώς δεν μας λείπουν οι νεκροί, οι πιο πρόσφατες περιπτώσεις είναι αυτή του Ζακ Κωστόπουλου και του Κωνσταντίνου Κατσίφα. Ο δικός μας και ο δικός σας νεκρός. Α ναι, κι ένας μεσαίος χώρος. Ένας μεσαίος χώρος που ακόμη κι αν δεν θα δει αμέσως με συμπάθεια έναν τύπο που ζαλώθηκε τροποποιημένο καλάσνικοφ και πυροβολούσε, είναι ακριβώς ο χώρος που θα έρθει να εξετάσει τη δική μας στάση στα δύο γεγονότα, προσπαθώντας να αποδείξει ότι είμαστε φαρισαίοι που εξετάζουμε καρέ – καρέ πως σκότωσαν τον Ζακ, σπεύδοντας να δεχτούμε κάθε λέξη από την επίσημη εκδοχή της αλβανικής αστυνομίας. Ένας μεσαίος χώρος που ακόμη κι αν δεν μπορεί να ταυτιστεί με τον Κατσίφα, βρίσκεται πάντως κοντύτερα σε κάποιον που πήρε τα όπλα εκπροσωπώντας ίσως με λάθος (να το βάλουμε «εριστικό» καλύτερα, Μίκη;) τρόπο πατριωτικά ιδανικά με τα οποία καυλώνει, από κάποιον σαν τον Ζακ, που στο μυαλό του εκπροσωπεί όλα όσα απεχθάνεται και τρέμει.
Ακριβώς πέντε χρόνια πριν, την 1η Νοεμβρίου του 2013, ένοπλοι εκτέλεσαν εν ψυχρώ τον 22χρονο Μανώλη Καπελώνη και τον 27χρονο Γιώργο Φουντούλη, οι οποίοι περιφρουρούσαν τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στο Νέο Ηράκλειο. Η δολοφονία εκείνη σε έφερνε σε μια αμήχανη και ζόρικη συναισθηματικά θέση. Από την μια, είναι ό,τι πιο αυτονόητο και δεν χρειάζεται καν περαιτέρω επιχειρηματολογία, πως τέτοιου είδους εκτελέσεις είναι αποτρόπαιες. Ωστόσο, δίπλα στον αποτροπιασμό για την πράξη, σου ήταν εξαιρετικά δύσκολο να χωρέσεις κάποιου είδους συμπόνια για τα θύματα. Κυκλοφόρησαν κι αμέσως φωτογραφίες των νεκρών, με τα κουρεμένα κεφάλια, τα μαύρα μπλουζάκια κλπ, τι άλλο ήταν οι άνθρωποι που εκτελέστηκαν -οι άνθρωποι που δεν ήταν καν απλοί ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής, αλλά τύποι που περιφρουρούσαν τα γραφεία της- από εικονογράφηση και ενσάρκωση αυτού που θεωρούσες και θεωρείς απόλυτο εφιάλτη;
Έκτοτε, κάθε που ανέβαινες την Μεσογείων και έβλεπες την τεράστια φωτογραφία τους έξω από το κτίριο της Χρυσής Αυγής, με τη λέξη «ΑΘΑΝΑΤΟΙ» από πάνω, ο εφιάλτης παρέμενε παρών. Εκείνο που δεν γνώριζες είναι ότι η οικογένεια του Μανώλη Καπελώνη ζήτησε δικαστικά να μην χρησιμοποιεί η Χρυσή Αυγή την εικόνα του παιδιού της. Και ότι σε πρώτο βαθμό η αγωγή της απορρίφθηκε. Kι εκείνο που κάνει μέσα σου ένα διαφορετικό κλικ, δεν είναι ότι οι γονείς του νεκρού αηδιάζουν με τους χρυσαυγίτες, είναι αυτή ειδικά η φράση της μητέρας του: «Σαν μάνα είμαι σίγουρη ότι αν ζούσε, με τη λογική, τον ανθρωπισμό και την ευαισθησία που διέθετε, σύντομα θα διέκοπτε κάθε σχέση με τον χώρο αυτό».
Και κάπου εδώ συνειδητοποιείς, ότι ακόμη κι αν γίνει άνευ ετέρου η παραδοχή ότι ο χρυσαυγίτης είναι ένα τέρας και μόνο, πάντως αυτός που είναι τέρας το 2013 σε ηλικία 22 ετών δεν είναι καθόλου απαραίτητο να παρέμενε τέρας πέντε χρόνια μετά, το 2018 σε ηλικία 27. Και πλέον βλέποντας την φωτογραφία της Μεσογείων, θα σκέφτομαι ότι επάνω της δεν αποτυπώθηκε και δεν συνοψίστηκε η ζωή του Καπελώνη. Αλλά ότι επάνω της αποτυπώθηκε το σημείο που διακόπηκε. Ότι η εκτέλεσή του του στέρησε εκτός από τη ζωή του και το δικαίωμά του να βγει από τον εφιάλτη των νεοναζί και να πάψει να είναι μέρος του εφιάλτη.
Ακόμη κι αν στην τωρινή του φάση κάποιος είναι η προσωποποίηση του ιδεολογικού κακού, ο κάθε άνθρωπος -και ειδικά ο νεαρός άνθρωπος- έχει τη δυνατότητα της αλλαγής. Με αυτό δεν θέλω ντε και καλά να πω να συζητήσουμε με τους φασίστες, δεν θέλω ντε και καλά να πω να προσπαθήσουμε να τους αλλάξουμε μυαλά, δεν θέλω ντε και καλά να πω να μην είμαστε απόλυτοι. Θέλω να πω ότι όπως χωριζόμαστε στα στρατόπεδά μας και επιλέγουμε τους νεκρούς μας και ίσως ενίοτε και τις ευαισθησίες μας, ας έχουμε παράλληλα κατά νου, ότι ακόμη κι αν οι γραμμές είναι χαραγμένες, το πού τοποθετείται κανείς μπορεί να αλλάξει.
Αλλά ακόμη κι αν δεν άλλαζε ποτέ ο Καπελώνης, ακόμη κι αν με τον χρυσαυγίτη δεν μπορείς να κάνεις διάλογο, ακόμη κι αν δεχτούμε ότι είναι λάθος να μπαίνεις και σε διάλογο μαζί του νομιμοποιώντας τον, υπάρχει μεγάλη μάζα ανθρώπων που δεν είναι σήμερα χρυσαυγίτες. Αλλά θα μπορούσαν να είναι σε πέντε χρόνια από τώρα. Είτε με την Χρυσή Αυγή ως Χρυσή Αυγή, είτε μετά από το τέλος της δίκης της (που εντάξει αν όχι και τελεσίδικα, δεν μπορεί, σε πρώτο βαθμό θα έχει τελειώσει ως τότε) με κάποια μπολσοναρική μετονομασία της. Το ότι θα μπορούσαν να είναι αυτοί σε πέντε χρόνια χρόνια χρυσαυγίτες, ενώ δεν θα μπορούσες να είσαι εσύ, ναι, προφανώς και σημαίνει ήδη κάτι, ναι, προφανώς κι εξηγεί γιατί είστε και σήμερα σε δύο στρατόπεδα, ναι, προφανώς κι εξηγεί γιατί εσύ θα συγκινηθείς με τον θάνατο του Ζακ κι αυτός με τον θάνατο του Κατσίφα. Αλλά δεν έχει ψηφίσει ακόμη Μπολσονάρου και Ουρμπάν. Και μπορεί να τους ψηφίζει σε πέντε χρόνια. Θα είναι νέα πρόσωπα ή είναι ήδη παρόντες; Είναι ο Άδωνης, ο Βορίδης, ο Φαήλος, ο Μπαλτάκος, ο Βελόπουλος (ο οποίος αφού πρώτα έχει απολαύσει αδιανόητη προβολή από τον Σκάι, αν αύριο βγει στο κοινοβούλιο θα διαβάζουμε αναλύσεις στην Καθημερινή, που θα προσπαθούν να εξηγήσουν το φαινόμενο του λαϊκισμού); Ακόμη όμως κι αυτός που ήδη ψηφίζει Άδωνη και Βορίδη σήμερα, μπορεί αύριο να τους ψηφίζει ως επικεφαλής των μεγάλων κομμάτων της ακροδεξιάς. Κι αυτό έχει διαφορά.
Άρα τι; Δεν ξέρω. Ας κάνουμε ό,τι μπορούμε σε επίπεδο ιδεών, ώστε να μην γίνει κι αυτή η τελευταία μετακίνηση. Γιατί τότε θα είναι αργά. Ίσως είναι ήδη δηλαδή.