«Κινηθήκαμε ρεαλιστικά με ένα υλικό που είναι στενός συγγενής του φυσικού βράχου»
Ο ορισμός του béton brut, κυρία μου
13-04-2021

Η Ιστορία, είχε πει ο Κ.Θ. Δημαράς, είναι «ένα ερμάρι που δεν ανοίγει με ένα και μόνο κλειδί», και είχε προτείνει τη θεωρία των πολλαπλών αιτίων για να εξηγήσει τα περισσότερα φαινόμενα. Αντίστοιχα κι εγώ, ο ελάχιστος, προσπαθώντας να εξηγήσω τους ανθρώπους, προτείνω μεταξύ άλλων και τη θεωρία των πολλαπλών εγκεφαλικών, ιδίως για τις μεγαλύτερες ηλικίες.

Παρακολουθώ από απόσταση τα τεκταινόμενα στην Ακρόπολη τα τελευταία χρόνια, και διαβάζω εισηγήσεις και περιγραφές ειδικών και μη, όπως εγώ. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνω στις τοποθετήσεις των ειδικών, όπως είναι φυσικό, ακόμη και όταν αντιφάσκουν ― ιδίως όταν αντιφάσκουν, και μας δείχνουν ότι δεν υπάρχει μόνον ένας ορθός τρόπος για να γίνονται τα πράγματα. Όμως για ένα δημόσιο έργο, και μάλιστα σε μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς, ακούω και τους μη ειδικούς, καθώς αυτοί είναι οι φυσικοί αποδέκτες του έργου, και οι παρατηρήσεις τους έχουν τη δική τους σημασία.

Ο δημόσιος διάλογος για τα επιεικώς αμφιλεγόμενα έργα στην Ακρόπολη γίνεται δυστυχώς εκ των υστέρων, και ανεπίσημα. Το οποιοδήποτε σύστημα εξουσίας, από το ΚΑΣ έως την ΕΛΑΣ, φροντίζει να διατηρεί ανθρώπους και διαδικασίες που το εξυπηρετούν και δεν το απειλούν, και λογοδοτεί μόνον εσωτερικά με το τρομερό παράγγελμα «Θα διενεργηθεί ΕΔΕ» που δεν οδήγησε ποτέ πουθενά. Οι πολιτικοί προϊστάμενοι και οι υπεύθυνοι του έργου ουδέποτε θα παραδεχθούν δημοσίως ότι μπορεί να έγιναν λάθη ή αστοχίες στο σχεδιασμό ή στην εκτέλεση των έργων: είναι σαν όλα αυτά να γίνονται από συνταξιούχους Πάπες με χόμπι την αρχαιολογία και τις αναστηλώσεις.

Ειδικά για την Ακρόπολη, προβληματίζομαι έντονα όποτε γίνεται επίκληση στην Ιερότητα του Βράχου, κάτι που για εμένα δηλώνει ότι ο συνομιλητής μου προσπαθεί να με προκαταλάβει συναισθηματικά και να χειραγωγήσει το διάλογο, πιθανώς λόγω ελλείψεως πειστικότερων επιχειρημάτων. Εντονότερα προβληματίζομαι όταν γίνεται επίκληση στην αυθεντία των εμπλεκομένων, όπως του καθηγητή Εμμανουήλ Κορρέ. «Θα αμφισβητήσεις και τον Κορρέ;» είναι μια ερώτηση που ακούω συχνά τον τελευταίο καιρό, «τον πρόεδρο της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακροπόλεως, που γνωρίζει το μνημείο καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον;» «Εννοείται», είναι η απάντηση. Αν κρίνω πως χρειαστεί, θα αμφισβητήσω όχι μόνον τον 73χρονο Κορρέ, αλλά και την ίδια την 93χρονη μάνα μου, που μπήκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και σπούδασε Αρχαιολογία πριν γεννηθεί ο κ. Κορρές.

Το γεγονός ότι ο κ. Κορρές έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής του ζωής στην Ακρόπολη και έχει ταυτιστεί με την συντήρησή της, δεν είναι αναγκαστικά καλό, μετά από ένα ορισμένο σημείο. Σκεφτείτε και άλλους ανθρώπους που ταυτίστηκαν επί μακρόν με έναν θεσμό ή μια διαδικασία: αν ήθελα, για παράδειγμα, να μάθω για τις Φυλακές Κορυδαλλού, θα ρωτούσα οπωσδήποτε τη γνώμη του Αντώνη Αραβαντινού, αλλά δεν θα δεχόμουν αβλεπί τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά του. Η μακροχρόνια εμπλοκή σε θέσεις ισχύος είθισται να εγκαθιδρύει ένα παράλληλο σύστημα εξουσίας, εμφανές ή αφανές, να δημιουργεί φιλίες και έχθρες, και κυρίως να γεννά προσωπικές εμμονές που αντιβαίνουν στον δημόσιο χαρακτήρα της θέσης. Όταν ο υπεύθυνος αποκτά προσωπική agenda θα έπρεπε είτε να παραιτείται (αν είναι σε θέση να το αντιληφθεί) είτε να απομακρύνεται, έστω και προαγόμενος πανηγυρικά.

Προ ημερών, ο κ. Κορρές έδωσε μια δίωρη διαδικτυακή  διάλεξη για τα έργα της Ακρόπολης. «Μανόλης Κορρές: Το αποτέλεσμα με ικανοποιεί απολύτως», ήταν ο τίτλος που έδωσε η «Καθημερινή» στην κάλυψη της διάλεξης, λες και το ζητούμενο ήταν να ικανοποιηθεί ο κ. Κορρές ειδικά και όχι ο υπόλοιπος κόσμος. Mέσα στο κείμενο, υπήρχε ένα απόσπασμα εντός εισαγωγικών, όπου ο κ. Κορρές φέρεται να λέει για τις διαστρώσεις πως «Ο ιδανικός για εμένα τρόπος είναι η ανάπλαση επιφάνειας από παρόμοιο βράχο, αλλά αυτό κοστίζει πάρα πολύ και είναι πολύ δύσκολο. Αν ήμουν νέος ίσως το δοκίμαζα, αλλά ξέρω πόσο δύσκολα είναι να περνάμε από τη θεωρία στην πράξη. Κινηθήκαμε ρεαλιστικά με ένα υλικό που είναι στενός συγγενής του φυσικού βράχου. Το σκυρόδεμα είναι κοντά στη φύση».

Εδώ ας σταθούμε.

Προσπαθώ να κατανοήσω τη φράση «Το σκυρόδεμα είναι κοντά στη φύση», αλλά δεν τα καταφέρνω. Διαφωνώ με κάθε λέξη της. Φοβάμαι ότι ο κ. Κορρές κι εγώ δίνουμε διαφορετική ερμηνεία στις λέξεις “σκυρόδεμα”, “κοντά” και “φύση” (μπορεί και στις λέξεις “το”, “είναι” και “στη”). Δύσκολο να υπάρξει συνεννόηση από τέτοια βάση. Μπορεί η ελληνική λέξη “σκυρόδεμα” να φαντάζει κομψή, αλλά (για να μην ξεχνιόμαστε) το υλικό που περιγράφει αποκαλείται στα αγγλικά “concrete” και στα γαλλικά “béton”. Όπως και να το πεις, το μπετόν είναι μπετόν. Όσον αφορά στο σκυρόδεμα ως υλικό και τη χρήση του, φοβάμαι ότι ο Charles-Édouard Jeanneret (πιο γνωστός ως Le Corbusier) και ο Άρης Κωνσταντινίδης τελικά έβλαψαν πολύ κόσμο που προσπάθησε να τους μιμηθεί.

Προσπαθώ επίσης να κατανοήσω τη φράση «Ο ιδανικός για εμένα τρόπος είναι η ανάπλαση επιφάνειας από παρόμοιο βράχο, αλλά αυτό κοστίζει πάρα πολύ και είναι πολύ δύσκολο». Μα, αν δεν προσπαθήσουμε να εφαρμόσουμε τον ιδανικό τρόπο στην Ακρόπολη, πού θα τον εφαρμόσουμε ― τον κρατάμε για κάποιο μνημείο μεγαλύτερης σημασίας; Όσο για το μεγάλο κόστος, ακόμα και αν του ταλαιπώρου κράτους μας ήταν μεγάλ’ η πτώχεια, όπως λέει κι ο Καβάφης, δεν θα μπορούσε να βρεθεί ένας χορηγός για αυτό το έργο; Oh wait…

Tέλος, προσπαθώ να κατανοήσω την προσωπική αναφορά ότι «Αν ήμουν νέος ίσως το δοκίμαζα». Δεν πιστεύω ότι η τύχη της Ακρόπολης εξαρτάται ή θα έπρεπε να εξαρτάται από την βιολογική ηλικία του κ. Κορρέ (δυστυχώς δεν θα είμαι παρών για να ακούσω την άποψη του αρχαιολόγου του μέλλοντος, που θα κληθεί να ανασκευάσει τις παρεμβάσεις του κ. Κορρέ). Μπορεί ο κ. Κορρές να είναι μεγάλος, αλλά η Ακρόπολη είναι μεγαλύτερη, από κάθε άποψη.

Και σε αυτό νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε όλοι.