Τα εγκαίνια της προτομής Νικηταρά είχαν όλα τα αναγκαία: σημαίες, βερμπαλισμό, εθνικές νουθεσίες και ρητορείες. Στην ομιλία του δωρητή Βαγγέλη Μαρινάκη παρέλασαν, σε ένα γνώριμο από τις σχολικές μας γιορτές πανηγύρι, πάμπολλες μορφές του ελληνισμού: ο Κίμων, ο Σόλων, ο Σωκράτης που η πολιτεία τον πότισε «κώνειο», ο Περικλής με τον χρυσό αιώνα του κλπ. Εκεί και ο μητροπολίτης Σεραφείμ, κορδωμένος, να κολακεύει (για να μην πω ένα ρήμα ομόηχο, αν και όχι ομόρριζο, με τον γλύπτη) τον «ευεργέτη» και τον «δήμαρχό μας». Ως εδώ, καλά. Αυτά είναι τα συνήθη των εγκαινίων – θυμάμαι και τον Iβάν Σαββίδη στα αποκαλυπτήρια αγάλματος της βασίλισσας Όλγας στη Θεσσαλονίκη, για να μην αναφερθώ στην αγιογραφία σε εκκλησία της ίδιας πόλης, όπου απεικονίζεται και ο δωρητής Ιβάν.
Υπάρχουν όμως δυο σημεία που ξεφεύγουν. Το ένα είναι ότι ο Βαγγέλης Μαρινάκης βρήκε ευκαιρία να επιτεθεί στην κυβέρνηση, η οποία, είπε, «σπιλώνει την φήμη κάποιων εκ των επιφανέστερων Ελλήνων, τους στοχοποιεί, τους πετάει τόνους λάσπη», «προχωράει σε μια πρωτοφανή δολοφονία χαρακτήρων». Υποψιάζομαι ότι ο ευεργέτης μας φωτογραφίζει τον εαυτό του. Πέραν αυτού όμως (ω, της απαραμίλλου σεμνότητος το ανάγνωσμα…), το ότι χρησιμοποιεί την ευκαιρία των εγκαινίων, ένα εθνικό δηλαδή –κατά τα λεγόμενά του– θέμα που ενώνει, παραμονή της εθνικής επετείου, όχι απλώς για να αυτοπροβληθεί, αλλά για να κάνει διχαστική επίθεση στους πολιτικούς του αντιπάλους είναι κάκιστο δείγμα. Όσο θυμάμαι, οι δωρητές και οι ευεργέτες, σε τέτοιες περιστάσεις, έκαναν κηρύγματα ομοψυχίας, μετριοπάθειας και εθνικής ενότητας – ενίοτε αφόρητα βαρετά και αρκούντως υποκριτικά, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν χρησιμοποιούσαν τα εγκαίνια ως προεκλογικό μπαλκόνι… Και αυτή η παραβίαση ακόμα και των προσχηματικών «κανόνων» του παιχνιδιού δεν οφείλεται στον αδάμαστο χαρακτήρα του ανδρός. Είναι, κατά τη γνώμη μου, συνειδητή πράξη με συμβολισμό και σημασία: ο ευεργέτης θέλει να δείχνει ότι είναι πανίσχυρος, ότι κάνει και λέει ό,τι θέλει, χωρίς φραγμούς και ψευτοευγένειες…
Το δεύτερο: η εμφατική αναφορά της λέξης «τουρκοφάγος». Ασφαλώς αυτό ήταν το προσωνύμιο του Νικηταρά – γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε; Η επιλογή όμως και η προβολή του προσωνυμίου, στην ομιλία Μαρινάκη και στα σχετικά ρεπορτάζ , ασφαλώς δεν απορρέει από σεβασμό στην ιστορική αλήθεια του 1821, αλλά συνδέεται με τα σημερινά επίδικα. Επιπροσθέτως, ειδικά στη δεδομένη συγκυρία, ένας σώφρων ομιλητής (ή λογογράφος) θα φρόντιζε να μην κάνει παντιέρα του τη λέξη αυτή, λίγες μέρες μετά το μακελειό στη Νέα Ζηλανδία (αν θυμάστε, ο δράστης είχε χαράξει, μεταξύ άλλων, στο όπλο του και τη λέξη «Τurkofagos»). Μπορούσε να πει για την ψαροφαγία, τη νηστεία και τους μπακαλιάρους και τη σκορδαλιά, μέρες που είναι, αφού βρισκόταν και δίπλα στο λιμάνι…
Σημ. Η ομιλία δημοσιεύεται ολόκληρη στο in.gr, με τίτλο «Ας έχουμε πυξίδα την Ελλάδα του Νικηταρά κι ας απορρίψουμε τους σύγχρονους Κωλέττηδες», μαζί με άλλο υλικό (ομιλίες δημάρχου και Σεραφείμ, βίντεο κλπ.). Ψάξτε να τη βρείτε· εδώ την αδικώ κάπως, η περιγραφή μου υπολείπεται σε γλαφυρότητα από το πρωτότυπο.