Οι σκιές των λησμονημένων προγόνων
22-10-2018

Χιλιάδες κεφάλια, στη μέση εσύ

Γεννήθηκα επί Σοφούλη, βαφτίστηκα και πήγα Nηπιαγωγείο επί Πλαστήρα,  Δημοτικό επί Παπάγου, Γυμνάσιο επί Καραμανλή και πρωτομπήκα Πανεπιστήμιο επί ΦΙΔΗΚ. Το πρώτο μου ραντεβού, επί Πιπινέλη. Ραδιόφωνο άκουγα ακαταπαύστως, ενώ εφημερίδες ήταν η «Μακεδονία» και η «Δράση». Τα πρώτα γράμματα τα έμαθα επαρκώς από Μικυμάους και Κλασσικά Εικονογραφημένα.

Την Κυριακή στα Γιαννιτσά, πάγωναν το απόγευμα την βόλτα, όλοι κόκκαλο, για την υποστολή της Σημαίας. Οι φαντάροι, φορώντας εγγλέζικα πιάτα και γκέτες λευκές, βαμμένες με στουπέτσι, επέστρεφαν με τάξη στο στρατόπεδο, άδοντας το «έξω βουργαριά, ουστ!» και τα ανάλογα συνοδευτικά.

Το 1958, με πήρε ο πατέρας μου σε ένα δάσος από ρεμπούμπλικες, πλαισιωμένο από μπόλικες τραγιάσκες και παρακολουθήσαμε ομιλία του Σπύρου Μαρκεζίνη. Με είχε εντυπωσιάσει που έλεγε κάθε τόσο «όταν την επαύριον θα γίνουμε κυβέρνησις…» και συνέχιζε με υποσχέσεις. Όλη η σύναξη ήξερε πως δεν θα γινόταν κυβέρνηση, αλλά τον θεωρούσαν μάγο της Υποτίμησης και πως χάρη σε αυτόν είχαμε από πεντάρες έως ταλιράκια.

Το ραδιόφωνο ήταν το τυπικό του ψυχρού πολέμου, σημειώναμε σε χαρτί τα αποτελέσματα των εκλογών και κάναμε προσθέσεις, αλλά αργά το βράδι, ήταν η ώρα των ραδιοφώνων από τους σταθμούς του Συμφώνου της Βαρσοβίας και των Αδεσμεύτων. Των Αλβανών κατέληγε σε «σας μιλούν τα Τίρανα. Η εκπομπή μας στα ελληνικά, τέλειωσε. Γεια- χαρά!» ετσι με παύλα. Από τους άλλους μαθαίναμε πόσες χιλιάδες τρακτέρ Μπελαρούς όργωναν την Βουλγάρικη ύπαιθρο.

Η ΕΡΕ και το Κέντρο μου φαινόταν όλοι δεξιοί αλληλοκατηγορούμενοι. Τουλάχιστον ήξερα πως κάτι συνέβαινε.

Περιγραφή της πάμπας

Οι αναγνώστες μου γνωρίζουν πως γενικώς δεν ψηφίζω (κοντεύουν σαράντα χρόνια που δεν ασκώ το άθλημα) πως στην χαλβαδόπιττα της Αριστεράς, καμαρώνω όταν με αποκαλούν κεντριστή ή εισοδιστή, πως καταγγέλω όποτε υπάρχει ευκαιρία τον αριστερισμό, ενώ ακούω βερεσέ τα περί ανασυγκρότησης του κράτους ή για το «κράτος-λάφυρο». Και παρά τις εμμονές μου, κανένας δεν με αποκάλεσε ακόμη φεντεραλιστή. Επίσης έχω μεταφέρει το Ύφος που τηρώ, σε μια εκδοχή πνευματικού Τραυλισμού, που κάνει τις λέξεις μου δύσχρηστες.

Παράλληλα, δεν δέχομαι πως υπάρχει δεξιά, κέντρο ή αριστερά, παρά μόνον σε θεωρητικό επίπεδο, να΄χουμε να λέγαμε. Περισσότερο βλέπω την κάθε προσωπικότητα ως μετείκασμα ενός αναλογικού μίγματος: για παράδειγμα 28% αριστερός, 34% κεντρώος, 38% δεξιός για κάποιον που γνωρίζω καλά, όπως τον Νεοτάκη Τελβέ,  είναι, νομίζω μια σωστή εκτίμηση.

Επίσης πιστεύω πως ο «κόσμος» δεν είναι καθόλου απλός, καθόλου βλίτο η σανοφάγος, μήτε κατά διάνοιαν χαμένος στη μετάφραση. Άρα, καθόλου δεν απατάται όταν ψηφίζει αυτό που ψηφίζει. Είναι όμως βέβαιος πως θα του την φέρουν ούτως ή άλλως και δεν εμπιστεύεται τις κολακείες μήτε (φυσικά) τους μεγαλοπρεπείς σχεδιασμούς του μέλλοντος. Θα υπερψηφίσει όταν διατηρεί μια ελπίδα πως ο μουστερής θα είναι άπειρος ή δεκτικός, και θα καταψηφίσει μόλις καταλάβει ότι τον γράφουν στ΄αρκίδια τους. Άρα η δικη μου ερμηνεία του κόσμου είναι ανθρωπολογική και όχι λακανικώς στεατοπυγική: η Δεξιά δεν είναι μία, είναι περισσότερες. Αν εξαιρέσω τον Πάνο Καμμένο του οποίου ο πολιτικός βίος μετά το 2012, είναι τμήμα αναπόσπαστο της Αφήγησης του Σύριζα (και βλέπουμε) στο φελτζάνι βλέπω τρεις εκδοχές της: Καραμανλήν, Σαμαράν, Μητσοτάκην.

Οι τρεις καμπαλέρος, γνωστοί στους βακέρος.

Επί δεκαετίες νοιαζόμουνα για την ευμάρεια ή τον όλεθρο της Δεξιάς, διότι ουδέποτε εξέλιπε το είδος και κάποτε είχαμε φτάσει σε θερμοκήπιο που καλλιεργούσε δεξιάνζες αναρχικούς. Ώσπου ήρθε το πληρωμα του χρόνου και αισθάνθηκα πως κάτι άδειασε, κάτι έμοιαζε λειψό και λειψανάβατο. Πότε: είχα προβληματιστεί, ώσπου ο δεινός Γιάννης Βαρβάκης, σε ερώτημά μου, είχε μια πειστική απάντηση:

Η Δεξιά έπαψε να υπάρχει ως ενιαίο σώμα, από τότε που η Ελένη Βλάχου πούλησε τη ναυαρχίδα της στον Κοσκωτά.

 Μάλιστα. Εδώ και σαράντα χρόνια, εξέλιπαν οι Έβερτ, οι Αβέρωφ, ακόμη και οι δεξιές παρεκκλίσεις της Αριστεράς και ό,τι διαβάζαμε έβγαινε από μαλλιά-κουβάρια ανάλυση.

Ετικέτες: πολιτική