Η πυρηνική συμφορά της Ουκρανίας, που την έζησα μακριά από τηλεοράσεις, στην Θάσο, τρώγοντας του κόσμου το σαλατικό και παίρνοντας βαθιές ανάσες της λάγαρης ατμόσφαιρας σε λιμανάκια και ψαρέματα, δεν μου έγινε πιστευτή από το καίσιο με το οποίο ενδύθηκαν οι εφημερίδες.
Ήταν το τσιμέντο που απέκτησε ζωτικό όγκο και πήρε χρώμα κόκκινο. Διότι οι πασχαλίτσες της Λαμπρής, έφυγαν από τα χώματα και τους κήπους και κατοίκησαν, πήχτρα η μιά πάνω στην άλλη, ωσάν σαλιαγκοί ο ένας πάνω στον άλλον σε κοτετσόσυρμα. Ήταν μετανάστριες της ραδιενέργειας. Έμειναν μερικές εβδομάδες σε ασφάλτους και τσιμέντα και μετά χάθηκαν. Το καίσιο που ανασάναμε έμοιαζε, αλλά χωρίς ταρατατζούμ, με την επιρροή μιας αφανούς μαγιάς, του covid-19 στη ζωή μας. Τάλε κουάλε αυτά που τραβάμε οι ζωντανοί και (ακόμη) αθίγγανοι, απόφυγοι του ιού.
Ξημερώνει ο 201ος χρόνος από τον φαινότυπο μιας επανάστασης που ακόμη κυμαίνεται μεταξύ τραγωδίας και μπουρλέσκ. Είδα και άκουσα Αμερικάνους, Γάλλους Ρώσους και τον πρίγκηπα της Ουαλίας να συνεχίζει ένδακρυς το έργο του Κάνιγγος. Με εξαίρεση τους Ρουμάνους, ήταν εκκωφαντικά μουλωχτή η σιωπή των Βαλκανίων, το αναμάσημα του αριθμού «200» και η παράδοση μιας επετείου, άξιας κάθε επαίνου και μελαγχολίας, στη διάκριση των εμπόρων της συναισθηματικής αγωγής. Τι ακριβώς έκαμε η χώρα; Αποφάσισε να φορτώσει την ευθύνη της επετείου σε έναν λειράτο κόκκορα. Τελετές, παρελάσεις και κλασικό μπέρδεμα στα κλειστά σχολεία, να μπλέκει στο μυαλό των μαθητών, με ποιούς πολεμήσαμε.
Έργο αναφοράς, δεν υπήρξε. Απλώς,ο υπερεθνικός μας εκδότης ανακάλυψε μία έκδοση ετών πενήντα, μια πολύτομη ιστορία του Ελληνικού Έθνους της εκδοτικής Αθηνών, που βρυκολάκιασε σε διανομές εφημερίδων, η οποία και εκρίθη ότι τα είπε όλα και μπάστα. Από το 1971, για την ιστοριογραφία, η Ελλάς επένδυσε ένα τεράστιο ποσό παράγοντας καθηγητές, πανεπιστήμια, τον όρο «πρόσληψη» που αγαπούν οι ιστορικοί μετά το «λονγκ ντυρέ» του παρελθόντος, και αυτά.
Μια καλή παρέλαση, αναγκαία λόγω μεσογειακής αναμπουμπούλας και αυτά. Την επέτειο την χάρηκαν οι ζωντανοί από τις ΜΕΘ και τα άλλα νοσοκομεία, σε μία τρανταχτή «ερημία του πλήθους» που άλλα βάσανα είχε και στην κυριολεκτικά ολιγαρχική πρόσκληση να μεταμορφωθεί μια επέτειος σε μείζον γεγονός ερήμην των Ελλήνων της. Απόλυτα αθηναιοκεντρική φόρτωσε την πρωτεύουσα με μια εργολαβία άχλα άχλα της ληστεμένης Εθνικής πινακοθήκης (που η ιστοσελίδα της, αν δεν προσέξεις, σκρολάρει έτσι και αργήσεις σε μια πρόταση).
Αν θέλετε αναλογίες, είμαστε μεταξύ του σεπτού σκηνώματος του Καποδίστρια και της ανόδου του Όθωνα εις τας Αθήνας. Στα τσαμούρια της δηλαδή.
Του χρόνου έχουμε την Καταστροφή, τον Διωγμό και το Αίμα του 1922. Μη διανοηθείτε θρήνο και ανακάλημα. Είστε τέτοια κιτσαρία, που είστε ικανοί να γεμίσετε με γαίματα καμιά οικοδομή. Στο Ελληνικό. Θα έχουμε πένθος και μικρή αφορμή για μια νέα αρχή. Κοιτάξτε να την θυμηθείτε τουλάχιστον.
Εγώ ξέρω πως ενίοτε το τσιμέντο σώζει. Όπως με τις πασχαλίτσες του Τσερνόμπιλ.