Τον χειμώνα που μας πέρασε, ένα δύσκολο ανήκουστο χειμώνα, γεμάτο μάγια, κακές μάγισσες, δράκους αλλά και ιστορικές υποθήκες, είδα δυο φορές κολλητά την Χαρούλα Αλεξίου, τη μια από κοντά και την άλλη στο πάλκο του «Ζυγού». Για τη μια από κοντά δεν θα μιλήσω, υποπτεύομαι ότι ηθελημένα επιδιώκει η καθημερινή παρουσία της να είναι αδιάφορη και συνδικαλιστική, αλλά πάνω στο πάλκο μεταμορφώνεται, μυρίζει γυναίκα, μυρίζει Ελλάδα, μυρίζει γυναίκα. Και τι τραγουδίστρια, αδερφάκι μου!
Αφήνω τη Stevie Nicks και την Pat Benatar σ’ άλλους, που δεν ξέρουν από γκόμενες, και δηλώνω ευθύς Αλεξιομανής.
―Τάσος Φαληρέας, «Χαριστική Βολή», περιοδικό Ντέφι (1982)
Όταν πέθανε ο Στράτος Διονυσίου το Μάιο του 1990, ο Βασίλης Σταματίου (που αρθρογραφούσε και με το ψευδώνυμο «Εγώ, ο Ξένος») δημοσίευσε μια νεκρολογία στον Ταχυδρόμο που υπερέβαινε κατά πολύ τη νεκρολογία ενός προσώπου, ήταν η νεκρολογία μιας ολόκληρης εποχής. Βέβαια ο απόηχος της φωνής του Στράτου μας κράτησε όρθιους για πολλά χρόνια ακόμα, σε σημείο που κάποιοι πιστέψαμε ότι δεν είχε τελειώσει το παιχνίδι που λεγόταν λαϊκό τραγούδι.
Ώρα να συνέλθουμε. Όταν η Χάρις Αλεξίου ανακοίνωσε προχτές ότι σταματάει το τραγούδι, σεβόμενη την ιστορία της, πολλοί πρόλαβαν κι έγραψαν πολλά, αλλά κανένα κείμενο δεν ξεχώρισε τόσο όσο τα λεγόμενα της ίδιας της Αλεξίου: “Δεν με ακούει η φωνή μου πια και είπα πως είναι καλύτερα να σταματήσω. Δεν είναι σωστό.” Εγώ έμεινα να θαυμάζω τη συγκρότησή της και να αναρωτιέμαι αν τώρα τέλειωσε μια άλλη εποχή ή απλώς αποτελειώσαμε την προηγούμενη. Λες κι έχει σημασία.
Είναι περίπου αδύνατον να εξηγήσεις σε κάποιον που γεννήθηκε τον 21ο αιώνα ποια ήταν η σημασία της Αλεξίου για τη μουσική, για τη ζωή, για την καθημερινότητα του Έλληνα τον περασμένο αιώνα. Τη σημασία της κοπέλας που ξεκίνησε από τη Θήβα του 1950 ως Χαρίκλεια Ρουπάκα και όρισε το μέτρο και τον αξεπέραστο κανόνα στο λαϊκό τραγούδι. Που είπε ελληνικά τραγούδια μεγάλων συνθετών (Καλδάρας, Λοΐζος, Σπανός, Κουγιουμτζής κ.ά.) και ξένα (Κόντε, Μικρούτσικος, Πορτοκάλογλου κ.ά) ― αλλά δεν έγινε μεγάλη τραγουδίστρια επειδή είπε μεγάλα τραγούδια, το αντίθετο: τα τραγούδια έγιναν μεγάλα επειδή τα είπε η Αλεξίου. Κι αν έχετε αμφιβολίες, σκεφτείτε ένα οποιοδήποτε τραγούδι της Χαρούλας να το ερμηνεύει η Αρβανιτάκη, η Πάολα ή η Πρωτοψάλτη. (Μόνον η Γαλάνη μπορούσε να σταθεί δίπλα της ως συνάδελφος, και το έκανε επάξια.)
Το μεγαλείο της Αλεξίου ήταν όλο δικό της, το δάνειζε πρόθυμα και το μοιραζόταν απλόχερα. Νωρίς στην καριέρα της ερμήνευσε και παραδοσιακά τραγούδια, τα φώτισε με τον δικό της τρόπο και εξήγησε την ιστορία της Ελλάδας: καταλάβαμε γιατί γεννήθηκαν και γιατί διαδόθηκαν αυτά τα τραγούδια, ποιες ανάγκες υπηρετούσαν, ποιους νταλκάδες, ποιες χαρές. Καταλάβαμε ποια ήταν η Αλεξίου. Καταλάβαμε ποιοι ήμασταν εμείς. Και προχωρήσαμε και μαζί και ο καθένας το δρόμο του.
Να είναι καλά η γυναίκα, κι ας μην τραγουδάει πια.