Μικρός, δείχνοντάς μου τη Μεγάλη Άρκτο, ζήτησε η μητέρα μου να κοιτάξω το αστέρι στη μέση της ουράς, στο σπάσιμό της. Με ρώτησε αν δίπλα του, στην έξω μεριά, διέκρινα κάτι άλλο. Είδα ένα δεύτερο άστρο, αδύναμο, μία το ’βλεπα, μία χανόταν. Χάρηκε η μάνα μου. Μου μίλησε για το αστέρι, τη Δοκιμή, μέτρο της δύναμης των ματιών όσων ήθελαν να γίνουν ναυτικοί.
Έφηβος, η όρασή μου παρουσίασε πρόβλημα, περισσότερο στο δεξί μάτι. Συνέχισε να χειροτερεύει, για δεκαετίες, πριν σταθεροποιηθεί. Προσαρμόστηκα και μπορώ να λειτουργώ πρακτικά καθημερινά, πάντα προσέχοντας. Δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που μπόρεσα να δω τον Αλκόρ, το αραβικό, επίσημο όνομα της Δοκιμής, δίπλα στο λαμπρότερο Μιζάρ της ουράς της αρκούδας. Φιλαράκια τα δύο αστέρια και στον ουρανό, όχι μόνο στην προβολή τους, δεμένα με ένα έτος φωτός απόσταση. Και πλουσιότερα από όσο εκτιμά το ανθρώπινο βλέμμα, εξάστερη συνάθροιση. Ο Μιζάρ τετραπλό σύστημα, ο Αλκόρ διπλό. Για τον Αλκόρ υπάρχει ένας σκοτεινός μύθος: οι Ιάπωνες λένε ότι όποιος σταματά να τον διακρίνει, πεθαίνει πριν κλείσει ο χρόνος.
Ήταν η μητέρα μου που έστρεψε την προσοχή μου στον ουράνιο θόλο. Στη συνέχεια έμαθα το δρόμο με οδηγό βιβλίο που μου έδωσε. Κατανόησα το λοξό άπλωμά του από τον ουράνιο πόλο προς τον ορίζοντα, προς τους δύο χιαστί κύκλους του ουράνιου ισημερινού και της διαδρομής ήλιου και πλανητών στο Ζωδιακό επί της Εκλειπτικής. Γρανάζια, μετακύλιση εποχών, κάθε γρανάζι το δικό του γύρισμα κι όλα στη θέση τους. Ατέλειες, η περιστροφή της Γης γύρω από τη Γη 23 ώρες και 56 λεπτά, ανατολή κάθε αστεριού 4 λεπτά νωρίτερα κάθε βράδυ, σε 30 μέρες δύο ώρες νωρίτερα, στο χρόνο στα ίσα της. Ανατολή στο ίδιο σημείο, την ίδια ώρα, αλλά νωρίτερα μια μέρα. Αστρική και ηλιακή μέρα, ασυμβατότητα που στο χρόνο κλείνει σε αρμονία (και σε πονοκέφαλο για να μετρήσω με τάξη όλα αυτά στο πλανητάριο του κρανίου μου).
Έξι τα φωτεινά αστέρια στ’ ανατολικά τα χειμωνιάτικα βράδια. Ο Αλδεβαράν, ο Μπετελγκέζ, ο Ρίγκελ, ο Πολυδεύκης, ο Προκύων και ο Σείριος. Κυνηγός και Σκυλιά, Δίδυμοι και Ταύρος, η λαμπρότερη γειτονιά αστερισμών. Ο Μπετελγκέζ βόρεια, στο δεξί ώμο του Ωρίωνα, ο Ρίγκελ στο νότο, στο αριστερό του πόδι. Ο ουράνιος ισημερινός στη ζώνη του. Ο Μπετελγκέζ ερυθρός υπεργίγας, με ακτίνα όσο απέχει ο δικός μας Δίας από τον Ήλιο. Αναστενάζει, πάλλεται, λυγμοί πριν το υπερκαινοφανές μπανγκ του, μέσα στο επόμενο εκατομμύριο χρόνια.
Ατσάλινο και κρύο το φως των άστρων στο μπαλκόνι, μικροσκοπικό εισβάλει μαζικά στο μαύρο του ματιού. Το κεφάλι κουκουλωμένο, η ανεπαίσθητη έλξη τους ανατριχίλα, ηλεκτρισμός στους ώμους του παλτού.
Ο χειμώνας προχωρά, αλλάζει μαζί του ο βραδινός ουρανός. Ο Ωρίωνας φεύγει δυτικά με την παρέα του. Με το μπάσιμο της άνοιξης, έρημος ο ουρανός στην ανατολή. Ένας μόνος ανατέλλει λαμπρός με το νύχτωμα, ο Αρκτούρος, το άλφα του Βοώτη στην προέκταση της ουράς της Μεγάλης Άρκτου. Γίγαντας και αυτός στα τριανταεπτά έτη φωτός, με εικοσιπέντε φορές τη διάμετρο του Ήλιου. Πιο πέρα στην ίδια καμπύλη, ο Στάχυς, το άλφα της Παρθένου, νεολιθικός και έκπτωτος.
Νύχτα του Ιουλίου, στο μεσουράνημα ο Βέγας στη Λύρα, ο Αλτάιρ στον Αετό κι ο Ντενέμπ στην ουρά του Κύκνου – του Σταυρού του Βορρά. Τριάδα ανεμελιάς και σκνίπας. Εγγύηση καλοκαιριού με ουράνια κατακέφαλη σφραγίδα. Παιδιά παίζουν στις πλατείες της Αθήνας, σε χωριά ή σε ταράτσες αιγαιοπελαγίτικων ενοικιαζόμενων. Άγρυπνο το μάτι των γονιών. Το γρανάζι γυρνά και μετακυλά τα καλοκαίρια τους, τα παιδιά μεγάλωσαν, τα άστρα προσπέρασαν.
Χαμηλά στον ορίζοντα ο Αντάρης του Σκορπιού. Ο Σείριος ανατέλλει πριν τον Ήλιο φέρνοντας στη μέρα σκυλίσια λαύρα. Ιούλιος, δάγκωμα και δηλητήριο που καίνε.
Στον αστερισμό του Κύκνου ο Κέπλερ-22, αστέρι απρόσιτο στο γυμνό μάτι. Ο πλανήτης Κέπλερ-22β διπλάσιος της Γης, στην κατοικήσιμη ζώνη – θάλασσα, υδάτινος κόσμος. Ωκεανός όπως του Σολάρις του νου του Λεμ.
Πριν δώδεκα χιλιάδες χρόνια ο Βέγας ήταν ο πολικός αστέρας. Σε δεκατέσσερις χιλιετίες ο Βέγας θα βρεθεί στην ίδια θέση. Έλικες που διαγράφουν μέγιστους κύκλους.
Κλείνουμε με την αναπότρεπτη φθινοπωρινή επιστροφή. Ο Ωρίωνας, ο Σείριος – το μέγιστο α, το άλφα του Μεγάλου Κυνός – οι Δίδυμοι και ο Ταύρος στη βραδινή τους θέση. Στην ανατολή και ο Αρκτούρος, ο Βοώτης στο πόδι πριν το χάραμα.
Φωτοϋποδοχείς στον αμφιβληστροειδή μας, ακόμα και σε άτομα που γεννήθηκαν τυφλά. Βοηθούν να αισθανόμαστε την παρουσία φωτός, ηλιακή μπαταρία του βιολογικού μας ρολογιού. Να ξυπνάμε με το φως, να νυστάζουμε με το σκοτάδι. Υπόγειος ρυθμός σε πείσμα της τεχνητής 24ωρης μέρας που φτιάξαμε στη ζωή μας αφήνοντας τον ύπνο πεινασμένο. Και τα αποδημητικά πουλιά που ταξιδεύουν νύκτα βρίσκουν δρόμο στο ταξίδι από αστερισμούς, το χάρτη που μαθαίνουν να διαβάζουν. Κάποιο δίκιο οι αστρολόγοι, όταν με υπερφίαλο τρόπο μιλούν για τις κλωστές που κρατούν τις ζωές δεμένες με τα άστρα. Δεν ξέρω πολλά για αστρολογία, λίγα μόνο για Διδύμους με ωροσκόπο Δίδυμο. Γνωρίζω όμως τον Ησίοδο που με μάγεψε σαν τον πρωτοδιάβασα (δυστυχώς όχι στο σχολείο), μιλώντας μου για αρχαία τιτανομαχία και σιδερένιο γένος. Για έργα και ημέρες κοπιαστικής ζωής σε ισορροπία, ζωής που κρατούν σε ρίζα άστρα και αστερισμοί. Γυμνοί να σπέρνουμε, γυμνοί να οργώνουμε, γυμνοί να θερίζουμε. Θρεμμένοι με θάνατο, ο Σείριος πάνω από το κεφάλι μας, οι Πλειάδες. Ο Ωρίωνας στη μέση του ουρανού πριν φέξει η μέρα στα μέσα του Σεπτέμβρη, τότε που τα κλήματα πρέπει να είναι τρυγισμένα και όλα τα σταφύλια στο σπίτι…
…Κι όταν, γυρίζοντας ο ήλιος, συμπληρώσει ο Δίας μέρες εξήντα του χειμώνα, τότε ο Αρκτούρος αφήνοντας τις ιερές ροές του Ωκεανού, πρώτη φορά λαμπρά ανατέλλει, μόλις πέσει το βράδυ. Κατόπιν του κι η χελιδόνα, η κόρη του Πανδίονα, με οξύ το λάλημά της, υψώνεται στο φως, σημάδι στους ανθρώπους πως μπήκε η νέα Άνοιξη…*
Δεν γνώριζε η μητέρα μου το γιαπωνέζικο μύθο για τον Αλκόρ, το λιγοστό χρόνο σαν το φως στα μάτια λιγοστέψει κι αυτό. Σε πείσμα της φθοράς, καρφώνουμε τα μάτια στα αστέρια. Όπως ο Oliver Sacks σε κείμενό του τον Ιούλιο του 2015, ένα μήνα πριν πεθάνει, γνωρίζοντας ότι πεθαίνει – my periodic table: Πριν λίγες εβδομάδες, στη εξοχή, μακριά από τα φώτα της πόλης, είδα τον ουρανό όλο «με τη σκόνη των αστεριών» (στα λόγια του Milton). Τέτοιος ουρανός νόμιζα ότι μπορούσε να ιδωθεί μόνο από ψηλά, άνυδρα οροπέδια όπως αυτό της Ατακάμα στη Χιλή (όπου βρίσκονται μερικά από τα ισχυρότερα τηλεσκόπια). Ήταν αυτό το ουράνιο μεγαλείο που με έκανε ξαφνικά να συνειδητοποιήσω πόσο λίγος χρόνος, πόση λίγη ζωή μου απέμενε. Η αντίληψή μου της ομορφιάς των ουρανίων, της αιωνιότητας, ήταν αναπόσπαστη για μένα με μια αίσθηση προσωρινότητας – και θανάτου. Είπα στους φίλους μου Kate και Allen, «Θα ήθελα να δω πάλι έναν τέτοιο ουρανό την ώρα που πεθαίνω». «Θα σε σύρουμε έξω», είπαν.
We’ll wheel you outside…
Σιδερένιοι, τη σκουριά μας μασούν ατσαλένια γρανάζια. Κύκλοι κλείνουν και ξαναρχίζουν, οι τροχοί συνεχίζουν, θόλοι και πόλοι πάνε και έρχονται. Το ίδιο και η χελιδόνα, η κόρη του Πανδίονα.
*Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, μετάφραση – επιλογή Δ. Ν. Μαρωνίτης, «Το Ροδακιό», 1995