- Ήταν ένα σαφώς καλό μουντιάλ, ένα μουντιάλ που όχι μόνο το απολαύσαμε σε γενικές και στις περισσότερες ειδικές του γραμμές τον μήνα που προηγήθηκε, αλλά κι ένα μουντιάλ που ίσως στην πορεία των χρόνων αρχίσουμε να το θυμόμαστε ως ακόμη καλύτερο κι από αυτό που στην πραγματικότητα ήταν, ένα μουντιάλ με το οποίο θα συγκρίνουμε άλλα χειρότερα.
- Ήδη το φορμάτ με το οποίο θα διεξαχθεί το επόμενο, Νοέμβρη – Δεκέμβρη του 22, προκαλεί έναν πρόωρο φόβο ότι θα είναι ξενερωτικό, ότι δεν θα μπορέσουμε να το εισπράξουμε ως κανονικό μουντιάλ, ότι είναι μεγάλο λάθος να μπερδεύεσαι έτσι με την παράδοση ενός αθλητικού θεσμού, ο οποίος διεξαγόταν κάθε τέσσερα καλοκαίρια.
- Από την άλλη ο φόβος δεν αποκλείεται να αποδειχθεί υπερβολικός και αν μη τι άλλο το ποδόσφαιρο έχει δείξει ότι μπορεί να αντέχει και να αφομοιώνει τις όποιες αλλαγές, χωρίς σοβαρούς κλυδωνισμούς. Φέτος ας πούμε ήρθε το VAR, κι εντάξει, το ποδόσφαιρο παρέμεινε ποδόσφαιρο.
- Το VAR το οποίο ήρθε και κυριάρχησε στους ομίλους και μετά σαν να έπεσε (τι σαν δηλαδή, σίγουρα έπεσε) η ντιρεκτίβα «Παιδιά, κάντε κράτει» και από τα νοκ άουτ κι ύστερα εξαφανίστηκε σχεδόν οριστικά. Μέχρι τη στιγμή του πέναλτι του τελικού.
- Το οποίο είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση ως προς το εξής. Ναι, είναι πέναλτι. Και ναι, ο Πέρισιτς βάζει το χέρι του επίτηδες εκεί που το βάζει. Αλλά είναι ένα πέναλτι που δεν είδε ο διαιτητής. Κι ένα πέναλτι από αυτά που περισσότερο αδικία αποδίδουν παρά δικαιοσύνη. Δηλαδή η εσχάτη των ποινών για μια τέτοια κουτοπόνηρη κι εν τέλει βλακώδη παράβαση και δη σε τελικό μουντιάλ είναι too much. Θα μπορούσε κανείς να πει στον διαιτητή ότι κακώς θα το σφύριζε αν το σφύριζε από μόνος του; Όχι. Ήταν αναγκασμένος να το σφυρίξει από τη στιγμή που πήγε να το δει; Ήταν. Αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση το μάτι της κάμερας έπιασε αυτό που το ανθρώπινο μάτι δεν είδε και δεν το είδε όχι από αβλεψία, αλλά επειδή το ανθρώπινο μάτι έχει μάθει να βλέπει τα ουσιώδη.
- Αλλά για να μην παρεξηγούμαι. Χίλιες φορές να υπάρχει VAR κι ας υπάρχουν και παράπλευρες τυπολατρικές απώλειες ουσίας, παρά το ποδόσφαιρο να είναι έρμαιο μεγάλων διαιτητικών λαθών ή, ακόμη χειρότερα, διαιτητικού δόλου.
- Το μεγαλύτερο παράσημο και μαζί η μεγαλύτερη μομφή που θα μπορούσε να αποδοθεί στην νέα Παγκόσμια Πρωταθλήτρια, είναι ότι κατέκτησε το μουντιάλ και ο μέσος φίλαθλος θεωρεί ότι το έκανε χωρίς να πλησιάσει καν το ταβάνι της απόδοσής της. Δυο εντυπωσιακά δεύτερα ημίχρονα με Αργεντινή και Κροατία, για την ακρίβεια ούτε καν ολόκληρα, της χρειάστηκαν δυο μισά δεύτερα ημίχρονα για να μοιάσει ακαταμάχητη. Κι όλο το υπόλοιπο τουρνουά σφιχτά, οικονομικά, μετρημένα, ένα – μηδέν με κεφαλιά σέντερ μπακ από στημένη φάση για πρόκριση στον ημιτελικό, ένα – μηδέν με κεφαλιά του άλλου σέντερ μπακ από στημένη φάση για πρόκριση στον τελικό, δυο γκολ στο πρώτο ημίχρονο του τελικού με μια τελική, ένα με πέναλτι κι ένα με αυτογκόλ.
- Από την άλλη έχεις το Βέλγιο που έβγαλε μάτια. Κι από τη Γαλλία έχασε σχεδόν σβηστά. Κάτι σημαίνει προφανώς. Και ναι, πώς να μην πεις ότι το πήρε δίκαια η Γαλλία; Δίκαια το πήρε προφανέστατα, δίκαια αλλά μιλάμε για μια ομάδα που έβαλε τέσσερα γκολ σε τελικό και που και πάλι λες, ότι υπάρχει κάτι που δεν μπορεί να με ψήσει εντελώς υπέρ της. Ναι, ακούγεται σχεδόν γελοίο, το αναγνωρίζω.
- Στη φετινή χρονιά των τεράστιων λαθών τερματοφυλάκων, στη φετινή χρονιά που είδαμε σε τελικό τσάμπιονς λιγκ και σε τελικό μουντιάλ, να μπαίνουν γκολ με λάθη σαν αυτά του Κάριους και σαν αυτά του Γιορίς, σχεδόν κανείς δεν θα μιλήσει για τον τρόπο με τον οποίο δέχτηκε τα γκολ στον τελικό ο Σούμπασιτς. Λένε ότι όλοι οι άλλοι παίκτες μπορεί να κάνουν σωρεία λαθών και να μην τρέχει κάτι, αλλά ο τερματοφύλακας ένα να κάνει θα φανεί και θα έχει κατακραυγή. Ισχύει μεν, αλλά αν χάσεις την μπάλα από τα χέρια σου, αν κάνεις κακή έξοδο, αν δώσεις ασίστ στον Μπενζεμά και στον Μάντζουκιτς σε τελικούς. Αν η μπάλα περάσει δίπλα σου σε τουλάχιστον δυο, αν όχι και σε τρία από τα τέσσερα, γκολ που δέχτηκες, κανείς δεν θα σε κατηγορήσει στα αλήθεια.
- Όσα καλά κι αν προσέφερε το φετινό μουντιάλ, προσέφερε και μια λίαν τραυματική εμπειρία. Τις 1.114 πάσες των Ισπανών στο ματς με την Ρωσία. Αν βάλουμε σε μια στήλη όλα όσα είναι το ποδόσφαιρο και σε μια άλλη όλα όσα δεν είναι, πρώτη – πρώτη θέση στην στήλη των όσων δεν είναι, πρέπει να καταλαμβάνει στο διηνεκές το συγκεκριμένο παιχνίδι των Ισπανών.
- Ο Μέσι συνεθλίβη υπό το αβάσταχτο βάρος που έπρεπε να σηκώσει στους ώμους του, ο Κριστιάνο ξεκίνησε σαν να μην είχε περάσει μια μέρα από την κατάκτηση του τρίτου στη σειρά τσάμπιονς λιγκ αλλά μετά ξεφούσκωσε, ο Νεϊμάρ έχασε την όποια ευκαιρία του μπας και κάνει το κάτι παραπάνω όταν είδε τον Κουρτουά να εκτινάσσεται στο τελευταίο λεπτό, στην θέση τους στο βάθρο ανέβηκαν ο Κιλιάν Μπαπέ που όταν έβρισκε χώρο να καλπάσει δεν ήταν ο έφηβος που βρισκόταν αντιμέτωπος άντρες αλλά ο άντρας που βρισκόταν αντιμέτωπος με μικρά παιδιά, ο Λούκα Μόντριτς που έκανε το ίδιο αποτελεσματικά παθιασμένα τάκλιν και με μοιρογνωμόνιο μοίρασμα παιχνιδιού και ο Εντέν Αζάρ που καλύτερος κι από τα παιχνίδια που κέρδισε η ομάδα του, ήταν στο μόνο παιχνίδι που έχασε, όταν αρνήθηκε να χάσει κι έπαιρνε σε κάθε φάση την μπάλα μήπως και μπορέσει να διασπάσει το τοίχος κατά μέτωπο μόνος του. Δεν μπόρεσε. Μπόρεσε το τείχος του Ντεσάν. Και ο Ντεσάν νίκησε. Μπράβο του. Έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει. Κι αφού το ζητούμενο είναι το τρόπαιο, έκανε κι αυτό που ήθελαν οι συμπατριώτες του να κάνει. Εμείς που δεν είμαστε συμπατριώτες του θέλαμε ίσως κάτι παραπάνω.