Η ύπαρξις
13-09-2019

Χρόνια παιδευόμουνα με τα σκυλιά στις οδοιπορίες μου. Δεν τα φοβόμουνα, αλλά κάποια νύχτα, καλεσμένος σε σπίτι μπαγιάτη, μπαίνω εύχαρις και ένα μιτσό καυγατζίδικο με δάγκωσε γερά στη γάμπα. Έκτοτε, τα πρόσεχα και άκουγα τις οδηγίες των «ιδιοκτητών». Στην ύπαιθρο, και αγέλη να μου ορμούσε, καθόμουν καταής, φρύαζαν στο γάβγισμα και έφευγαν κουνώντας την ουρά, ασφαλές σημείο αδιαφορίας. Ωσπου ένας χωριανός που μοιραστήκαμε ένα πλακέ ουίσκι Τήτσερς, ζαλίστηκε και ευχαριστημένος μου δίδαξε πως «να τα δένω», σφραγίζοντας το στόμα τους. Με εξόρκισε όμως, αν απομακρυνόμουν και δεν κινδύνευα, «να τα έλυνα» επειδή απόμεναν με τα σαγόνια σφαλιστά και πέθαιναν από πείνα. Έκτοτε σκύλος δε μ΄ενόχλησε.  Το κλείδωνα και μετά το ξεκλείδωνα. Πάντως, σε άγνωστο σκυλι, ένα μυστικό: ποτέ μη το κοιτάς στα μάτια. Νομίζει πως αναμετριέσαι μαζί του. Τα παιδάκια δεν το ξέρουν και νομίζουν πως παίζουν με κούκλες.

Το ξόρκι του κλειδώματος δεν το μαρτυράω, επειδή μπορεί να κλειδώσετε επίσημες αγαπημένες, αντιπαθητικά σόγια, αλλόφρονες κομματικούς και ιδίως, την εκλεκτή φάρα των «ειδικών» και των ποιητικών υπάρξεων.