Όσο και αν για πάρα πολλούς -και σίγουρα για μένα- ο Επιτάφιος, αν όχι και ολόκληρη η Μεγάλη Παρασκευή, είχε αισθητικοποιηθεί, όσο και αν για πάρα πολλούς -και σίγουρα για μένα- ο Επιτάφιος είχε δευτερευόντως θρησκευτική διάσταση και αποτελούσε κυρίως ένα κομμάτι παράδοσης στo οποίo συμμετείχες επειδή θεωρούσες ότι σε αφορά και ότι είναι ένα μέρος της συλλογικής σου ταυτότητας το οποίο δεν θέλεις να απαρνηθείς, αλλά αντίθετα διατηρείς χρόνο το χρόνο τις ξεχωριστές σου αναμνήσεις απ’ αυτό, τόσο ώστε να γίνεται και μέρος της δικής σου ιστορίας, δεν παύει μέσα σε αυτήν την αισθητικοποιημένη ακολουθία της περιφοράς του Επιταφίου, με τα κεριά και τον κόσμο μέσα στην ανοιξιάτικη νύχτα, να διασωζόταν και ένα στοιχείο ήπιας κατάνυξης, ένα ίχνος δειλού δέους, ένα αχνό αποτύπωμα πνευματικότητας, μια υποψία ότι η ζωή είναι ένα όνειρο που το ονειρεύονται καλύτερα οι άνθρωποι όταν το ονειρεύονται όλοι μαζί, δίπλα δίπλα, κρατώντας στα χέρια μικρές φλογίτσες φωτός και περπατώντας σαν ένα σώμα, με θάρρος προς το σκοτάδι που αναπόφευκτα στο τέλος θα τους καταπιεί.
Επιτάφιος
17-04-2020