Όσοι δεν γεράσατε πρόωρα, θα θυμάστε τους κουλοχέρηδες ή τα φρουτάκια. (Ευτυχώς ο Μπαμπινιώτης δεν παρενέβη στην ορολογία τους). Ήταν μία κάθετη απαγόρευση στη στροφή του αιώνος, στο δημοφιλέστατο τζόγο της χώρας μας. Όταν κάποια στιγμή στα Γιαννιτσά, οι παρέες στη γωνία του Κουτούδη έπαιζαν με το χαρτονόμισμα σφιχτά στην παλάμη αν ο υπό διέλευσιν συνάνθρωπός τους ήτο άνδρας ή γυναίκα ή παπαδοπαίδι ή οπαδός του Χαραλαμπίδη, καταλαβαίνετε πως ο τζόγος είχε υπερβεί κάθε όριο, αν μάλιστα βάλετε στη ζυγαριά τον «θρύλο του σαλιγκαρά» κατά τον οποίον άρχων των συσκευασμένων σαλιγκαριών που διέθετε στην ταράτσα του και πισίνα που κοίταζες τους λουομένους από κάτω, με μια δέσμη σαμονάητ περιόδευε στα χωριά του κάμπου και έπαιζε πόκες κι βιδωτή τριανταμία ολονυχτής, αφαιρών όλες τις αγροτικές επιδοτήσεις των συμπαικτών του, θα εμπεδώσετε ότι το διάταγμα Χριστοδουλάκη ήταν ανεφάρμοστο. Εξάλλου η έξαλλη αντίδραση των κουλοχεριτζήδων δεν έφερνε αποτελέσματα επί δέκα χρόνια, διότι αφ΄ενός υπήρχαν καζίνο σε Σόφια, εις την Πόλιν, σε Γεύγελη και Δοϊράνη σε συνθήκες πακιστανικού σινεμά, αφ΄ετέρου εγκυρώθηκαν καζίνο σε πόλεις της Ελλάδας και καζάντησαν οι καζινάριοι.
Σε κάθε περίπτωση, όταν ανακοινώθηκε «η επένδυση στο Ελληνικό» (αυτό κι αν θέλει Μπαμπινιώτη για να γίνει κατανοητό) και είδαμε διαγωνισμό για ένα νεοκαζίνο κατά το νέο, «αραβοτέκνο» στύλ, έτυχε και κολλήσαμε κοροναϊό στο Σύμπαν, πράγμα που σημαίνει πως η επένδυση θα έβγαζε τα λεφτά της αν επενδύονταν στο Άλφα του Κενταύρου. Συνέπεσε να συμβεί χλαλοή και χλαπαταγή διαφημίσεων, καθώς με απένταρο κόσμο, και απαγορεύσεις εξόδου, οι στοιχηματζήδες και οι παπαπτζήδες που δεν λέγονται έτσι (θα γράψω στον Μπαμπινιώτη να τους ονοματίσει Ιεροσυλλέκτες, τέκνα της Ανάγκης και Μύστες της Σφιγγός του Τουθμώσιος) μετέφεραν τους ληστές με το ένα χέρι, την τεχνική «φάηβ εν δε νέημπορς» και μετρητές πιθανοτήτων στο μέγεθος ενός κινητού. Ακολούθησε διαφήμιση με μοντέλες γελαδερές που φίλαγαν με πάθος τον παθιάρη του τζόγου τους και στρατολόγησαν ακόμη και έναν του 18ου αιώνα με περούκα και πομάδα, χασμώμενο, κρύβοντας την χειρονομία που έκαμε κάθε τόσο, με την άκρη του δακτύλου του, εξοντώνοντας μια ψείρα.
Σα να μη έφταναν αυτά, ένα κύμα διαφημίσεων πλάκωσε την αγορά, και η αγορά πρωταγωνιστεί, τυφλά προβάλοντας φάρμακα, ΜΚΟ, δώστε και σώστε, αχ ο Αη Βασίλης. Και οτιδήποτε θυμίζει ένα σπόρι που δείχνει ανατριχιασμένο, μιμούμενο τον ιό-Σατανά.
«Παιξε ρε συ, θα κερδίσεις» που παρότρυνε ο αβανταδόρος το θύμα του παπατζή.
Όσοι πάλι γεράσατε πρίν την ώρα σας θα θυμάστε ότι στα ΜικιΜάου, όταν στα στρήπ υπήρχε ηρεμία και ραστώνη οι τοπικές εφημερίδες εμφανίζονται με πρωτοσέλιδα όπως «έπεσε η μπουγάδα της κυρίας Τζόουνς». Ακριβώς αυτό θυμήθηκα ακούγοντας πως «εμβολιάστηκε ο υφυπουργός Υγείας Κοντοζαμάνης». Έχει ακριβώς την ίδια αξία. Αντί να χάνει λάδια η κυβέρνηση και την φτήνεια των καταγγελιών η αντιπολίτευση, ας εμφανιστεί κάποιος ιδρύοντας μια «Δημοκρατία των Εμβολίων» με μοναδικό ισχύον άρθρο το «όλοι δικαιούνται δύο εμβόλια το ταχύτερο δυνατό». Έτσι, ώστε να τρυπηθεί το μπράτσο των ενόπλων δυνάμεων, των αστυνομικών, των φυλακισμένων, των κοινωνικών μειονοτήτων και όλων αυτών που ανήκουν μετά την πανδημία στο περιθώριο. Δεν ξέρω αν το νοιώθετε πως σοβεί κοινωνικός αναβρασμός. Για παράδειγμα, όλοι καταλαβαίνουν πως μόνο τα σχολεία δεν πρέπει να ανοίξουν: δοκιμάστηκε το σύστημα και γέμισαν οι ΜΕΘ. Μακρές περιόδου λοκάουτ χρειάζεται η χώρα για να υπάρξει ελπίδα υγείας, αλλοιώς θα γεμίσουμε οικονομικώς εύρωστα πτώματα. Άλλο παπατζηλίκι δεν έχω για σήμερα.