[κοντήν]
Μετά το τελευταίο ντέρμπι που τελικά δεν ήταν ο τελικός, παρατηρώ μια έξαψη αυτές τις μέρες, μια μεγάλη χαρά από κάθε πλευρά, λες και επίκειται ένας μεγάλος ποδοσφαιρικός αγώνας που πήρε παράταση και τώρα είναι η περίοδος κραιπάλης πριν τη μεγάλη μέρα. Μοιάζει με την εποχή που όλοι γουστάρουμε πριν τα μεγάλα ντέρμπι, τότε που φοράς κασκόλ και καπέλα και βγαίνεις στους δρόμους να κάνεις κωλοδάχτυλα, να πιεις τα μπυρόνια σου και να παρτάρεις μέχρι τη μεγάλη στιγμή. Τότε που όλα παίζονται και μπορείς να ονειρευτείς την κορυφή. Τότε που το μόνο που σε απασχολεί είναι να σκαρώνεις συνθήματα, να μπλέκεσαι σε επικές μάχες και καραγκιοζιές και να μισείς απαραίτητα σε μπουλούκια το σινάφι των αντιπάλων.
Όλα τα νιώθεις τόσο τέλεια διότι πάντα πριν από ένα μεγάλο ντέρμπι έχουμε κάτι σπάνιο. Έχουμε Ελπίδα. Είναι το κλασικό συναίσθημα των οπαδών πριν από κάθε μεγάλο αγώνα να τρομπάρονται με αυτήν, ακόμη κι αν βρέθηκαν στον τελικό από σπόντα. Όλοι, παίκτες, παράγοντες και οπαδοί, νιώθουν αισιόδοξοι, άνετοι, νικητές και γενικά νιώθουν καλά πράγματα. Διότι κανείς πριν από έναν πραγματικά μεγάλο αγώνα, όσο άχρηστος κι αν είναι, δεν σκέφτεται την ήττα. Δεν πρέπει σου λέει, να σκέφτεσαι αρνητικά γιατί κάνει κακό στην ψυχολογία. Έτσι όλοι βλέπουν τη μπάλα στα δίχτυα, κάθε φορά που κλείνουν τα μάτια κάνουν το γύρο του θριάμβου, ακούν ήδη χειροκροτήματα και ιαχές νίκης, βλέπουν ήδη τον εαυτό τους πρωταθλητή με το στεφάνι στο κεφάλι -και βασικά, μια χρυσή καρέκλα στον κώλο.
Βρες αυτό που αγαπάς λέει το ποπ αγαπημένο ρητό (όσων δεν δούλεψαν ποτέ από ανάγκη) και κάνε το επάγγελμα για να μην ξαναδουλέψεις ποτέ. Ε, στην πολιτική δουλεύει και ανάποδα. Βρες τη χρυσή καρέκλα, κόλλησε πάνω της γερά τον κώλο σου και μετά αγάπησέ την όσο τίποτε στον κόσμο. Βάλτην πάνω από οικογένειες, πατρίδες, δεν ξέρω ποιο θεό πιστεύεις και μετά άραξε. Ή μάθε την τέχνη στα παιδιά σου.
Σε αυτή λοιπόν τη μεγάλη γιορτή, σε αυτήν την ωραία ατμόσφαιρα, κάθε φορά όλοι χάνουμε πάντα όποιος κι αν κερδίσει, γιατί εδώ δεν μιλάμε για ποδόσφαιρο και άλλα ευγενικά. Εδώ μιλάμε για restart κανονικό. Γιατί σαν χαζόψαρα κάνουμε restart τη μνήμη μας σε κάθε εκλογικό μουντιάλ και ξεφαντώνουμε δίχως αύριο στη μεγάλη γιορτή της δημοκρατίας για να θαυμάσουμε όλοι τον νέο Μαραντόνα της πολιτικής.
Ναι, είναι η σειρά του Κυριάκου να κατατροπώσει τον Αλέξη, αλλά στο δια ταύτα, εδώ πάλι θα ‘μαστε να μουτζωνόμαστε. Διότι η νέα τράμπα επιβάλλει έναν ακόμη αδιάφορο τύπο -μα με το σωστό επίθετο αυτή τη φορά- που σέρνει πίσω του έναν νέο συρφετό ανεκδιήγητων και που απλά θα αντικαταστήσουν τον προηγούμενο συρφετό στις καρέκλες. Και παρότι ξέρουμε από τώρα τα πάντα για την επόμενη φορά, δεν μας νοιάζει.
Δεν μας νοιάζει που τότε θα είναι ξανά μανά η σειρά ενός νέου ή παλιού ανεκδιήγητου, με τη μόνη διαφορά πως το επίθετό του δεν θα “φωνάζει” τζάκι γιατί τότε θα έχουμε βαρεθεί ξανά τα τζάκια και θα έχουμε ανακαλύψει πάλι, πως μόνο αυτά φταίνε για την κατάντια της χώρας και τις ρεμούλες και έτσι λοιπόν, θα βρούμε έναν φτωχό και τίμιο νέο – όχι απαραίτητα φτωχό, ούτε τίμιο μα ούτε και νέο αλλά τέλος πάντων, κάτι θα βρούμε να ‘χει πάνω του- και θα σωθούμε. Δεν δίνουμε δεκάρα που το μέλλον μας είναι εντελώς προβλέψιμο, πάντοτε πιο χάλια και περιγράφεται επακριβώς με ένα “και ούτω καθεξής”. Το μόνο που υποψιάζομαι πως μας χαλάει λιγουλάκι είναι που σύντομα δεν θα ‘χει μείνει τίποτε για τράμπα.
Όσο πλησιάζει η επόμενη μεγάλη λήθη, οι μεν έχουν έτοιμο τον επόμενο Ηγέτη από τα τώρα να παίρνει σειρά και οι δε, αναστηλώνουν όπως-όπως τον δικό τους μεγάλο Ηγέτη Α.Τ. (=άνευ τζακίου). Μόνο που όλα αυτά οδηγούν αναγκαστικά σε ντράβαλα. Χρυσόψαρα ψηφοφόροι, χρυσόψαρα πολιτικοί, χρυσόψαρο και το κράτος. Κάθε τέσσερα χρόνια έχουμε μια καλή επανεκκίνηση μνήμης και όλα ξεκινούν από το μηδέν. Οι πάντες αποκτούν και πάλι πολιτική συνείδηση, ήθος, έργο και όραμα. Εκτός βέβαια από αυτούς που δεν έχουν κατασταλάξει ακόμη σε στρατόπεδο.
Απ΄την άλλη, η λαίλαπα των Μητσοτακέων που δεν έχει τελειωμό, γίνεται ξαφνικά η ιδανική λύση για να πάει μπροστά η Αθήνα, η χώρα, ο γαλαξίας. H επική ασχετοσύνη και ο απροκάλυπτος τυχοδιωκτισμός του Τσίπρα γίνεται λεβεντιά και ηγετοσύνη με μπράβους Πολάκηδες και Καμμένους. H λύσσα για εξουσία των γιαλαντζί αριστερών που αποδείχτηκαν καραδεξιοί γίνεται νόρμα που δεν εκπλήσσει πια κανέναν, οι Τασίες λιάζουν τις κορμάρες τους και όλοι οι παλιοί τυχοδιώκτες βουτήχτηκαν στη μαρμίτα με το μαγικό φίλτρο του πατριωτισμού. Εδώ ο Πάκης, ο Πάκης του μισού εκατομμυρίου διορισμών από το παράθυρο, πρόεδρος της δημοκρατίας, δηλαδή αυτό και μόνο, θα αρκούσε για να στηρίξω το επιχείρημα της απόλυτης λήθης – και της απόλυτης βλακείας και της ανάγκης για αφανισμό μη σου πω. Kαι απέναντί τους εμείς με δανεική μνήμη ξεσηκωμένη από τα τελευταία προεκλογικά banner και με ένα κράτος που ξηλώνεται συθέμελα για να ξαναχτιστεί κάθε λίγο -και όπου να ‘ναι. Ζώα να ‘μασταν, θα τον λυπόμασταν τόσο κόπο να μάθουμε, να στήσουμε και να λειτουργήσουμε ολόκληρο κράτος. Αμοιβάδες να ‘μασταν, θα ‘χαμε λίγο παραπάνω μυαλό να κρίνουμε αυτά που βλέπουμε ή έστω, να προστατέψουμε τουλάχιστον τα βασικά. Αλλά ούτε αυτό.
Ιδιωτικό post στο Facebook
Λίγο πριν τις επόμενες εκλογές, -την τράμπα δηλαδή μεταξύ λίγων, την απλή κατανάλωση προπαγάνδας και τη στυγνή αγορά υπηρεσιών- οι μεν είναι πολύ απογοητευμένοι από τον Αλέξη και έχουν ήδη ανεβάσει στο βάθρο τον Κυριάκο ενώ οι δε, έπαθαν Πολάκη μετά από ξίδια στο πέμπτο χιλιόμετρο της Εθνικής. Τουτέστιν μπινελίκια και κωλοδάχτυλα. Δε λέω, ωραία τα ματσάκια και η οπαδοσύνη κάθε τετραετία όμως όσο περνάει ο καιρός όλα αυτά σου αφήνουν όλο και πιο μεγάλο κρατήρα στη χώρα – που θες δε θες, κάποια στιγμή θα πέσεις μέσα. Όμως δεν είμαστε διαφημιστικό κοινό, είμαστε ψηφοφόροι και πολίτες. Δεν είμαστε οπαδοί -που αν το σκεφτείς μακάρι να ήμασταν- διότι εδώ δεν πάμε να διασκεδάσουμε και να στηρίξουμε την ομάδα. Πάμε να βγάλουμε άκρη για το τί θα κάνουμε αύριο. Και μάλιστα, όχι ακριβώς τί μα αν θα υπάρξει καν αύριο έτσι όπως τα καταφέραμε.
Όταν σήμερα, βγαίνουμε να πανηγυρίσουμε ή να θυμώσουμε καλή ώρα με οτιδήποτε έχει να κάνει με εκλογές, είναι δεδομένο πως το έχουμε πάρει λάθος. Κι ενώ σπάνια μπορώ να κρατηθώ να μην κράξω τέτοιους καιρούς, καταλήγω πως αν τελικά δεν ξεριζώσουμε τη χαρά και την ικανοποίηση από την εξίσωση, όπως και γενικά όλα τα συναισθήματα σε περίοδο εκλογών, χαΐρι γιοκ. Θέλει χαρτί και μολύβι, είναι τελικά μόνο λογαριασμός, με αριθμούς και γεγονότα τί πήγε καλά και τί δεν πήγε. Είναι ας πούμε, τί διάολο μπορείς να βάλεις απέναντι στο Μάτι και στον Καμμένο για να μη γείρει η ζυγαριά – σόρι παρασύρθηκα πάλι. Που λες, ας ισχυρίζεται ό,τι θέλει κάθε υποψήφιος και “το μέσα” μου – ειδικά αυτό, θέλει ξανάστροφη.
Υποψιάζομαι πως η δουλειά μας κάθε τετραετία δεν είναι να διαλέξουμε ομαδάρα και σε ποιο ξενυχτάδικο θα τα σπάσουμε μετά. Δεν είναι να κάνουμε τεμενάδες σε όποια φίρμα δέχεται τη μεταγραφή, μπας και νιώσουμε κι εμείς τη χαρά της νίκης. Είναι να πάρουμε από το χεράκι τον εκκολαπτόμενο έφηβο πρωταθλητή και για μια τετραετία να του πλένουμε τις κάλτσες, να τον μαζεύουμε από τα κωλόμπαρα, να του κόψουμε τσιγάρα και ξίδια και να τον κάνουμε αληθινό αθλητή μπας και φέρει καμιά κούπα. Μπας. Αλλά μπα.
Υ.Γ. Αναγνωρίστε μου παρακαλώ ότι κρατήθηκα και δεν έβαλα απανωτά επεξηγηματικά, ειρωνικά και μπινελικωτά link σε κάθε μα κάθε λέξη που έγραψα. Είναι κι αυτό μέρος της προσπάθειάς μου να γίνω Ανώτερος Άνθρωπος και μπορεί εσείς να μην το θυμάστε αλλά εγώ μια φορά σκοπεύω να το επικαλεστώ εάν ποτέ βαρεθώ το καλάμι και αναζητήσω κανονική καρέκλα.