Ανεξάρτητα από την άποψή μας για την Ντόρα Μπακογιάννη, πιστεύω ότι όσοι και όσες τοποθετούμαστε αριστερά της ΝΔ έχουμε λόγους να μας αφορούν οι δηλώσεις της κατά των ρατσιστικών «μπάρμπεκιου» (και οι προηγούμενες για το Τζόκερ και το δρώμενο στη Νέα Φιλαδέλφεια). Γιατί μας ενδιαφέρει, και μάλιστα πολύ, να υπάρχουν ισχυρές φωνές, και ειδικά από τον χώρο της ΝΔ, κατά των αθλιοτήτων με τα χοιρινά ― κι αυτό ανεξάρτητα από τους λόγους που το κάνει η Μπακογιάννη (κατά τη γνώμη μου χτίζει ένα πολιτικό προφίλ και θέλει να ηγηθεί μιας φιλελεύθερης τάσης στη ΝΔ).
Έτσι, είμαι εντελώς αρνητικός στις προσεγγίσεις του τύπου ότι η Ντόρα κάνει τον «καλό μπάτσο» ή που αναδεικνύουν την υποκρισία της, καταμαρτυρώντας της διάφορα, ακόμα κι αν είναι αληθή. Όχι μόνο επειδή με τις δίκες προθέσεων δεν βγάζεις άκρη και έχεις τον κίνδυνο να τα ισοπεδώσεις όλα ως «υποκριτικά» και σικέ (αλήθεια, τι είναι ειλικρινές στον χώρο της επίσημης πολιτικής;), αλλά επειδή τη βρίσκω μια στάση απολύτως παθητική και εσωστρεφή, αν θέλεις να πας κόντρα λ.χ. στον ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον συντηρητισμό.
Τι θέλω να πω; Το να κουνάς το δάχτυλο, θυμίζοντας διαρκώς την κακότητα του αντιπάλου, δεν σε πάει μπροστά. Γιατί είναι ουσιώδες στην πολιτική να αντιλαμβάνεσαι τις διαφορές, να αξιοποιείς τις αντιθέσεις, να δημιουργείς ρήγματα, να στήνεις συμμαχίες, να αντιλαμβάνεσαι δυναμικές. Και θεωρώ λάθος, αυτή τη στιγμή, με τις εστίες ρατσισμού να πολλαπλασιάζονται, με τη μεγάλη πλειονότητα των καναλιών να παίζει το γνωστό τροπάρι της ξενοφοβίας, να προσπερνάμε με ευκολία φωνές που πάνε κόντρα σ’ αυτό το ρεύμα. Ειδικά αν προέρχονται από τον συντηρητικό χώρο. Αντιθέτως, θεωρώ κρίσιμο να μην ακούγονται μόνον οι Πλεύρηδες. Αυτό δεν σημαίνει ότι αθωώνω τη ΝΔ από τις ευθύνες της, κάθε άλλο. Θα το πω με ένα παράδειγμα: η Εκκλησία της Ελλάδος εκτρέφει συστηματικά τη μισαλλοδοξία, τον ακραίο εθνικισμό και την ξενοφοβία και οι ευθύνες της είναι μεγάλες, ωστόσο, την ίδια στιγμή, κάθε φωνή από τους κόλπους της που μιλάει με σαφήνεια ενάντια σε αυτά είναι και σημαντική και πολύτιμη. Το ένα δεν ακυρώνει το άλλο.
Δεν προτείνω να αγαπήσουμε την Μπακογιάννη, αλλά να μιλήσουμε πέρα από τη συμπάθεια και την αντιπάθεια. Και, πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, να αξιολογήσουμε πολιτικά και να αξιοποιήσουμε τη στάση της, στον αγώνα μας ενάντια στα μπάρμπεκιου της αγριότητας, της κραυγές του Βούρου στη Νέα Φιλαδέλφεια, και τόσα άλλα.