Βιρακότσα
22-03-2019

Στα μεγάλα υψόμετρα το νερό βράζει χαμηλότερα των 100 Κελσίου. Έτσι, η καθημερινή ανάγκη και συνήθεια για ζεστό πρωινό καφέ μου έφερε την εκδίκηση του Μοντεζούμα. Ορθότερα, την εκδίκηση του Αταχουάλπα. Και στα 3.820 μέτρα η διάρροια των ταξιδιωτών μου επιτέθηκε από κοινού με τον πονοκέφαλο, τη δύσπνοια και την κόπωση της νόσου των ορέων. Παρά τις συστάσεις των ντόπιων και έμπειρων, δεν υπήρξε γοργή βελτίωση της κατάστασης, δεν στάνιαρα πιπιλώντας και μασώντας φύλλα κόκας μαζί με στάχτη.

Στο Πούνο του Περού, στις όχθες της λίμνης Τιτικάκα, κοντά στα σύνορα και το σχέδιο να επισκεφτώ τη Βολιβία έτοιμο να ναυαγήσει. Ο χρόνος λιγόστευε, υπήρχαν και άλλοι προορισμοί και πάντα η ημερομηνία επιστροφής στο αεροπορικό εισιτήριο. Έπρεπε να περιμένω να ξαναβρεί ενέργεια και δύναμη το κορμί. Αποφάσισα με το σύντροφό μου να ακυρώσουμε την ολιγοήμερη επίσκεψη στην πρωτεύουσα Λα Παζ και να αρκεστούμε στη μια μέρα στο Τιαουανάκο.

Τιαουανάκο, η αρχαία πόλη στο Αλτιπλάνο, αυτή στα παλιά βιβλία και στις ταινίες του τσαρλατάνου Ντένικεν. Ελάχιστους έπεισε η εμμονή του να βλέπει σε αρχαίες βραχογραφίες (και παντού) αστροναύτες και προηγμένες τεχνολογίες. Αλλά μια γενιά του οφείλει για την ομορφιά των εικόνων μακρινών πολιτισμών – εικόνες που σνόμπαρε η ελληνική παιδεία που σε άλλους αναγνωρίζει όσα θεωρεί χρωστούμενα. Φανταστικά όντα, ανάγλυφα ή ζωγραφισμένα με ώχρα, ανθρωπόμορφα ζώα, ταξίδευαν αιχμάλωτο τον εφηβικό νου μου.

Στο πρακτορείο για τα εισιτήρια λεωφορείου μας συμβούλεψαν, καθώς ταξιδεύαμε μόνοι, να χρησιμοποιήσουμε υπηρεσίες ξεναγού ώστε να μας βοηθήσει με τη γραφειοκρατία των διαβατηρίων στα σύνορα και ταυτόχρονα, γνώστης, να μας ξεναγήσει στο χώρο. Ελάχιστο το κόστος. Και ο Μανουέλ συμπαθής, λιγομίλητος και γλυκομίλητος. Μεστίζο, μικτής καταγωγής, ινδιάνικο και ευρωπαϊκό αίμα στις φλέβες του.

Άθλιο κτίριο ο μεθοριακός σταθμός στο Ντεσαγουαντέρο. Μετά τον έλεγχο των Περουβιανών διασχίσαμε το διάδρομο από τσιμεντότουβλα, γουρούνια ανάμεσα στα πόδια που έβοσκαν στη λάσπη, και περάσαμε στη βολιβιανή μεριά. Αχρείαστος ο Μανουέλ, εύκολες οι σφραγίδες και τα τέλη. Συνεχίσαμε με το λεωφορείο για Λα Παζ και, ύστερα από ώρα, κατεβήκαμε, οι τρεις μας, σε μια διασταύρωση στο πουθενά περιμένοντας το λεωφορείο από Λα Παζ για Τιαουανάκο.

Επιτέλους, η Πύλη του Ήλιου, γυμνό το βλέμμα πάνω στο σμιλεμένο σε πέτρα θεό. Απρίλης του 1999 στο κέντρο προϊστορικού πολιτισμού που προηγήθηκε των Ίνκας της ιστορικής περιόδου. Επτά οι αιώνες της ακμής, από το 300 έως το 1.000 μ.Χ.  Αρχετυπική και πανάρχαια η φιγούρα στην πύλη. Ο «θεός με το σκήπτρο», απεικόνιση όπως και από προγενέστερες κουλτούρες στις Άνδεις, χιλιετίες πριν το Τιαουανάκο. Πολλές οι ερμηνείες για τα «σκήπτρα» που κρατούσε για αιώνες ο θεός. Η εύρεση στην περιοχή αντικειμένων ηλικίας 1.500 χρόνων για χρήση φυτικών παρασκευασμάτων, ψυχεδελικών ουσιών, ερμηνεύει τα δόντια και τα νύχια αίλουρου σε αναπαραστάσεις του, όπως στο Τσαβίν ντε Χουαντάρ του Περού. Συχνή και η απεικόνισή του με φίδια, ανάλογα με μινωική γυναικεία θεότητα.

Σαμάνες οι αρχαίοι κοσμοναύτες του Ντένικεν, ενθεογόνες ουσίες η βενζίνα των διαστημοπλοίων στο ταξίδι να βρουν το θεό, να του μιλήσουν για να τους ρίξει μια γλυκιά ματιά. Ταξίδι σαν ανέλπιδο τραγούδι. Διαχρονική η λατρεία του, ουράνιος της βροχής, της βροντής και της πλημμύρας. Τον συνάντησαν, τελικά, οι Ισπανοί κατακτητές με το όνομα Βιρακότσα των Ίνκας. Κόρη του η Πατσαμάμα, χθόνια και γόνιμη, που βλασταίνει κρυμμένη σε ιερές πέτρες, σε φυτά, στα δέντρα. Δοξασίες πλούσιες και γενναιόδωρες, ταυτόχρονα σκληρές και βίαιες. Άγιοι αλλά όχι πανάγιοι, ανθρωποθυσία συχνά το αμείλικτο σύμπαν των Άνδεων. Γενηθήτω το θέλημά τους.

Με εκδικήθηκε ο Αταχουάλπα, μας μίσησε ο Βιρακότσα.

Καθώς είμαστε χαμένοι στις πλατφόρμες και στα βυθισμένα γήπεδα, στα πέτρινα πρόσωπα που πρόβαλαν από τοίχους, με το Μανουέλ να εξηγεί, πλησίασε αστυνόμος μαζί με άλλον, με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Ο αστυνόμος συνέλαβε το Μανουέλ. Όπως είπε ο άλλος, επίσημος ξεναγός, έρχονται οι Περουβιανοί να τους πάρουν τη δουλειά. Στο πνεύμα του Σιμόν Μπολίβαρ. Αρνήθηκα να δώσω διαβατήρια που ζήτησαν και είπαν ότι θα κρατούσαν το Μανουέλ, ο οποίος δεν μιλούσε και κοίταζε φοβισμένος. Τους παρακάλεσα να μη το κάνουν και ζήτησαν 100 δολάρια. Τους τα δώσαμε και μας άφησαν. Ο Μανουέλ ζητούσε συγγνώμη και υποσχέθηκε να επιστρέψει τα λεφτά. Του είπα να μη στενοχωριέται αλλά ζήτησα να στέκεται μακριά από μας. Αφού απολαύσαμε, εκνευρισμένοι, το εξαιρετικό μουσείο επιστρέψαμε με το λεωφορείο στο σταυροδρόμι για να πάρουμε το λεωφορείο από το Λα Παζ προς τα σύνορα. Νύχτωνε και περνά πεζή στην ερημιά παρέα πλανόδιων μουσικών με χάλκινα, όπως μαριάτσι. Γκρίνγκος ρώτησαν, Γριέγος απάντησα. Και ο ένας αρπάζει την κρεμασμένη στον ώμο μου μηχανή, τραβώντας το λουρί. Αντιστάθηκα. Κοίταξα τον Μανουέλ που κοίταζε πάλι φοβισμένος. Κι εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε ταξί, από μηχανής θεός, οι μουσικοί μας ξέχασαν ως δια μαγείας, μπούκαραν στο ταξί κι έφυγαν.

Κυκλοθυμικός ο Βιρακότσα.

Το λεωφορείο γεμάτο από ινδιάνους Αϊμάρα, οι μόνοι «δυτικοί» στο λεωφορείο οι Γριέγος κι ένας μεστίζο, ο Μανουέλ. Στα μεθοριακό σταθμό κατεβήκαμε όλοι, πίσω στο λασπερό διάδρομο νύχτα με προβολείς, για τον έλεγχο. Περιμένοντας, μαζεύτηκε κύκλος γύρω μας, μπροστά περίεργοι οι άντρες, σκουφί και τζιν, πιο πίσω οι γυναίκες, καπελάκι, φούστα και γυαλιστερή πλεξούδα. Γκρίνγκος είπε ένας χαμογελαστά, Γριέγος ανταπέδωσα. Γκρίνγκος επανέλαβε αργόσυρτα, με σιγουριά και ειρωνεία. Πλησίασε κοιτάζοντάς με στα μάτια, έβγαλε έξω το πουλί του κι άρχισε να κατουρά μπροστά στα πόδια μας. Ξεκαρδίστηκαν όλοι τους, ιδιαίτερα οι γυναίκες. Εμείς ακίνητοι, όρθιοι. Ο σύντροφός μου ρώτησε χαμηλόφωνα τί κάνουμε, χαμογελάμε ψιθύρισα. Κοίταξα το Μανουέλ, με κοίταζε ουδέτερα. Γκρίνγκος ξαναδήλωσε ο επικεφαλής του χορού, συνεχίζοντας το κατούρημα.

Χαμήλωσα το βλέμμα. Έληξε.

Οι Γκρίνγκος κάθισαν γαλαρία στο λεωφορείο. Χαμηλό προφίλ, να μη μας βλέπουν. Εξαντλημένος, προσπαθούσα να κοιμηθώ, περασμένα μεσάνυχτα. «Δεν είναι ο Βιρακότσα που μας έχει άχτι, είναι ένας Γκρίνγκο, ο John Wayne», είπα με τα μάτια κλειστά. Δεν κατάλαβε τι εννοούσα, θα του έδειχνα στην Αθήνα.

Την επομένη ήρθε αργά το πρωί στο ξενοδοχείο ο Μανουέλ, με 100 δολάρια στο χέρι, από το πρακτορείο. Ζήτησε πάλι συγγνώμη, πήρα τα λεφτά, του είπα πάλι να μη στενοχωριέται.

Μετά από βδομάδες στο Παγκράτι, στο σπίτι μας, έπιασα σαν θυμήθηκα, το “Sexual Personae” της Camille Paglia απ’ το ράφι. Διάβασα:

…Η ανδρική ούρηση αποτελεί τύπο σχολιασμού. Μπορεί να έχει φιλική χροιά, αν πραγματοποιείται ταυτόχρονα, αλλά συχνά είναι επιθετικός όπως η βεβήλωση δημοσίων μνημείων από rock stars στη δεκαετία του ’60. Να κατουράς σημαίνει να κριτικάρεις. Ο John Wayne κατούρησε στα παπούτσια ενός δύστροπου σκηνοθέτη μπροστά σε ηθοποιούς και συνεργείο…

Έχουν περάσει 20 χρόνια. Κοιτούσα πρόσφατα τη φωτογραφία του Μοράλες στην επίσκεψή του εδώ. Δύσκολο να διακρίνεις ηλικία, νεοτενικό χαρακτηριστικό όσων προέρχονται από κεντρο-ασιατικό γενετικό στοκ. Δείχνοντας τη φωτογραφία σε μια συνάδελφο, αναρωτήθηκα αν είναι η πρώτη φορά που καθαρόαιμος Ινδιάνος αναδεικνύεται ηγέτης σε χώρα των δύο ηπείρων.

Είναι περιπτώσεις, όπως αυτή, που η ταυτότητα έχει ουσιαστική σημασία.

Ανέφερα την ιστορία με το Γριέγος, και τους Αϊμάρα  – ότι δεν είχαν ιδέα για τί πράγμα μιλούσα.

Η συνάδελφος εξέφρασε σιγουριά ότι έχουν αλλάξει τα πράγματα με τον Μοράλες καθώς έχει παλέψει για να βελτιώσει την κατάσταση αναφορικά με τον αναλφαβητισμό και την παιδεία στη χώρα του.

Το ελπίζω και, περισσότερο, το πιστεύω.

Δεν είναι δα μικρή αλλαγή εντός δύο δεκαετιών να φτάσεις από τους δύο Γριέγος, τους κανένα (και στην τελική Γκρίνγκος) στη χώρα των Αϊμάρα, στην επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα ιθαγενούς Αϊμάρα, ηγέτη χώρας.