Ξεπηδάνε κατά καιρούς διάφορες Αντουανέτες στην χώρα των τσιφλικάδων και των κατσαπλιάδων. Κορίτσια της πρωτεύουσας μα και της επαρχίας, κορίτσια που αρέσκονται σε τίτλους, κορίτσια επαγγελματίες και κορίτσια αργόσχολα, κορίτσια που κληρονόμησαν τα πούπουλα και κορίτσια που τα παντρεύτηκαν, κορίτσια αδίστακτα και κορίτσια αγαθά μα επιπόλαια, κορίτσια που θέλουν πάντα να ξεχωρίζουν και να υπερέχουν με κάθε τρόπο. Ο πιο προφανής, αναίμακτος και ανέμπνευστος, και συνήθως αυτός που επιλέγουν, μέσω της περιφρόνησης και της αλαζονείας. Βαυκαλίζονται πως έτσι κάνουν οι σωστές βασίλισσες και πιάνουν δουλειά, απλά και μόνο σηκώνοντας το φρύδι και μοιράζοντας κακοήθειες.
Δεν είναι, καλές μου, τόσο απλά τα πράγματα. Δεν αρκούν η ταξική απαξίωση και ο σνομπισμός. Δεν είναι καν χαρακτηριστικά στοιχεία του ινδάλματός σας αυτά. Θέλει κότσια για να γίνεις Μαρία Αντουανέτα. Θέλει καταρχάς μια Μαρία Θηρεσία να σε πηδάει στις απαιτήσεις. Να σε λιώνει, να σε καλουπώνει, να σε πλάθει σαν ζυμάρι. Να σε ορίζει και να σε προορίζει. Κι από την άλλη εσύ, γεννημένη με τα πιο απελευθερωτικά στοιχεία, να τσινάς, να αντιδράς, να παλεύεις απέναντι στο αναπόδραστο, με λύσσα, με ορμή, με κάθε τρόπο. Πάνω απ’ όλα, με πάθος.
Πίσω από το πάθος της γυναίκας, ο πόνος του παιδιού. Ενός παιδιού που σύρεται αιχμάλωτο σε ξένη χώρα, σε ξένη κλίνη, σε ξένη και άπειρη αγκαλιά, στα άγνωστα, στα μακρινά, στα σκοτεινά. Όταν η ανταρσία δεν έπιανε πια τόπο, όταν η μελαγχολία της εφηβείας άρχισε να καταπίνει το τσαγανό της παιδικότητας, το μόνο που της έμεινε ήταν το κλάμα. Έκλαψε πολύ για καιρό και όταν κατάλαβε πως δεν υπήρχε κανείς να την ακούσει και να την βοηθήσει, ξέμεινε μόνη με το πάθος. Και όλα πήραν τον δρόμο τους.
Το πάθος έστειλε την Μαρία στην γκιλοτίνα και στον μύθο. Τα εντυπωσιακά φορέματα, τα πανάκριβα αρώματα, τα φαραωνικά κοσμήματα, η φιλοκαλία, η αγάπη για τις Τέχνες, τα οργιαστικά γλέντια, η ατελείωτη χαρτοπαιξία, οι απρόσωποι αλλά αντιπροσωπευτικοί έρωτες, τα παιχνίδια με τις κυρίες της Αυλής, ο διονυσιασμός, η φαυλότητα, η διαφθορά, όλα αγνά καγαθά τέκνα ενός αστείρευτου πάθους για ζωή, πάθος αντίδοτο στη συζυγική αδιαφορία, πάθος που χτίζει παραμυθένια χωριά και λησμονεί τεράστιες και τερατώδεις πραγματικότητες, πάθος ασπίδα και μαχαίρι, πάθος που συνορεύει με τον θάνατο, πάθος που μόνο μια Κυρία Έλλειμμα μπορεί να κουβαλά.
Αντουανέτα, φτωχές μου κυρίες της καλής τάξης δεν σε κάνει η ξιπασιά. Αντουανέτα σε κάνει η δύναμη να μπορείς να υπερβείς τα όρια. Έχετε τα κότσια να βυθιστείτε στην υπερβολή; Να μετουσιώσετε τον πόνο; Να σπάσετε τα όρια του φύλου και της θέσης σας; Να ζήσετε με πάθος την κάθε σας στιγμή; Να το πάτε μέχρι τέρμα; Να καβαλήσετε την ζωή για να προλάβετε τον θάνατο; Να κόψετε την κορδέλα στην γκιλοτίνα, χαμογελώντας στον φακό; Όχι και μην προσπαθείτε άλλο. Όσο προσπαθείτε, τόσο φαντάζετε χλωμές και ανάξιες δίπλα στο είδωλό σας, ντροπιάζοντας το ανεπανόρθωτα.