Στα μεταλλεία πέφτει το βράδι
Στις αποθήκες στα φορτηγά
Η παραλία γεμίζει πάλι
Κάθονται εργάτες στην αμμουδιά
Ο ανειδίκευτος πάνω στην σχάρα
Βάζει τα ρούχα τα πρωινά
Ο εκσκαφέας κλείνει το στόμα
Και τα πηρούνια στο χώμα ακουμπά
Έπεσε η μέρα Στρατόνι και Βάβδο
……………..
Και λοιπά, και λοιπά. Στιχηρό που μου βγήκε τις ημέρες της «Δεξιάς Ερωμένης» και στα μέσα της Σεβεντίλας, ανάδευε τα χαρτιά μου συνθέτης. Απιθώνοντάς τα, παρατήρησε «εξαίσιο. Αν έβρισκες τρόπο να βάλεις και τη λέξη «Μποδοσάκης», θα σκίζαμε»
Όχι πολλές ημέρες μετά, επισκέφθηκα δεινό στιχουργό εις Αθήνας και φλυαρούσαμε ως αγαπητικοί. Μας διέκοψε τηλεφώνημα δεινού παραγωγού. Του πρότεινε να γράψει «κάτι για φαντάρους» υποσχόμενος μπιτκόινς με τη σέσουλα και γιέλοους της εποχής. Χλόμιανε ο άνθρωπος και μου είπε «Αυτή είναι η κατάσταση».
Γι΄αυτό και συγκινήθηκα, διαβάζοντας μια πρόταση του Αλέξανδρου Ιορδανίδη (υπάρχει στο facebook), Φαρασιώτη της Αγροσυκιάς, που περάσαμε μαγικές και τρελές νύχτες μαζί, και μνημόνευε τη μάνα του:
Η Μητέρα μου Κυριακή Φράγκου Ιορδανίδου με έλεγε: «Φτένκαμ κετέζα ατή χαλχάδε ερχούσαντε τα τσοτσούχα σο κουζδέρεμα τσε κρεμάσκαμ τα σο κουζδέρι πε, ένα» δηλαδή «κάναμε κουλουράκια σαν χαλκάδες ερχόταν τα παιδιά για κάλαντα και κρεμούσαμε στο τσιγκέλι από ένα»
Ειρεσιώνη και Μποδοσάκης και έλα στην παρέα μας φαντάρε. Λέξεις έχουμε πολλές, φτάνουν και για γέμιση, αλλά σαν τη γλώσσα, δεν έχει.