Στο Cosmopolis τού Ντον ΝτεΛίλλο παρακολουθούμε τον Eric Packer καθώς διασχίζει με την πολυτελή λιμουζίνα του τη Νέα Υόρκη για να φτάσει στον κουρέα του. Στην πορεία, μεταξύ άλλων, τον επισκέπτονται συνεργάτες, ο γιατρός του, η γυναίκα του, καθώς και περιστασιακές ερωμένες του. Η λιμουζίνα, πλήρως εξοπλισμένη με κάθε είδους υπολογιστικό εργαλείο αλλά και με κάμερες που παρακολουθούν τον περιβάλλοντα χώρο είναι το άντρο του. Από εκεί παρακολουθεί αδιάλειπτα τις χρηματοοικονομικές αγορές αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Τα συστήματα που διαθέτει είναι τόσο εξελιγμένα που του επιτρέπουν να βλέπει, βάσει πολύπλοκων αλγόριθμων, μέχρι και τον ίδιο του τον εαυτό λίγα δευτερόλεπτα στο μέλλον! Κάπως έτσι, ο ΝτεΛίλλο, μας βάζει στο περίεργο σύμπαν του πάμπλουτου 28χρονου fund manager. Ο Packer είναι πανέξυπνος, διαβασμένος, και πραγματιστικά διορατικός. Η δουλειά του είναι να παίρνει ρίσκα και να κερδίζει. Και σε αυτό είναι ένας από τους καλύτερους.
Η σχέση του Packer με το ρίσκο είναι καθοριστικής σημασίας. Η δουλειά του, μέσα από την αλγοριθμική διαχείριση πληροφοριών, είναι να μειώνει το ρίσκο των χρηματοοικονομικών αποφάσεων που καλείται να πάρει, και έτσι, να μεγιστοποιεί τα κέρδη του, αφού κάποιοι προτίθενται να πληρώσουν αδρά τις ικανότητες κάποιου που σχεδόν προβλέπει το μέλλον. Η διευθύντρια του τμήματος ανάλυσης της εταιρίας του, του λέει χαρακτηριστικά: “Computer power eliminates doubt. All doubt rises from past experience. But the past is disappearing. We used to know the past but not the future. This is changing.” Αν το μέλλον για το πλήθος ενέχει ρίσκο, και γι’ αυτό ευκαιρίες, για τον Packer, το μέλλον, που αποκρυσταλλώνεται πάνω σε οθόνες plasma σε αριθμούς, γραφήματα, και εικόνες, ενέχει μόνο ευκαιρίες. Ο Packer έχει σχεδόν εξαλείψει το ρίσκο.
Ο ΝτεΛίλλο, στήνει τον κορμό της ιστορίας του πάνω στις οικονομικές προεκτάσεις της ανάληψης ρίσκου. Η ύπαρξη, και η συνακόλουθη ανάληψη ρίσκου είναι αυτή που κάνει κάθε αγαθό προσιτό. Εξηγούμαι: όσο το ρίσκο μειώνεται για κάποιο συγκεκριμένο αγαθό, το αγαθό αυτό, νομοτελειακά, ακριβαίνει. Αυτό σημαίνει ότι, θεωρητικά, στην απόλυτη απουσία ρίσκου, το κόστος του αγαθού θα τείνει προς το άπειρο. Ας δώσω ένα απλό, θεωρητικό, παράδειγμα. Ποια θα έπρεπε να είναι η δίκαιη τιμή ενός αυτοκινήτου που θα προστάτευε, απόλυτα, τους επιβάτες του; Το «απόλυτα» εδώ δεν πρέπει να διαβαστεί σχετικά, αλλά απόλυτα. Και απόλυτη απουσία ρίσκου για την ανθρώπινη ζωή μπορεί να σημαίνει μόνο ένα πράγμα: η τιμή ενός τέτοιου προϊόντος θα πρέπει να τείνει στο άπειρο. Όταν το ρίσκο μηδενίζεται, το τίμημα που καλείσαι να πληρώσεις απειρίζεται. Ο ΝτεΛίλλο, στη θέση αυτού του αγαθού βάζει την ίδια την ύπαρξη. Και η ζωή του Packer είναι μια τέτοια ζωή. Μια ύπαρξη χωρίς ρίσκο. Μια αντίφαση.
Ακριβώς όμως επειδή ο Packer τα γνωρίζει όλα αυτά τόσο καλά, θα πέσει θύμα της δεινότητάς του. Η στρατηγική της δουλειάς του, και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, διαχέεται και στην προσωπική του ζωή. Είναι ψυχρός, υπολογιστικός, απόκοσμος “[…] she was his wife of 22 days[…]” διαβάζουμε για τη σύζυγο του και δεν ξέρουμε αν μιλάει ο παντογνώστης αφηγητής ή ο Packer στον εαυτό του (η ειρωνεία του συγγραφέα χτυπάει κόκκινο μέσα από τη σκόπιμη συσκότιση αυτής της διάκρισης). Ενώ γνωρίζει καλά από τη δουλειά του την αξία που έχει η μείωση του ρίσκου, τελικά, πιάνεται στον ιστό τού πανοπτικού (panopticon) που ο ίδιος εξυφαίνει σταδιακά γύρω του. Για κάθε κλικ ρίσκου, που, μεθοδικά, εξαερώνει από τη ζωή του, πληρώνει και μεγαλύτερο υπαρξιακό τίμημα. Η ζωή του, καθώς πλησιάζει στην απόλυτη απουσία ρίσκου, γίνεται απρόσιτη καθότι βρίθει βεβαιότητας. Η απουσία ρίσκου, που καταληστεύει κάθε έννοια επιλογής, αποτυπώνεται φαινομενολογικά στην απόλυτη ταύτιση του πολυσήμαντου με το μονοσήμαντο. Όλες οι κατευθύνσεις φαίνονται, και, κυρίως, είναι ίδιες. Προς το τέλος διαβάζουμε:
He stood in the street. There was nothing to do. He hadn’t realized this could happen to him. The moment was empty of urgency and purpose. He hadn’t planned on this. Where was the life he’d always led? There was nowhere he wanted to go, nothing to think about, no one waiting. How could he take a step in any direction if all directions were the same? (180)
Το τίμημα της βεβαιότητας είναι το κλείσιμο του ορίζοντα επιλογών. Το μέλλον τού Packer στερείται κατηγορηματικά αυτό που ο Derrida συνήθιζε να ονομάζει “l’avenir”: το γνήσια άγνωστο που έρχεται κυοφορώντας πληθώρα νέων νοηματοδοτήσεων. Στη θέση αυτού του μέλλοντος φαίνεται να έχει εγκαθιδρυθεί ένα εφιαλτικά μηχανιστικό κολάζ χρονικών στιγμών, που, απλώς, διαδέχονται η μια την άλλη. Μέσα από αυτό το σκηνικό, ο ΝτεΛίλλο, μας προσφέρει και μια ενδιαφέρουσα ανάγνωση σε μια πασίγνωστη ρήση που λέει: «όσο περισσότερα γνωρίζω, τόσο λιγότερα γνωρίζω», δηλαδή, όσο περισσότερα γνωρίζω, τόσο περισσότερο συνειδητοποιώ πόσα δεν γνωρίζω. Υπογραμμίζει δηλαδή αυτή η ανάγνωση τη μεταφυσική αδυνατότητα της απόλυτης γνώσης, και, κατά συνέπεια, δρα κατασταλτικά, ανακουφιστικά. Εδώ όμως έχουμε μια εναλλακτική ανάγνωση. Η ζωή του Packer, που μετουσιώνει τη φράση αυτή, την ωθεί στο λογικό άκρο της: γνωρίζοντας τα πάντα, δεν γνωρίζει τελικά τίποτα.
Η πτώση τού Packer είναι η μάγευσή του. Η αποσυναρμολόγηση της πανοπλίας του, τόσο σταδιακή, όσο και υπαινικτική (οι οθόνες plasma παύουν να του φαίνονται επίπεδες), είναι αποκαλυπτική. Εξαιρετική η στιγμή που γδύνεται για να πάρει, αυθαίρετα, μέρος στο πλάνο ταινίας που τυχαίνει να γυρίζεται στο διάβα του. Εκατοντάδες γυμνά σώματα—ανάμεσα στα οποία ανακαλύπτει, συμβολικά και πραγματικά, και την ίδια του τη γυναίκα—ξαπλωμένα στην υγρή άσφαλτο αποτυπώνουν γλαφυρά την ανάγκη του για τη μεγάλη επιστροφή. Ο Packer αγκαλιάζει το ρίσκο με μια σειρά φαινομενικά παράλογων κινήσεων. Στοιχηματίζει στην πτώση του γιεν ενώ η αγορά δεν δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Αγνοεί επιδεικτικά μια επιβεβαιωμένη απειλή κατά της ίδιας του της ζωής. Απεκδύεται τη θωρακισμένη λιμουζίνα του και τους σωματοφύλακες του. Όλα αυτά όμως, σε μια πιο προσεκτική ανάγνωση, είναι λογικά. Όλα αυτά είναι δίκαια και δόκιμα. Η πτώση του Packer συμβολίζει την αποκατάσταση τού μήλου της γνώσης στην πρότερη μορφή του (όχι τυχαία, ίσως, η ιστορία εκτυλίσσεται στη Νέα Υόρκη, στο Big Apple). Και ο Packer, φαίνεται να έχει δαγκώσει ένα τόσο μεγάλο κομμάτι από αυτό το μήλο, που, στο τέλος, μόνο να το φτύσει μπορεί.