Les anges sont blancs
08-10-2017

Είναι σχετικά απλό να θυμάσαι την πηγή των ορμονών σου και να εκτιμάς με άνεση το ποσοστό της «αρσενικής» ή «θηλυκής» σου πλευράς.

 

Περιορίζομαι σε προσωπικές εμπειρίες, για να μη με ταράξουν στα εξώδικα.

 

Από τότε που άρχισα να καταλαβαίνω τον κόσμο (δεν είχε ξεσπάσει ο πόλεμος της Κορέας) η λιβιδώ μου ήταν επηρεασμένη από την Τέχνη: την Μαντόνα με το βρέφος της και τα αγγελάκια στυλ Ρούμπενς.

 

Μήτε μαμά, μήτε μπαμπάς, μήτε γιαγιάδες και ξαδέρφια: ήταν η έκσταση που με δυνάστευε τις σπάνιες φορές που με κρατούσε στην αγκάλη της η θεία Χρυσάνθη.

 

Απρόσιτη, αβρή, ξανθοκάστανη, μου μιλούσε τρυφερά (άνκαι δεν καταλάβαινα τα λόγια της) και μου χαμογελούσε. Εκ των υστέρων έμαθα πως ήθελε να κάνει παιδί.

 

Τα αγγελάκια ήταν παντού. Κυρίως στα σκαλιστά. Έχοντας μπούκλες και δίπλες, είχα την πεποίθηση πως ανήκα στα «αγγελούδια», σύμφωνα με τον τρόπο που με κοίταζαν οι θηλυκές υπάρξεις και με καμάρωναν.

 

Τέλεια αντιπαράθεση με τις περιγραφές που διάβαζα και έβλεπα αργότερα. Οι άγγελοι ήταν ξυπόλητοι και λαμπροφορεμένοι, άσαρκοι και άφυλοι, ενίοτε πάνοπλοι και σίγουρα τελούντες εν υπηρεσία.

 

Το αντριλίκι το εξέμαθα κατά πιστή μίμηση των αγοριών της γειτονιάς.

 

Το «είσαι γυναίκα», το «μόνο τα κορίτσια κάνουν έτσι», ήταν προσβολή, κριτήριο απομόνωσης και εμπαιγμού.

 

Γρήγορα κατέληξα πως για να γίνω άνδρας, έπρεπε να έχω ενσωματωμένον έναν Κόφτη. Τον αυτόματο πιλότο μιας συμπεριφοράς που όριζε την κόκκινη γραμμή που με χώριζε από τα κορίτσια.

 

Ήμουν στα νήπια όταν άρχιζα να νιώθω πως κάτι φοβερό συνέβαινε με το τσουνί μου. Κι αυτό, χάρη στη μάνα μου.

 

Στον μεσημεριανόν ύπνο, στους μήνες που δεν είχαν «ρώ», μ έβαζε να κοιμηθώ μέσα σε ένα σεντονάκι τεντωμένο , με τα χέρια έξω απ΄αυτό και μάλιστα απλωμένα εκατέρωθεν της κεφαλής. Πάντα έλεγε ,πριν τραβήξει την κουρτίνα «έτσι, σαν αγγελάκι».

 

Κι έτσι, αργότερα, η επαφή με το δέρμα των κοριτσιών, έστω φευγαλέα και τυχαία, έμοιαζε με είσοδο στην γλυκύτερη κόλαση.Αγγίζοντας τους φίλους μου,δεν έτρεχε τίποτε. Υπήρχε  Κόφτης.

 

Ακολούθησαν αμέτρητα χρόνια, όπου η ενατένιση γυναικών οδηγούσε αυτομάτως σε έκσταση, και, για να ειπώ την αμαρτία μου, πρίν αισθανθώ κατακαυλωμένος, αισθανόμουν πρωτίστως ασφαλής.

 

Τον Κόφτη,αντικατέστησε γρήγορα ένα είδος αναισθητικού σπρέι.

 

Έβλεπα άτομο με μακριά μαλλιά, λεπτό ,από πίσω; Μολις συνειδητοποιούσα πως ήταν τουρίστας ή ξερωγώ ,αυτομάτως το σπρέι τον ψέκαζε. Δεν με αφορούσε.

 

Ή ,σε σκοτεινές γιορτές της σάρκας, όταν και όποτε εργολαβούσα μετα φίλων θήλεια η θήλειες υπάρξεις, το σπρέι μετέτρεπε σε αδιάφορες και ψυχρές τις επαφές με τα μέλη των εν οχεία συνεταίρων μου.

 

Αυτά αρκούν για ένα κείμενο με λογοτεχνί ουρίτσες. Έχει μεγάλο βάθος αυτό το παγόβουνο και επιφυλάσσομαι.