Περήφανα αντίο
29-10-2017

Τα λες ανάμεσα σε δυο τζούρες και μια γουλιά από σάλιο, κοιτώντας τα νύχια σου, τον ορίζοντα ή τις άκρες των παπουτσιών σου. Δικαιολογείσαι για τα θολωμένα σου μάτια αμήχανα, σχεδόν αστεία. Μήπως πάντα μα πάντα η διαολεμένη κάπνα ή εκείνο το γαμημένο μικρό σκουπιδάκι δεν είναι οι φταίχτες; Φοβάσαι λες και δεν τα έχεις πει άλλη φορά, λες και δεν ξέρεις πως όσες κι αν τα επαναλάβεις θα μουδιάζεις το ίδιο με την πρώτη. Τα αρθρώνεις καθαρά, σχεδόν θέλεις να τα φωνάξεις και γεμίζει το στόμα σου με μια στυφή μεταλλική γεύση. Σκέφτεσαι πως μακάρι να ήσουν πλάσμα της φαντασίας ή ήρωας κάποιου βιβλίου παρά άνθρωπος με γόνατα που ματώνουν. Μακάρι το μέρος να μη θύμιζε άδεια σκηνή σκονισμένη με ένα μόνο τραπέζι. Μακάρι να μην χρειαζότανε να προσποιείσαι πως δεν υπάρχει άκρη στον κόσμο που να μπορεί να σε κρύψει. Μακάρι εκεί που τα είπες, να μην είχες ευκαιρία ούτε αφορμή για να συνομιλήσεις βράδια ολόκληρα με τα άντερά σου. Μακάρι να μην είχες την ικανότητα να χωράς τόσα πολλά σε τόσα λίγα. Μακάρι η τρύπα που γράφεις κάποτε να έθρεφε και να μην έμενε κενή να θυμίζει την απώλεια της συνέχειας. Μακάρι να μην ήξερες πώς είναι να ξέρεις.