Παιδικό τραγούδι
27-01-2018

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα νήπια βήματα, τα νήπια ρήματα. Εικόνες για να ντύνονται τα δέντρα. Την αίσθηση του «ανήκειν» σε μια γειτονιά, στην υποταγή στους μεγάλους, στην ανακάλυψη του κόσμου σε στενά και φυλλωσιές. Στους όρκους αιώνιας φιλίας και στα παιδικά κουτσομπολιά. Εκεί και τότε που όλες, μα όλες οι πληροφορίες ήταν λανθασμένες, οι μύθοι έμοιαζαν με αξιόπιστες ειδήσεις, τα παιδιά από τις άλλες γειτονιές που έφεραν την στάμπα του ξένου αίματος, τα «μη κάνεις παρέα με αυτόν τον αλήτη», με τα ζωηρά κοριτσάκια «που τα ήθελε ο κώλος τους». Το εθιμικό μοίρασμα φιλικής σφαλιάρας όταν τύχαινε εύκαιρος σβέρκος. Στους χωματόδρομους και στη μοναδική άσφαλτο, βόλτες και εξομολογήσεις παθών και σκανδαλισμού, παντού η κόλαση με τα καζάνια της, όπως έγραφε η «Αγία Επιστολή», το τελετουργικό πετροβόλημα στον Καστούτς και στον Γιάννη Σλιάκατα, το αφτί παντόφλα στις εφηβικές παρέες και τα όνειρά τους να πάνε στην Αμερική, παθιασμένοι έρωτες διαβατικοί και άκρως θεωρητικοί.

Κι όταν  ο κόσμος έπαψε να είναι απλός νηπιαγωγός, η αποκάλυψη ότι μας περιστοιχίζουν ξένοι. Άλλο αίμα, άλλη γλώσσα, άλλες έχθρες. Τα ποντιάκια, τα νιζνάμια, οι καρσλήδες,οι επεσλήδες, οι Λαζοί και οι λιάγκραβοι, πετροπόλεμοι, ο γιος του ταγματασφαλίτη, τα παιδιά του εξόριστου, που τονε πήραν βραδιάτικα, οι Σλάβοι που θέλουν πάντα το κακό μας, τα τουρκάκια που εφώναζαν στα βάθη της Ασίας «κολοκοτρώνα-κολοκοτρώνα» όπως έγραφε το αναγνωστικό, ο λιμοκοντόρος που βγήκε με τον κασκορσέ από το παράθυρο της ζωντοχήρας, μακριά από τον σαλιάρη που χαϊδεύει τα αγοράκια. Και όπου Εδεσσαϊκός έρχεται να παίξει μπάλα, να τον πετροβολάμε.

Τα μαθήματα, οι δάσκαλοι και τα συναφή, μικρές παρερμηνείες της ζωής. Πώς να έχεις γνώμη ως παιδί για τις αντοχές του χάρτη του κρεμασμένου στον τοίχο της τάξης, όταν ήξερες τη μοίρα σου. Να  μάθεις την προπαίδεια και το ρήμα λύω, να μην αποφεύγεις την βέργα από κρανιά, να γουστάρεις την Τασούλα χωρίς να ξέρεις  τι να κάνεις μαζί της, να διαβάζει κάποιος ένα «εξωσχολικό» και  να σου κάνει περίληψη κατά το κέφι του, κι έπειτα, εμείς και οι άλλοι, οι άλλοι, πάντα οι άλλοι και μόνη καταφυγή γειτονιά σου, όπου ο μαγκίτης δεν βάραγε, η γειτόνισσα σου έδινε μια βούκκα, μη ζηλέψεις την φέτα από το παιδάκι της και όλες οι μανάδες, στους καβγάδες μας, να δέρνουν η καθεμιά το δικό της παιδί.

Έδειξα, με πολλά λόγια, το υπόβαθρό μας όταν μιλάμε για πολιτική, για μακεδονικό , για φορολόγηση και περίσσευμα και μια φυλάκιση με αναστολή. Πώς να πεταχτεί  αυτός ο σάκκος τσιμέντου από το στήθος, να γίνουν δυο λογικοί συλλογισμοί, ώστε οι αποφάσεις να είναι λογικές και τεκμηριωμένες;

Δεν θα ξεχάσω  ποτέ τα νήπια βήματα, δεν θα ξεχάσω ποτέ τα νήπια ρήματα, εικόνες για να ντύνοντα τα δέντρα.