Ο κρόνιος λίθος 8/9
01-11-2017

Η Έξοδος

Κάποτε ήρθε η μέρα που ξεκουμπίστηκαν οι Γερμανοί. Και δεν ξεχνώ την κρυφή χαρά που είχαμε, όταν είδαμε προσκολλημένα στην φάλαγγά τους και κάμποσα επιταγμένα καροτσάκια που τα έσερναν γαϊδούρια (Ηλίας Πετρόπουλος)

Εικοσιέξη προς εικοσιεπτά Οκτωβρίου, ο μητροπολίτης Κοζάνης και η στρατιωτική ηγεσία της ομάδας μεραρχιών του ΕΛΑΣ περνάει με σλέπι τον Αξιό. Το ΕΑΜ οργανώνει μια μεγάλη συγκέντρωση στο κέντρο και στις συνοικίες με ομιλίες, συνθήματα και πάθος. Ελευθερώνονται οι κρατούμενοι στο μαρτυρικό στρατόπεδο Παύλου Μελά. Την 28η νέες συγκεντρώσεις παντού ενώ Χαριλάου, Ντεπό, Άνω Πόλη και Νεάπολη δέχονται για πρώτη φορά τις τακτικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Σε πολλές μονάδες, το κέντρο είναι ορατό. Σε φρουρές της πόλης και τοπικούς όρχους των Γερμανών, παρακολουθούν από κάποια απόσταση τις ετοιμασίες της αναχώρησης.

Τριάντα του μηνός, η Εφορεία υλικού πολέμου, ήτοι ο Τοπχανές ή φρούριο Βαρδαρίου (όπου ανακάλυψαν σε κελιά οι ειδικοί πανάρχαια αγχέμαχα όπλα των πρώτων επί Σουλεϊμάν υπερασπιστών) ανατινάζεται από σαμποτέρ του γερμανικού στρατού και ακολουθούν οι ανατινάξεις του Τελωνείου στο λιμάνι. Ήταν σε μέρος μακριά από δυνάμεις του ΕΛΑΣ, εφεδρικού ή τακτικού, όπως και από την αντίσταση, εν γένει. Ο εφεδρικός ΕΛΑΣ δεν φαίνεται πολύ δραστήριος, αλλά ο ηγέτης του, Γιώργης Παπαθανασίου, ομολογεί το γιατί:

Δεν φαίνεται ολοκληρωμένα ο σοβαρός ρόλος που έπαιξε η Μεραρχία του (εφεδρικού) ΕΛΑΣ της Θεσσαλονίκης [..] Το αρχείο του 1ου Συντάγματος της Μεραρχίας του ΕΛΑΣ της Θεσσαλονίκης που το κρατούσα μόνος μου, δυστυχώς δεν σώθηκε. Με την έναρξη του εμφύλιου πολέμου το παράχωσα στο υπόγειο της μονοκατοικίας Αρριανού 43 (Καμάρα) της οικογένειας Γαλανοπούλου τότε. Επέστρεψα στη Θεσσαλονίκη ύστερα από 17 χρόνια φυλάκισης. Στη θέση της μονοκατοικίας είχε ανεγερθεί πολυκατοικία. (Παπαθανασίου, Απελευθέρωση)

Αλλά δεν ισχύει το ίδιο για τους μύλους Αλλατίνη, για τις ηλεκτρικές εταιρείες στην λαχαναγορά και στην παράλια, μήτε για τις δεξαμενές νερού. Οι Γερμανοί δεν επιμένουν όταν βλέπουν μονάδες που θα τους εμποδίσουν .

Αφήνουν στο κτίριο της ΧΑΝΘ το σύνολο της ελληνικής τους συμμαχικής τοπικής ηγεσίας, και την μεγαλύτερη δύναμη χωροφυλακής. Τα σπίτια δοσίλογων και παρανόμως πλουτησάντων δεν φυλάγονται. Γίνονται επιθέσεις από το πλήθος και από μη εντεταλμένους ηγέτες ομάδων. Ο ΕΛΑΣ παγώνει την παραφορά, μαζεύει τους αυριανούς δοσίλογους, ενεργοποιεί το εξπρές Στρατόπεδο Παύλου Μελά-Αριδαία. Ο ΕΛΑΣ τηρεί την Καζέρτα. Δεν θέλει λιντσαρισμένους αντιπάλους. Αλλά οι Θεσσαλονικείς και πλήθος από τα χωριά θέλει και παραθέλει. Το ίδιο συμβαίνει και στην άλλη πλευρά, εβδομάδες αργότερα.

Ο στρατός των Γερμανών, ξεκινά με τα μηχανοκίνητα μέσα αργά το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου και την επόμενη μέρα, Δευτέρα, σε δύο στοίχους με οχήματα που προς το τέλος της ουράς γίνονται κάρα και καροτσάκια, υποζύγια και γαϊδουράκια. Οι Γερμανοί φεύγουν από όλα τα στρατόπεδά τους, οδεύοντας μέσα από την πόλη προς τον σιδηροδρομικό σταθμό και γενικά δυτικούς προορισμούς, με στόχο τα παλαιά σύνορα.

Ο Νίκος Μπακόλας περιγράφει απλά και με γνησιότητα την έξοδο. Είναι το πλήθος των πολιτών που αλλάζει την ιστορική εικόνα και την κάνει μοναδική. Όσο περπατούν Γερμανοί, το πλήθος σιωπά. Ακολουθεί σε μικρή απόσταση τους τελευταίους. Μετά από εκατοντάδες μέτρα συνύπαρξης που δεν μοιάζει απειλητική (οι Γερμανοί δεν διανοούνται να απειλήσουν το πλήθος) ακούγονται οι πρώτοι θόρυβοι από ξηλώματα: εμβλήματα, σήματα, επιγραφές που θυμίζουν την Κατοχή γκρεμίζονται στους δρόμους και στα πεζοδρόμια. Οι ομάδες των Γερμανών υπονομευτών, δεν επιμένουν σε αρκετές περιπτώσεις και φεύγουν.

Μερικά λεπτά μετά τη φυγή των Γερμανών, μπαίνουν οι ΕΛΑΣιτες.  Δεν έχουν να εκκαθαρίσουν κάτι, καθώς δεν υπάρχει αντίσταση. Αλλά υπάρχουν μαρτυρίες πως μερικά σπίτια ανθρώπων που θα κατηγορηθούν ως δοσίλογοι κυκλώνονται με διαμαρτυρίες από το πλήθος. Οι περισσότερες αφορούν το κέντρο της πόλης. Άλλες πληροφορίες, που δεν κατάφερα να διασταυρώσω μνημονεύουν ένα σπίτι στην περιοχή της Αγίας Τριάδας.

Το σπίτι μας έβλεπε από τα πίσω ανοίγματα στην οδό Αγίας Τριάδας ένα οικόπεδο όπου οι Γερμανοί φύλαγαν οχήματα- μικρός όρχος. Κόσμος κύκλωσε το σπίτι ενός διαβόητου δοσίλογου, πιο ψηλά, για τον οποίον κυκλοφορούσαν απαίσιες φήμες. Είδα δύο νέους που μίλησαν με έναν ηλικιωμένο ένστολο Γερμανό και αυτός τους έδωσε ένα κάνιστρο  με καύσιμο μέσα. Το πήραν και ανέβηκαν τον δρόμο. Επειδή τους έριξαν χειροβομβίδες,  έβαλαν φωτιά στο σπίτι παραπάνω και ακουστήκαν πυροβολισμοί από μέσα.(Θ.Α, 1976)

 Στην αφήγηση αυτή, υπάρχει ένα Μοτίβο: μια παράταξη πλησιάζει φιλικά για να δεχτεί παράδοση, και την υποδέχονται με χειροβομβίδες, οπότε εξαγριώνονται και ξεκινά σφαγή. Αυτό το μοτίβο υπάρχει και στην απαρχή της μάχης του Κιλκίς και σε σπίτια υποψηφίων δοσίλογων που αμύνονταν ενόπλως. Το σημειώνω μόνον προς γνώσιν των μελλοντικών μελετητών της φρικτής αυτής περιόδου.

Παρόμοιες συγκεντρώσεις κόσμου γύρω από σπίτια, ακούστηκαν και σε άλλες γειτονιές, στο κέντρο. Οι περισσότερες διαλύθηκαν με παρέμβαση του τακτικού ΕΛΑΣ, και συνοδεύτηκαν ενίοτε με σύλληψη και αποστολή στο στρατόπεδο Παύλου Μελά των αρρένων κατοίκων τους. Ωστόσο, η μεγαλύτερη καθυστέρηση έγινε έξω από το μέγαρο της ΧΑΝΘ, όπου ήταν συγκεντρωμένο και προστατευμένο από την χωροφυλακή αυτό που λέμε «Δημόσιο.» Ήταν ο Δήμαρχος, ο Χρυσοχόου και οι «επίσημοι». Οι διαπραγματεύσεις της παράδοσης κράτησαν από λίγες έως και πολλές ώρες, ανάλογα με τις ιδεολογικές καταβολές των αφηγητών. Ο Παπαθανασίου, παρών στον αποκλεισμό, περιγράφει αυτοσχέδια παραπλανητικά στρατηγήματα, κουβαλώντας γερμανικά πυροβόλα χωρίς κλείστρο γύρω από την ΧΑΝΘ. Η εμπλοκή λύθηκε με παρέμβαση των μεγάλων του ΕΛΑΣ. Και μετά, το απόγευμα, άρχισε το πανηγύρι.

Αυτή η μακρά σειρά του υποχωρούντος κατοχικού εχθρού θα περάσει την Γιουγκοσλαβία, θα περνάει επί ημέρες τα βουνά της Αλβανίας, από άλλες φρουρές, κι από πίσω θα καταλαμβάνονται και θα ελευθερώνονται πόλεις βαλκανικών κρατών, τα Σκόπια, η Κετίγνη του Μαυροβουνίου. Αντάρτες γιουγκοσλάβοι, σοβιετικός στρατός του Τολμπούκιν και τα φρέσκα στρατεύματα  που δήλωσαν αντιναζιστικά, των Βουλγάρων, έχουν στόχο το Βελιγράδι.

Για να είμαστε ακριβείς, όχι ακριβώς το Βελιγράδι, αλλά την περιοχή Σκοπίων. Ο Βουλγαρικός στρατός, ακολουθώντας τους Σοβιετικούς, πολύ θα ήθελε ως σοσιαλιστικός, να «ασφαλίσει» υπέρ αυτού την Βαρντάρσκα Μπανόβινα, αλλά οι Τιτοϊκοί έχουν πανίσχυρη δύναμη αντίστασης και πλήθος δοσίλογων να ανακρίνουν. Το σχέδιο αναβάλλεται. Εξάλλου τα Σκόπια αργούν να πέσουν. Οι Βούλγαροι έχουν ήδη εγκαταλείψει την κατεχόμενη από αυτούς ελληνική επικράτεια.

Υπομονετικοί και έτοιμοι για όλα, απομένουν στην Ελλάδα οι Γερμανοί: στη Κρήτη θα φύγουν με το τέλος του μεγάλου πολέμου, μήνα Μάιο. Στα νησιά κοντά στην Τουρκία, οι Άγγλοι θα προσπαθήσουν να τους πετάξουν στη θάλασσα άλλα θα υποστούν ακόμη μια μεγάλη ήττα.

Ο μεγάλος αυτός στρατός πελεκημένος αλλά όχι αποσυντονισμένος, θα βρεθεί τους επόμενους μήνες στο κέντρο και στα ανατολικά της Γερμανίας που απομένει. Άλλα στρατεύματα, που ο Χίτλερ έκρυβε στις Αρδέννες με υπερτεθωρακισμένα, θα χαλάσουν τα Χριστούγεννα των Συμμάχων όταν η Ελλάδα μακελεύεται στα Δεκεμβριανά της. Αλλά τώρα είμαστε στη Σίνδο. Ο ΕΛΑΣ σταματά ό,τι κινείται.

Να σου πω τι απόγινε ο αξιωματικός του Δάγκουλα, ο Ν.Κ. Όταν διορίστηκα κοινοτική δασκάλα στο Μ., είχα παιδιά από 5 έως 15 ετών. Το 1945. Το χωριό είχε και γονείς που ήταν οργανωμένοι στα τάγματα. Να πώς έγινε: Ετοίμαζα το πρόγραμμα της χριστουγεννιάτικης γιορτής του Δημοτικού Σχολείου Μ. Πρωτοδιορίστηκα εκεί κοινοτική, 6 Νοεμβρίου. Το σχολειό άνοιξε πρώτη φορά μετά το 1941. Έφτιαξα το πρόγραμμα, χειροποίητο. Έμεινα ένα χρόνο. Είχα ρωτήσει κάποια στιγμή έναν κάτοικο των Ταγμάτων Ασφαλείας αν συνάντησε έναν ξάδερφό μου, ονόματι Ν.Κ., που ήταν ντυμένος στην ομάδα του Δάγκουλα και αγνοούμενος από το τέλος του ’44, οπότε εκείνος μου είπε πως έναν Ν. βλογιοκομμένο τον κρέμασαν στο Σταθμό του Τεκελή, κατεβάζοντάς τον από το τρένο που κουβάλαγε Γερμανούς, οι Ελασίτες. Με χοντρό σύρμα. Αυτός ήταν. Οι συγγενείς το έμαθαν με αυτόν τον τρόπο. (Ε.Χ, 2011)

 Από τους Γερμανούς η Θεσσαλονίκη γλύτωσε, αλλά με την είσοδο του ΕΛΑΣ, η κεντρική κυβέρνηση αισθάνθηκε πως ο Χρυσοχόου που τον έπιασαν στις 28 Οκτωβρίου και τον περιόρισαν οι του ΕΛΑΣ σε ένα νοσοκομείο και μετά στην Αριδαία, της ήταν απαραίτητος. Πρώτα ορίστηκαν αμέσως οι υπεύθυνοι Κεντρικής, Ανατολικής και Δυτικής Μακεδονίας. Στην Θεσσαλονίκη τοποθετήθηκε ο Γεώργιος Μόδης, πολύ γνωστός στην πόλη, από την συμμετοχή του στον Μακεδονικό αγώνα. Καθ’ οδόν και εν πλω ήταν επίσης αγγλικά στρατεύματα που αργότερα θα έμπαιναν σε πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας ως ελευθερωτές.

Βέβαια, εδώ παίχτηκε ένα παιχνίδι. Αν εξαιρεθούν μικρές τοπικές φρουρές, οχυρωμένες σε μικρά στρατόπεδα, η υπόλοιπη Μακεδονία ήταν ελευθερωμένη ήδη από τον ΕΛΑΣ. Αλλά τώρα, η συμμαχία της Καζέρτας, άρχισε να αποδίδει τους καρπούς που ήλπιζαν οι Άγγλοι.  Ο ΕΛΑΣ ήταν μια δύναμη μεγάλη, αλλά υπό αφοπλισμό, όπως και όλες οι ένοπλες δυνάμεις, με μια εξαίρεση: οι Ριμινίτες, Έλληνες εκκαθαρισμένοι από την εποχή της Μέσης Ανατολής, πολέμησαν υπό συμμαχικό συντονισμό για την διάσπαση των γερμανικών αμυντικών γραμμών της Ιταλίας και τώρα ήταν η πρώτη αναγνωρισμένη σε πεδίο μάχης στρατιωτική μονάδα Ελλήνων που υπήρχε στην χώρα.

Ως συμμαχικός νικητής στρατός, οι Ριμινίτες θεωρούνταν από τους Άγγλους και τον Παπανδρέου το κύτταρο για τον αυριανό ελληνικό στρατό. Για τους ΕΛΑΣιτες και το ΕΑΜ ήταν ακόμα μια ένοπλη ομάδα έκτακτης ανάγκης, υπό διαδικασία αφοπλισμού.

Εντέλει βρέθηκε μια λύση, ήτοι οι δυνάμεις των εθνικιστών να ενταχθούν αριθμητικά ισόποσες με τις δυνάμεις που θα εντάσσονταν από τον ΕΛΑΣ, αλλά και αυτή η ύστατη ευκαιρία έστω μιας ανακωχής, χάθηκε. Την θέση των διαπραγματεύσεων πήραν οι σκοτεινές μεθοδεύσεις. Ήταν ακριβώς ο σπόρος της σύρραξης, της παραίτησης των αριστερών υπουργών και των Δεκεμβριανών, αλλά ακόμη ήταν Οκτώβριος και οι Ριμινίτες θα κατέφθαναν στην Αθήνα με άλλα αισθήματα.

Το υποτιθέμενο σχέδιο «ζετ», αν οποιαδήποτε πλευρά έκρυβε προθέσεις καταπάτησης των συμφωνιών της Καζέρτα, δεν θα είχε καμία τύχη. Ακόμη και αν ολόκληρος ο ΕΔΕΣ και η μυριάδα των τέως συνεργατών των Γερμανών, καθ’ υπερβολήν μυριάδα, ενώνονταν με τα διαθέσιμα αγγλικά στρατεύματα και επιζητούσαν να κρατήσουν την Θεσσαλονίκη, τα μετέπειτα γεγονότα (δραστική ήττα του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο, επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ κατά σλαβόφωνων, μάχες εκκαθάρισης του Κιλκίς, αλλά και η προφανής δυσκολία επικράτησης στην πρώτη περίοδο των Δεκεμβριανών), δείχνουν πως η συντριπτική αριθμητική υπεροχή του ΕΛΑΣ στον ελληνικό βορρά, δεν θα μπορούσε παρά να έχει ως αποτέλεσμα μια απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης εναντίον αυτής της παράταιρης και νεοπαγούς  συμμαχίας ετεροκλήτων στρατευμάτων, χωρίς καμία προηγούμενη εμπειρία κοινής δράσης.

Μα θα νικούσαν και τους Άγγλους; Η ερώτηση δεν υπάρχει. Οι Άγγλοι είχαν υποχωρήσει ήδη μια φορά, το 1941, από τα ίδια μέρη και μπορούσαν να το πράξουν πάλι. Το τελευταίο που επιθυμούσαν οι Σύμμαχοι, θα ήταν μια αγγλική ήττα από τον ΕΛΑΣ, διότι αν έβγαινε παραέξω κάτι τέτοιο, το χαρτάκι μεταξύ Τσώρτσιλ και Στάλιν μάλλον θα το χαρακτήριζαν όλες οι πλευρές ως προβοκάτσια.

Οι Άγγλοι και η νέα ελληνική κυβέρνηση, είχαν μάλλον κατά νου, αυτό που εντέλει έγινε: από την στιγμή που δεν προλάβαιναν να προσεγγίσουν την Θεσσαλονίκη, τα ένοπλα τμήματα τους θα έμπαιναν αργότερα στην πόλη και θα ασκούσαν κανονική διακυβέρνηση σύμφωνα με το πνεύμα και το γράμμα της συμφωνίας. Ήταν η ζωντανή πραγματικότητα έως τις αρχές Δεκεμβρίου του 1944, και μάλιστα με τυπικό μοντέλο τη διοίκηση της Θεσσαλονίκης

Κι από αυτήν την άποψη, ο ενθουσιασμός των Θεσσαλονικέων την ημέρα της εξόδου των Γερμανών, και τις ημέρες που ακολούθησαν υπήρξε ένας δραστικός συντελεστής που έπεισε τους πάντες ότι εάν θα υπήρχε κάποτε «σπάσιμο» της συμφωνίας, κάτι τέτοιο δεν θα ξεκινούσε από την Θεσσαλονίκη.

Η Θεσσαλονίκη γιόρταζε.

Τώρα, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, θα έδιναν απτές αποδείξεις πως δεν είχαν αντίρρηση να υπάρχουν και συνεταίροι στην νίκη. Μόνο που ο ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ είχαν από άλλη μια επιχείρηση να τελειώσουν. Ο ΕΛΑΣ να δείξει την ισχύ του, ελέγχοντας την πόλη και υποστηρίζοντας τις πολιτικές λύσεις που θα εφάρμοζαν τόσο η Δημοτική αρχή όσο και το ΕΑΜ, ενώ το ΕΑΜ, από την πλευρά του, έπρεπε να επιδεικνύει, ενόψει μιας ευρύτερης διοικητικής οργάνωσης του κράτους, την ετοιμότητα του μηχανισμού του να δίνει αποτελεσματικές λύσεις.

Παρομοίως, οι παρατάξεις που ήταν αντίθετες στην Αριστερά, έπρεπε να ανασυνταχθούν, να υποστηρίξουν την παρουσία των Άγγλων στην πόλη και, όπου ήταν δυνατό, να ισχυροποιήσουν τη θέση τους. Στο Κιλκίς, οι ένοπλες ομάδες περίμεναν κάποια πολιτική λύση ή έναν πρακτικό τρόπο να αποφύγουν δεινή ήττα. Περίμεναν απλώς τον θάνατο. Νόμιζαν πως κέρδιζαν χρόνο. Είχαν άδικο.

Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τον τρόπο φωτογράφισης ,ακόμη και για τον τρόπο αποτύπωσης των ημερών εκείνων. Από ένα σώμα 171 φωτογραφιών που είχε το Μουσείο Φωτογραφίας «Χρήστος Καλεμκερής» να μου παραδώσει σε φωτογραφίες τυπωμένες και σε ψηφιακή μέση ανάλυση, καθώς ελλείπει η χρονική διαδοχή, ή τουλάχιστον δεν είναι τεκμηριωμένη, χρησιμοποίησα διάφορες πηγές (μετεωρολογία και μαρτυρίες των ημερών) για να αποκατασταθεί μια χρονική διαδοχή, ωστόσο πρώτος θα δεχόμουν τις όποιες τεκμηριωμένες ενστάσεις. Άρα, τοποθέτησα τις φωτογραφίες με terminus antem την Παρέλαση,αρχές μεσημεριού της 2ας Νοεμβρίου,  προτελευταία τοποθέτησα την επιμνημόσυνη δέηση και την τελετή Μνήμης στην Αγία Σοφία και στην πλατεία της τις πρωινές ώρες της 2ας Νοεμβρίου, και νωρίς το πρωί μια σειρά προσυγκεντρώσεων που οδηγούσαν τους πολίτες και τους ενστόλους στην Αγία Σοφία ή από την Παύλου Μελά στην Παραλία. Όλα αυτά, ήταν γεγονότα της 2ας Νοεμβρίου και σε επιτομή βρίσκονται σε ένα φύλλο του Ριζοσπάστη, μετά τα γεγονότα του Κιλκίς, περί την 10η Νοεμβρίου.

Πριν από την 2α Νοεμβρίου, απομένουν δυο λογικές ημέρες προετοιμασίας των εκδηλώσεων, όπου ο ΕΛΑΣ δέχτηκε αγγλικά τμήματα, στελέχη της ενωμένης Ελληνικής κυβέρνησης και συγκέντρωση στρατευμάτων και υπηρεσιών στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη, χωρίς Γερμανούς, επέτρεψε στους Θεσσαλονικείς, ανάμεσά τους και στον φωτογράφο αλλά και σε παιδιά και εφήβους, να ξεχυθούν  στο ρημαγμένο λιμάνι. Ο φωτογράφος πήγε ένα συννεφιασμένο μα όχι βροχερό πρωινό. Όπλισε την μηχανή του ενόσω καίγονταν καύσιμα στη Μίκρα και στο Σέδες. Δεν έχει φωτογραφίσει μήτε έναν Γερμανό ή κάποια κίνησή τους έστω και από μακριά. Κατά τη γνώμη μου, φωτογράφισε φωτιές, πυροτεχνήματα χαράς και εκρήξεις σε δύο τουλάχιστον ακίνητα της πόλης το βράδυ που έμεινε ελεύθερη, δηλαδή την 30η Οκτωβρίου. Την ίδια μέρα φωτογράφισε προσυγκέντρωση Καλαμαριωτών και την επομένη, μέρα συννεφιασμένη που ίσως έβρεξε αργότερα, δηλαδή την 31η Οκτωβρίου πήγε πολύ πρωί στο λιμάνι, το φωτογράφισε έρημο, χωρίς ανθρώπους (δεν υπάρχει ,στις απεικονίσεις της παραλίας, καμία ετοιμασία για την παρέλαση της 2ας Νοεμβρίου, ευλόγως) αλλά ενώ έφτανε στην άκρη του προβλήτα, «χτύπησε» και τους καπνούς από τις φωτιές στα αεροδρόμια. Ίδιοι καπνοί υπό σχετικά ισχυρό Βαρδάρη, αποτυπώνονται και από πιο κοντά, από τα σύρματα του Σέδες και την περιοχή τουβλάδικων Αλλατίνη.

«Προφανώς οι Ελασίτες έκαιγαν σπίτια και οικοδομές ταγματασφαλιτών.

Πριν τον εορτασμό της απελευθέρωσης, ορισμένα βρετανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το λιμάνι. Μάλιστα μία βόμβα έπεσε στο σπίτι του κ. Χρήστου στην Εγνατία και επειδή βυθίστηκε βαθιά στο χώμα δεν εξερράγη. Την έβγαλαν μετά από δύο χρόνια. Ίσως οι φωτιές στις οικοδομές να είναι από τους βομβαρδισμούς.

H περιοχή του λιμανιού δεν ήταν «νεκρή» τις απογευματινές ώρες μετά τους βομβαρδισμούς, καθώς κόσμος έμπαινε μέσα είτε από περιέργεια είτε για να πάρει πράγματα μέσα από τις αποθήκες, κυρίως νέα παιδιά που έπαιρναν γαλέτες ή οβίδες.

Στο κτίριο επί της Βενιζέλου με Β. Ηρακλείου, όπου κάτω στεγαζόταν τα δερμάτινα είδη Καραδήμου, κρύφτηκαν ταγματασφαλίτες και οι ελασίτες τους πυροβολούσαν και ακούγονταν οι πυροβολισμοί. Τους σκότωσαν και ίσως να έβαλαν και φωτιά κατά την αποχώρησή τους.

Βραδινές ώρες μέσα στο λιμάνι, ο ίδιος μαζί με άλλους συνομήλικους, αφού έβγαζαν τα μολύβια μέσα από τις οβίδες και τα άναβαν έκαναν κάτι σαν παρέλαση κρατώντας σαν δάδες τα «μακαρόνια» από τις οβίδες. Οι έφηβοι της εποχής δεν κρατιούνταν και ήταν ξεχυμένοι στους δρόμους, όχι μόνο μέσα στο λιμάνι αλλά και έξω» (Χρήστος Καλεμκερής, 2013)