Ο ΕΛΑΣ κυκλώνει
Οι Γερμανοί έβαλαν εκρηκτικά για να καταστρέψουν υποδομές απαραίτητες στην πόλη. Η εξέλιξη των υπονομεύσεων έδειξε πως το έπραξαν για να εξασφαλιστεί η έξοδός τους και η επιβίβαση στα τραίνα χωρίς εμπλοκές. Και αυτό σε μεγάλο βαθμό επιτεύχθηκε. Μερικοί, σαν τον Πετρόπουλο, δεν πιστεύουν πως οι υποδομές σώθηκαν με την δύναμη των όπλων του ΕΛΑΣ. Δεν μπορώ να εκτιμήσω, καθώς δεν γνωρίζω πολλά από αυτά που έχουν γραφτεί, αν υπήρξε κάποιο πρωτόκολλο, κάποια συμφωνία με τον ΕΛΑΣ, γενική ή επιμέρους. Πάντως και το Παρίσι, ενώ υπονομεύτηκε κατά μεγάλο τμήμα του, δεν καταστράφηκε.
Ενδεχομένως να επρόκειτο για ελιγμό του Γερμανού ηγήτορα, που πέτυχε. Όσο για την κύκλωση που ενήργησε και πέτυχε ο ΕΛΑΣ σε ελάχιστες μέρες με επιτυχία, ήταν σαφέστατα κίνηση ματ στην σκακιέρα της μετακατοχικής ιστορίας και στόχος της δεν ήταν απλώς η δημιουργία εντυπώσεων, αλλά κάτι απλούστερο που γινόταν, ώρα με την ώρα, άκρως επείγον.
Χιλιάδες ένοπλοι συνεργάτες των Γερμανών, δεν τους ακολούθησαν στην έξοδο από την Ελλάδα, αλλά έμειναν συντεταγμένοι στην περιοχή του Κιλκίς, ακολουθώντας την διαδρομή Άγιος Αθανάσιος-Απόστολοι-Κιλκίς. Έτσι, αποτελούσαν μια δύναμη που μπορούσε (α) να βρεθεί στην Θεσσαλονίκη σε λίγες ώρες και να την «απελευθερώσει» ή (β) εφόσον εν τω μεταξύ ολοκληρώνονταν οι επαφές με τους Άγγλους και τον ΕΔΕΣ, να εισέλθει στην πόλη με τους άντρες της όχι ως τρομοκράτες και εκτελεστές, αλλά ως τμήματα ενισχυτικά συμβολικής αγγλικής δύναμης που ήδη ήταν καθ’ οδόν για να ελευθερώσει, επίσης, την Θεσσαλονίκη.
Επομένως οι υπονομεύσεις υποδομών την πόλης δεν ήταν φόβητρο μόνον για τον ΕΛΑΣ, αλλά και για κάθε ένοπλη απόπειρα να καταληφθεί η πόλη πριν φύγουν οι Γερμανοί.
Όλα τα υπονομευμένα σημεία και κτίρια, χάρη στην συνεχή παρακολούθηση των δυναμιτιστών είχαν επισημανθεί. Πριν αρχίσει η έξοδος των Γερμανών, τμήματα του ΕΛΑΣ είχαν αναλάβει κατά τομείς τη διάσωση των δεξαμενών, των εργοστασίων ηλεκτρισμού αλλά και μνημείων, που κι αυτά είχαν καλωδιωθεί.
Αρχηγοί και καπεταναίοι διηγούνται και εκθέτουν τον τρόπο της διείσδυσής τους στη Θεσσαλονίκη. Όπως συχνά συμβαίνει σε στρατιωτικά απομνημονεύματα διαχρονικώς, ο κάθε αφηγητής τείνει να τονίσει την δική του συμμετοχή, όχι από αναίδεια, όσο επειδή ήταν ο πιο πιστός αυτόπτης μάρτυρας των δικών του ενεργειών και ο μόνος που ήξερε τόσο την δράση όσο και τις προθέσεις του.
Αλλά πιο αξιόπιστο μου φαίνεται να ακολουθήσουμε τις περιγραφές των εφήβων, όπως του Νίκου Μπακόλα, που λιτά και εκφραστικά, ως αξιόλογος συγγραφέας αλλά και έμπειρος δημοσιογράφος, έδωσε εικόνες αξέχαστες της εισόδου των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από τα ανατολικά. Η εμπειρία του έχει αποτυπωθεί τηλεοπτικά, αλλά και στα κείμενά του.
Είναι σίγουρο ότι, μετά την υποχώρηση της παρουσίας των παραστρατιωτικών μονάδων, η Άνω Πόλη ήταν «ελεύθερη Ελλάδα» και, ταυτόχρονα, η πρώτη αστική περιοχή παραμονής του ΕΛΑΣ με στρατηγείο και καλή οργάνωση. Από τις αρχές Οκτωβρίου, στελέχη του εφεδρικού ΕΛΑΣ είχαν εφοδιαστεί με περιβραχιόνια και σίτιζαν κανονικά τα μέλη τους. Η λεγόμενη βίλλα Μοσκώφ πάνω από τον Προφήτη Ηλία ήταν το στρατηγείο του εφεδρικού ΕΛΑΣ πόλης και η αποφασιστική κίνηση ήταν η υπερκέραση της Θεσσαλονίκης με απόβαση τμημάτων του ΕΛΑΣ στην Χαλκιδική.
Πριν την απελευθέρωση, ο Αναστασιάδης δίνει την σύνθεση της ηγεσίας του εφεδρικού ΕΛΑΣ Θεσσαλονίκης που είχε τον (συμβολικό, μάλλον) τίτλο της Μεραρχίας. Διοικητής ο λοχαγός Κάρλος, καπετάνιος ο Θανάσης Κρόκος και καπετάνιος του πρώτου εφεδρικού συντάγματος ο Παπαθανασίου, που άφησε επίσης απομνημόνευμα. Η πρώτη ενέργεια των μονάδων αυτών ήταν να λογικευτεί η λαϊκή αντίδραση προς μια εικόνα και πράξη «ελεύθερης Ελλάδας», αλλά με κάποια δικαιοσύνη μέσα στο χάος των ημερών:
Στο μεταξύ, από τον Αύγουστο, έπρεπε το κάθε Σύνταγμα να αντιμετωπίσει μια σειρά προβλήματα που είχαν ανακύψει από το επαναστατικό ξέσπασμα του λαού της πόλης. Οι περισσότεροι ταγματασφαλίτες που είχαν μείνει, είχαν λουφάξει στο κέντρο της πόλης. Πολλούς από αυτούς που είχαν συνεργασθεί ανοιχτά με τους κατακτητές, και ήταν γνωστοί σε διάφορες συνοικίες για τη δράση τους, τους συλλαμβάνανε ένοπλοι ανοργάνωτοι νεολαίοι, τους κουβαλάγανε στην Πάνω Πόλη και τους παρέδιδαν στα φυλάκια μας, λέγοντας πως ήταν γκεσταπίτες, εγκληματίες πολέμου και λοιπά. Οι νεολαίοι φεύγανε να συνεχίσουν την «δράση» τους, χωρίς να αφήνουν συγκεκριμένα στοιχεία. Δημιουργήθηκε λοιπόν αμέσως η ανάγκη να δημιουργήσουμε δικαστική υπηρεσία, που θα έκανε προανάκριση για να διαπιστώσει τι ήταν αυτοί οι συνεργάτες των καταχτητών που μας παρέδιδαν οι ανοργάνωτοι νεολαίοι χωρίς να δίνουν στοιχεία, και σηκώνονταν κι έφευγαν. Ήρθα αμέσως σε επαφή με την αντιστασιακή οργάνωση των δικηγόρων της Θεσσαλονίκης (συνέπεσε ένα διάστημα να τους καθοδηγώ από μέρους της αχτίδας των Δημοσίων υπαλλήλων) και τους παρακάλεσα να θέσουν καμιά δεκαριά δικηγόρους στην διάθεση του συντάγματος […] ως υποτυπώδη δικαστική υπηρεσία. (Αναστασιάδης)
Εδώ, ο Α. μάλλον ετεροχρονίζει μια δράση που επικρίθηκε έντονα από πολλά μέλη της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, καθώς οι αυθαίρετες συλλήψεις δεν διασώζονταν βέβαια από «υποτυπώδη δικαστική υπηρεσία συντάγματος» και πάμπολλοι πρέπει να ήταν αυτοί που εκτελεστήκαν ή τους ζήτησαν χρήματα για να γλυτώσουν. Το αναφέρω, επειδή από την μεταπελευθερωτική πολιτική του ΕΑΜ /ΕΛΑΣ και των υπηρεσιών του, το μόνον παράπονο ήταν πως «σκοτώθηκε πολύς κόσμος» και δεν επρόκειτο για την ΟΠΛΑ.
Υπήρξε λοιπόν μία διπλή σιαγόνα που έκλεισε την πόλη από τη Γεωργική Σχόλη και την Πυλαία, ελέγχοντας τις οδεύσεις του Χορτιάτη και των Ζερβοχωρίων, του Χολομώντα και της Κασσανδρινής, ενώ από τον βορρά και τα Χίλια Δέντρα ήταν αδύνατον να διαφύγει συγκροτημένος στρατός, διότι δεν υπήρχαν σοβαρές προσβάσεις και μάλιστα μηχανοκινήτων ομάδων. Στην κλασική και άνετη διόδευση της αρχαίας Εγνατίας πάντως, η περιοχή ήταν έρημη και αφύλακτη. Το Ρουμλούκι, ο κάμπος του νότου, στις εκβολές των ποταμών ήταν πλέον ελεγχόμενος από τον ΕΛΑΣ, αν και , συνεργάτες των Γερμανών και μικρές φρουρές Γερμανών κρατούσαν μερικά σταυροδρόμια .
Δύο περίπου μήνες πριν την απελευθέρωση βίωσα μία αξέχαστη εμπειρία. Τα δύο μεγάλα αδέλφια μου κατά καιρούς έπαιρναν μία βάρκα και επέστρεφαν με στάρι από την περιοχή του Λουδία. Δηλαδή ταξίδευαν από τη θάλασσα μέχρι το Λουδία και στη συνέχεια τον διέσχιζαν, φτάνοντας στην περιοχή των Γιαννιτσών. Φόρτωναν στο Κίτρος αλάτι και το αντάλλασσαν στα Γιαννιτσά με στάρι. Αυτό το ταξίδι θέλησα να κάνω κι εγώ μαζί με τα αδέλφια μου, οι οποίοι με απέτρεψαν να πάω αλλά εγώ επέμενα έντονα και τα κατάφερα. Έτσι ξεκινήσαμε με πρώτο σταθμό το Κίτρος, όπου μας βοήθησαν άνθρωποι από άλλες βάρκες που ήταν εκεί για τον ίδιο σκοπό, καθώς η άμμος έκλεινε πολλές φορές το στόμιο του λιμένος.
Η ίδια η πόλη βρίσκεται, πλην των στρατιωτικών στρατοπέδων και ενός κεντρικού τομέα, στα χέρια του ΕΛΑΣ. Το παραδέχονται, με κάποια υπερβολή, ήδη από την 23η Οκτωβρίου απεσταλμένοι του Χρυσοχόου στον Άγιο Αθανάσιο, όπου προσπαθούν να ξεπεράσουν τους δισταγμούς και τις αντιρρήσεις των οπλαρχηγών προκειμένου να μπουν στην πόλη που «κομμουνιστοκρατείται».
Τους Γερμανούς δεν τους νοιάζει, διότι γνωρίζουν πως ο ΕΛΑΣ, μετά το πέρασμα της ηγετικής του ομάδας από τον Αξιό, έχει θέσει τις μεραρχίες του αντικρύ στη Θεσσαλονίκη και έχει ήδη κινηθεί προς τα ΒΑ, όπου περιμένουν δίβουλοι, υπό τον Κισά Μπατζάκ και τους υπόλοιπους, οι χιλιάδες ένοπλοι των τμημάτων αυτών.
Υπάρχουν δύο ειδών ανταλλαγές μηνυμάτων. Αρχηγός των αρχηγών είναι ο Κισά Μπατζάκ του Κούκκου της Πιερίας, αλλά το αυτόγνωμο των άλλων αποσπασμάτων είναι δεδομένο. Συνομιλούν, αλλά δεν ομονοούν. Οι Άγγλοι τους στέλνουν ένα χαρακτηριστικό της νοοτροπίας τους μήνυμα όπου ουσιαστικά τους τάζουν μια αμνηστία, εφόσον βέβαια δεν κάνουν το λάθος να ξαναμπούν στη Θεσσαλονίκη με νεκροκεφαλές και γερμανικά κράνη.
Τώρα προτείνεται να μπουν ως δυνάμεις του ΕΔΕΣ, του Ζέρβα, πράγμα που προκαλεί και έναν αστεϊσμό από τον Κισά Μπατζάκ: «από τον ΕΔΕΣ μας χωρίζει (εμάς του ΕΕΣ εννοεί) ένα Δέλτα!»
Αξιωματικοί του ΕΔΕΣ είναι μαζί με τους δεξιούς αντάρτες από τον Άγιο Αθανάσιο, και αναμένουν αποφάσεις. Ελάχιστες ημέρες πριν, υπάρχει και μια ντεκλαρέ πρόταση προς τον Κισά Μπατζάκ να ενταχθεί στον ΕΛΑΣ. Και αυτή η πληροφορία χρήζει μπόλικης εξέτασης, αλλά δεν είναι προς απορίαν: ο «κοντοπόδαρος» Παπαδόπουλος, παλαιός και έμπειρος αντάρτης των βουνών από την αρχή του αιώνα, πολυμήχανος και πραγματικά καλός πολεμιστής, έχει καταφέρει να οργανώσει ένοπλα τμήματα στο χωριό του, τον Κούκκο, από το οποίο φεύγει δαφνοστεφής για να αρχηγεύσει στρατιωτικά στην Θεσσαλονίκη, στη θέση του Πούλου, του Βήχου και των υπολοίπων. Η φήμη του και η σχετική του δυστροπία έναντι των γερμανικών διαταγών, τον κάνει τυπικό καπετάνιο που χαίρεται τον πόλεμο και έχει σαφείς αρχηγικές ικανότητες.
Η εκκρεμότητα αυτή στο τέλος θα λήξει με ατυχή τρόπο. Οι χιλιάδες συνασπισμένοι συνεργάτες των Γερμανών αφήνουν συντεταγμένα το μέτωπο των Αποστόλων και κατευθύνονται, μαζί με τα κοπάδια του ανεφοδιασμού των, στο Κιλκίς. Την ημέρα που φεύγουν οι Γερμανοί και η πόλη πλημμυρίζει εξ ανατολών προς Δυσμάς από μονάδες του ΕΛΑΣ που προηγούνται και πλήθος κατοίκων της Θεσσαλονίκης που ενθουσιασμένο παραληρεί και κλαίει από συγκίνηση, οι ένοπλοι οι οποίοι από διάφορες αιτίες και από διάφορες καταγωγές αντιστάθηκαν κυρίως στο ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ, αφήνοντας την αντίσταση κατά των δυνάμεων κατοχής επιλεκτικά κυρίως εναντίον των μισητών τους Βουλγάρων, μπαίνουν στο Κιλκίς και στρατωνίζονται. Αν δεν είχαν επιλέξει τον δρόμο του στυγνού τρομοκράτη κατά πάντων, εκτελώντας ό,τι δεν τους γέμιζε το μάτι, η Αφήγηση θα ήταν και πάλι διαφορετική.
Δεν μετατρέπουν το Κιλκίς σε φρούριο (δεν έχουν και τον καιρό). Περιμένουν τους Άγγλους, να προλάβουν τον ΕΛΑΣ, να μπουν στη Θεσσαλονίκη, ως ΕΔΕΣ και να συνταχτούν, αθώοι παντός αίματος, με την νέα ελληνική κυβέρνηση, υπό τις διαταγές του Σκόμπι που είναι ο νέος στρατηγέτης της χώρας. Ο δρόμος Κιλκίς-Θεσσαλονίκης (τμήμα του πανάρχαιου αρχαίου δρόμου που ενώνει τον Θερμαϊκό μέσω των κοιλάδων του Αξιού στην Δαρδανία κι από εκεί στην Νίσσα και στη Μητροβίτσα(Σίρμιο) είναι τελείως ανοιχτός.
Ότι οι εντός του Κιλκίς θέλησαν να αποκτήσουν επαφή με τους Άγγλους, και ότι απέτυχαν με ένα στρατήγημα, περιγράφεται γλαφυρά από τον Αναστασιάδη. Απεσταλμένοι των αμυνομένων συνέλαβαν έναν σύνδεσμο του ΕΛΑΣ στο Δερβένι και εκείνος τους έπεισε πως θα τους οδηγήσει στους Άγγλους που ήταν ήδη στη Θεσσαλονίκη, αρκεί να μη τον σκοτώσουν. Τους οδήγησε σε αρχηγείο του ΕΛΑΣ στην πόλη που το φρουρούσαν ΕΛΑΣιτες ντυμένοι με εγγλέζικες στολές και η «καριέρα» τους τελείωσε εκεί. Οι Άγγλοι δεν συνδέθηκαν με τους αποκλεισμένους.
Ο ΕΛΑΣ φρουρεί την βαθειά κοιλάδα στο Ρετζίκι και την μεταξύ Χορτιάτη και Πανοράματος απλωσιά, καθώς διατηρεί δυνάμεις από το καλοκαίρι στο Φίλυρο. Οι στρατωνισμένοι στο Κιλκίς αναμένουν να διαλύσουν αυτές τις φρουρές οι Άγγλοι, όταν έρθουν με το καλό, και να τους καλωσορίσουν. Οι κύριες δυνάμεις του ΕΛΑΣ, βρίσκονται στον κάμπο, καλά συντεταγμένες και περιμένουν κάτι απλό: να φύγουν οι Γερμανοί με το τρένο και μόλις πάρουν τη γραμμή προς Ευζώνους, να κλείσουν τελείως τον κύκλο γύρω από τη Θεσσαλονίκη και να μπουν ως ελευθερωτές, αφήνοντας τους Άγγλους παρατηρητές.
Οι Άγγλοι ξεμυτίζουν με πλοιάρια 30 ή 31 Οκτωβρίου, αλλά σε μικρή ενότητα, ενώ οι πολλοί θα εμφανιστούν την 1η Νοεμβρίου.
Προηγουμένως κάνουν κάτι σοβαρό: μονάδες του ΕΛΑΣ σκοπεύουν να ελέγξουν τα γερμανικά τραίνα σε ένα πολύ αδύναμο για την γερμανική άμυνα σημείο, στο Τεκελή (Σίνδο) που και κατά το 1912 έπαιξε πάλι σπουδαίο ρόλο στις μετακινήσεις και τις συνεννοήσεις πρέσβεων και απεσταλμένων για την παράδοση της Θεσσαλονίκης.
Θα παραμείνουν εκεί και θα ελέγχουν για παρείσακτους κάθε βαγόνι. Οι Γερμανοί έδιωξαν από τον Σεπτέμβριο τους επιδραστικούς Έλληνες με τραίνο στη Γερμανία και τον Πούλο με τους αφοσιωμένους του άνδρες ένα μήνα αργότερα για να γίνουν ήρωες στο πλευρό τους στην Σλοβενία. Αν κάποιος από τα τάγματα του Βήχου ή του Δάγκουλα, κάποιος που αισθανόταν ασφαλής κοντά τους και όχι στο Κιλκίς, έπαιρνε το τραίνο της γερμανικής φυγής, δεν είχαν καμία διάθεση να τον προστατεύσουν.
Μήνες αργότερα, όταν θα αποχωρούσαν οριστικά οι Γερμανοί από την Ιταλία έχοντας μέσα στις τάξεις τους μεταμφιεσμένο τον Μουσολίνι, δεν θα φέρουν καμία αντίρρηση να τον παραδώσουν στους Ιταλούς αντιστασιακούς.
Μια παρατήρηση που πρόσεξα πως είχε και διαδικτυακές διαφωνίες είναι η ακόλουθη: τις δυνάμεις των αντικομμουνιστών του Κιλκίς, μερικές διηγήσεις τις εμπλουτίζουν με δυνάμεις της ΠΑΟ. Η ΠΑΟ ήταν οργάνωση κυρίως Ελλήνων αξιωματικών που οργάνωσε ο Χρυσοχόου προκειμένου να μη μονοπωληθεί η Αντίσταση κατά των Γερμανών από τον ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ. Είχε άμεση ανάγκη «εθνικοφρόνων» μονάδων, αλλά όχι οπλισμένων από τους Γερμανούς!
Το πρώτο διάστημα ,αυτή η διαδικασία πήγε σχετικά καλά, κι αυτό φαίνεται από την ηπιότητα με την οποία ο ΕΛΑΣ, όπου είχε δύναμη, έστελνε την ΠΑΟ πίσω στα σπίτια τους.
Αλλά με την εξέλιξη της βίας και των επιχειρήσεων, διαδόθηκε πως η ΠΑΟ πήρε όπλα από τους Γερμανούς. Χωρίς να αποκλείεται κάτι τέτοιο, ο Χρυσοχόου δεν διέθετε το εναλλακτικό όπλο που νόμιζε πως θα τον ευνοούσε, κι έτσι εμπιστεύτηκε τους παραδοσιακούς τουρκόφωνους, ακόμη και τύπους σαν τον Δάγκουλα, που φαινομενικά ήταν στα μαχαίρια.
Η αναφορά πως ΠΑΟτζήδες ήταν βασικοί συντελεστές της «εθνικόφρονος» άμυνας στη μάχη του Κιλκίς, εξυπηρετούσε περισσότερο την υπαγωγή της ΠΑΟ στην μελλοντική της υποστήριξη της Βασιλείας και της αντιστασιακής σύνταξης, παρά την αλήθεια. Όπως αντίστοιχα, από την άλλη πλευρά, είναι τελείως υπερβολικά έως απίθανα τα περί ταγμάτων Ασφαλείας στην βόρεια Ελλάδα σενάρια.