Οι Γερμανοί απαγκιστρώνονται
Από τα τέλη Σεπτεμβρίου του 1944 οι Γερμανοί ξεκίνησαν να υπονομεύουν τις βαρειές υποδομές της Θεσσαλονίκης, αεροδρόμιο και λιμάνι. Τοποθέτησαν εκρηκτικά στις αστικές υποδομές, ηλεκτρισμό και ύδρευση, ενώ πόντισαν και δύο παλαιά εμπορικά κτήρια κατά μήκος του λιμανιού για να αποφύγουν κάποια (απίθανη) απόβαση. Η διαταγή από το επιτελείο του Χίτλερ πρέπει να τους ήρθε 7 ή 8 Οκτωβρίου. Ήταν έτοιμοι. Εγκατέλειψαν την Αθήνα σε 4 μέρες, στις 12 Οκτωβρίου αφήνοντας επαρκείς αμυντικά διατεταγμένες εφεδρείες στην Κρήτη και στα τέως ιταλοκρατούμενα νησιά, απ’ όπου έφυγαν μετά πολλών βασάνων στο τέλος του πολέμου. Την 22α αερομεταφερόμενη μεραρχία που ήταν η πιο δυνατή τους μονάδα στην Κρήτη την προόριζαν για μεταφορά μέσω ξηράς στην κεντρική Ευρώπη αλλά συγκρούστηκε, στις 15 Οκτωβρίου, με μονάδα του ερυθρού στρατού που επιχειρούσε διείσδυση στο στενό πάνω από το Μπέλες, ανάμεσα Στρώμνιτσα και Πετρίτσι.
Εκλεκτή γερμανική μονάδα λοιπόν, απωθείται προς βορρά στις 15 Οκτωβρίου, ενώ οι σοβιετικοί βρίσκονται στα παλαιά ελληνοβουλγαρικα σύνορα, που δεν είναι υπό τεχνική έννοια σύνορα πλέον, αλλά εσωτερικός περιφερειακός διαχωρισμός μεταξύ βουλγάρικων και κατεχομένων εδαφών του τέως βασιλείου της Βουλγαρίας.
Η Κεντρική Μακεδονία από παλαιά είχε στις πόλεις μικρές μονάδες της Βέρμαχτ που ενέπνεαν τον φόβο στους απλούς πολίτες και αρκετές βοηθητικές υπηρεσίες, υγειονομικές και άλλες. Στα Γιαννιτσά, στη Φλώρινα, στην Κοζάνη, σε πόλεις αυτού του μεγέθους, η γερμανική διοίκηση δυναμικότητας λόχου και σπανιότατα τάγματος διοικούνταν στις κρίσιμες περιπτώσεις από λοχαγό και καμιά φορά από λοχία. Διηγήσεις διάλυσης διαδηλώσεων από τους χαρακτηριστικούς «πεταλάδες», έδειχναν ζωντανά την εντύπωση που έκαναν οι εκπαιδευμένοι αυτοί άνδρες ανεξάρτητα από τον αριθμό τους.
Σε κάθε περίπτωση, ενώ οι Γερμανοί τα μάζευαν και οργάνωναν τον τρόπο εξόδου και μεταφοράς των στρατευμάτων, έδωσαν σημασία και στους συνεργάτες τους. Πρώτο έφυγε περί τα μέσα Σεπτεμβρίου, για Γερμανία, ένα τραίνο έμφορτο με συνεργάτες, τους στενούς διοικητικούς και πολιτικό προσωπικό , χωρισμένους από αγεφύρωτα χάσματα που μεταφράστηκαν και σε εκτελέσεις επί κεντρικού γερμανικού εδάφους. Οι παραδοσιακοί οπλαρχηγοί, ο Δάγκουλας και οι ελληνικές αρχές της Θεσσαλονίκης, φίλοι των στρατευμάτων κατοχής, δεν ήταν μέσα στο τραίνο αυτό. Οι Γερμανοί στη χώρα τους φιλοξενούσαν πλέον την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Υπό τον Κουτσονίκο. Δεν πειράζει που δεν το μαθαίνουμε αυτό.
Είναι για άλλη έρευνα η «πολιτική γερμανόφιλη μερίδα της κατοχής εν Θεσσαλονίκη» με τον Σπυρίδη, τον Ποζιώνη (με το πολυθρύλητο «πολιτικό του συμβούλιο») αλλά και τον Θεοχαρίδη, τον Χερτούρα, τον Αγάθο, τον Παπαναούμ, τον Έξαρχο και τον Σιμωνίδη, ένα κοκτέιλ από αντισημίτες, εμμονικούς φιλοναζί, υπηρεσιακούς παράγοντες με επιρροή ή απλώς καιροσκόπους, γύρω από την γερμανική δράκα, διότι μπροστά στον αριθμό των Γερμανών που αποφάσιζαν, εκατοντάδες διεκδικητές επιρροής, περιουσιών και άλλων αγαθών θορυβούσαν διά αλληλογραφίας και αλληλοκαταδόσεων.
Στην ουσία, η τύχη των συνεργατών των Γερμανών ήταν πλέον χωρισμένη σε τρεις κατηγορίες. Ενώ ο Πούλος με την ομάδα του έφυγε μέσα Οκτωβρίου με τραίνο και ακολουθούσε τις διαταγές του γερμανικού επιτελείου, προσκολλημένος σε κάποιο γερμανικό σώμα, μια μεγάλη ομάδα των οπλαρχηγών, κυρίως τουρκόφωνων, στράφηκε σε μια αμυντική γραμμή προς το Κιλκίς.
Ήταν η μεγάλη ομάδα ενόπλων που οπλίστηκε από τους Γερμανούς οι οποίοι βρίσκονταν τότε πλέον σε επαφή με τις ελληνικές κατοχικές αρχές που διατήρησαν σε όλην την κατοχή οι Γερμανοί αλλά και με τους Άγγλους.
Τέλος, πολλά στοιχεία από τις συμμορίες του Δάγκουλα και άλλων, ακόμη και ΠΑΟτζήδων που είχαν εκτεθεί μέσα στην πόλη, προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ακολουθήσουν τους Γερμανούς που έπαιρναν το τελευταίο τρένο για Γερμανία.
Η πόλη κρατούσε κυριολεκτικά την ανάσα της. Και στα μέσα Οκτωβρίου, παίχτηκε η αποφασιστική κίνηση στην σκακιέρα της τύχης της Θεσσαλονίκης. Ήταν μια αγωνία που κράτησε μια εβδομάδα περίπου, είχε νέους παίκτες και κατέληξε στα γεγονότα που παρουσιάζουμε στο λεύκωμα.
Μια εβδομάδα του Οκτωβρίου
Θα στηριχτούμε μόνον στα γεγονότα που μας φαίνονται πιστευτά ή πιθανά. Στις 9 Οκτωβρίου ξεκινά μια μυστική διάσκεψη στη Μόσχα. Ο Τσώρτσιλ στο πρώτο δείπνο, διηγείται στα απομνημονεύματά του πως, εκμεταλλευόμενος την χαλαρότητα της στιγμής, έγραψε ένα σημείωμα όπου «μοίραζε» ουσιαστικά την επιρροή μεταξύ των σοβιετικών και των δυτικών συμμάχων στις περιοχές της νοτιοανατολικής Ευρώπης που βρίσκονταν εσχάτως σε πολεμικό αναβρασμό, μετά την κατάρρευση του νοτίου γερμανικού μετώπου:
Απεβιβάσθην εις Μόσχαν το απόγευμα της 9ης Οκτωβρίου. Εις τας 10 την νύκταν είχομεν την πρώτην σημαντικήν σύσκεψίν μας εις το Κρεμλίνον. Ήσαν μόνον ο Στάλιν, Μολότωφ, Μαλένκωφ. Ήντεν και εγώ. Ο ταγματάρχης Μπιρς και ο Παυλώφ εξετέλουν χρέη διερμηνέων. Η στιγμή ήτο κατάλληλος δια σοβαρόν έργον. Ούτω είπον: «Ας ξεκαθαρίσωμεν τας υποθέσεις μας εις την Βαλκανικήν. Οι στρατοί μας είναι εις Ρουμανίαν και Βουλγαρίαν. Έχομεν συμφέροντα, αποστολάς και πράκτορας εκεί. Ας μη εμπλακώμεν εις σύγχυσιν διά μικροζητήματα. Καθ’ όσον αφορά την Άγγλιαν και την Ρωσίαν, πως θα σας εφαίνετο να έχετε το 90% της επιρροής εις Ρουμανίαν και ημείς να έχωμεν το 90% του ελεγχου εις την Ελλάδα και να τα μοιρασθώμεν κατά το ήμισυ εις την Γιουγκοσλαβίαν; Ενώ μετεφράζοντο αυτά, έγραφα εις ήμισυ φύλλον χάρτου; ΡΟΥΜΑΝΙΑ: Ρωσία 90%-οι άλλοι 10%. ΕΛΛΑΣ: Μεγάλη Bρετανία (εν συμφωνία με ΗΠΑ) 90%-Ρωσία 10%.ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ: 50%-50% ,ΟΥΓΓΑΡΙΑ 50%-50%. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: Ρωσία 75%-οι άλλοι 25%. Έσπρωξα το φύλλον εις τον Στάλιν, ο οποίος είχε ήδη ακούσει την μετάφρασιν. Υπήρξε σύντομος σιωπή. Και μετά πήρε το μπλε μολύβι και εσημείωσε την έγκρισίν του και μου το επέστρεψε. Ολα είχαν κανονισθεί εις διάστημα όσον απαιτείται διά να αρχίσωμεν. Μετά, ηκολούθησεν μακρά σιωπή. Το φύλλον χάρτου με την σημείωσιν με το μολύβι, ευρίσκετο εις το μέσον της τραπέζης. Κατόπιν είπα: «Μήπως θα φανεί κυνικόν, εάν αποκαλύπτετο ότι είχομεν διακανονίσει τα ζητήματα αυτά τόσον μοιραία δια έκατομμύρια ανθρώπων, κατά τόσον πρόχειρον τρόπον;». «Όχι, κρατήστε το», είπεν ο Στάλιν (Τσόρτσιλ, απομνημονεύματα)
Είτε είναι ξεκάρφωμα του Στάλιν, είτε πρόκειται για στυγνή πραγματικότητα , δεν είμαστε νομίζω μακριά από την αλήθεια ότι αυτό το σημείωμα, ακόμη κι αν επινοήθηκε, ήταν ως έννοια και ως ουσία λεγομένων απολύτως στην αντίληψη τόσο του Στάλιν, όσο και του Τσόρτσιλ .
Και πως η ισορροπία αυτή, παρά τις επιμέρους ανομοιογένειες, διατηρήθηκε σε όλην την περίοδο του ψυχρού πολέμου. Η Ελλάδα υπό αγγλική και αμερικανική επιρροή κατά 90%, η Γιουγκοσλαβία μοιρασμένη και η Βουλγαρία 75 % σοβιετική. Αυτά λέγονται και γράφονται ενώ οι σοβιετικοί είναι μέσα στα εδάφη της Βουλγαρίας και υπάρχει εξέγερση με στόχο την αλλαγή πολιτικής αυτού του κράτους.
Η πιο ισχυρή ένδειξη πως κάτι έτρεχε στη Μόσχα και ήταν όλα προσυμφωνημένα ήρθε μια εβδομάδα αργότερα, όταν οι Βούλγαροι εγκατέλειψαν οικειοθελώς την Ανατολική Μακεδονία και τα άλλα κατεχόμενα και γύρισαν στην πατρίδα τους. Ήταν μια καθαρή παρέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης υπέρ των Άγγλων, διότι ο ΕΛΑΣ τις ίδιες ημέρες και ώρες είχε ανθρώπους του στη Σόφια που ζητούσαν βοήθεια την οποία δεν έλαβαν ποτέ.
Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς τι επιπτώσεις θα είχε στην περιοχή μια κάθοδος ενός τάγματος του Τολμπούκιν προς Θεσσαλονίκη. Ασφαλώς και θα επέστρεφε, όπως έγινε στην Αυστρία, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση, κατά την ταπεινή μου γνώμη, να είχαμε εμφύλιο πόλεμο στην χώρα…
Την ίδια εποχή, έχουν περάσει δύο εβδομάδες από την συμφωνία της Καζέρτα, όπου η ΠΕΕΑ, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ είχαν αποδεχτεί να μη διαβούν τον Αξιό, αφήνοντας την Θεσσαλονίκη στις αγγλικές δυνάμεις και τις δυνάμεις που η κυβέρνηση Παπανδρέου θα συγκέντρωνε υπό τις διαταγές του Σκόμπι.
Ενώ αυτά «δουλεύονται» και με την ομάδα μεραρχιών του ΕΛΑΣ κεντρικής Μακεδονίας παντοδύναμη, νικήτρια παντού και χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο, αφού ο ΕΔΕΣ έχει απήχηση μόνον στα δυτικά της χώρας, εδρεύει στην Βέροια, όπου και θα παραμείνει έως του αγίου Δημητρίου, ο Βαφειάδης, μη εμπιστευόμενος την Καζέρτα (και, προσθέτω, γνωρίζοντας -πράγμα απλό- ότι ο στρατηγός Τολμπούκιν βρίσκεται στα ελληνοβουλγαρικα σύνορα), σκέφτεται πως με τον φιλικό πλέον και συμμαχικό βουλγαρικό στρατό στην πλάτη του, δεν θα έχει κανένα εμπόδιο να μπει στη Θεσσαλονίκη, αποβιβάζοντας δυνάμεις στην Χαλκιδική.
Τις δυνάμεις που ανέλαβαν το έργο της απόβασης, τις ξέρουμε: ήταν το 50ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ υπό τον καπετάν Νικήτα, τον Κωνσταντίνον Συννεφάκη, από το Λιβάδι Ελασσόνας που με το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών του, πέρασε απέναντι και συνδυάστηκε με τις δυνάμεις του 31ου Συντάγματος στη Θεσσαλονίκη. Οι εντολές δίνονται και έτσι, έως το απόγευμα της 29ης Οκτωβρίου, ΕΛΑΣίτες, που λέγονται τμήματα Χαλκιδικής, σε δύο κολόνες είναι στο Σέδες .
Βέβαια, είναι αδύνατο να μην έγιναν επαφές κάποιων στελεχών του ΚΚΕ με τους σοβιετικούς, που τους συναντούμε να απωθούν Γερμανούς στα στενά του Πετριτσίου, δίπλα στα ελληνικά σύνορα και την ίδια μέρα να μπαίνουν στη Σόφια. Δεν είδα την υποτιθέμενη μαρτυρία Παρτσαλίδη στην «Αυγή» της 15ης Απριλίου 1978, όπου υποστηρίζει πως πήγε στη Μόσχα (σαφώς μετά την 15η Οκτωβρίου 1944) και ζήτησε βοήθεια από τον Τολμπούκιν χωρίς να την λάβει, αλλά αυτές οι ενδείξεις είναι εκ του περισσού.
Αρκεί και περισσεύει πως 10 Οκτωβρίου η Ελλάδα πέρασε με άνωθεν συμφωνία στην επιρροή της Αγγλίας. Έτσι, η είσοδος των Άγγλων και της νέας Ελληνικής κυβέρνησης, ενισχυμένη με δύο συμφωνίες τις οποίες υπέγραψε η αριστερά, ήταν μια καλυμμένη πράξη πανταχόθεν. Οι σημαίες με τα σφυροδρέπανα της 2ας Νοεμβρίου, σε καλάθια στην Τσιμισκή, μπορούσαν να ξενίζουν όσο ήθελαν τους Θεσσαλονικείς στη μεγάλη γιορτή. Από τους Συμμάχους, οι Άγγλοι είχαν την πρωτιά στην χώρα. Δεν ήταν υποχρεωτικό να το ξέρουν όλοι.
Αυτή η εκτίμηση είναι προσωπική και συμφωνεί απλώς με την διαβεβαίωση πολλών καπεταναίων και στρατιωτικών ηγετών της αριστερής αντίστασης πως δεν είχαν καθαρή εικόνα των συμφωνιών της Καζέρτα, αλλά και να είχαν, μάλλον την θεωρούσαν προσχηματική.
Διότι τόσο η ΠΕΕΑ, όσο και οι υπουργήσιμοι της ενιαίας κυβέρνησης, μπορεί να ήταν γνωστοί και εν μέρει σεβαστοί στο ΕΑΜ, αλλά το «πνεύμα» ομάδας των ενόπλων σχηματισμών, ως προς την πολιτική αντιμετώπιση μιας συνθήκης, είναι γνωστό πως σήκωνε συνήθως μεγάλες και έμπρακτες διαμαρτυρίες.
Οι ένοπλοι αισθάνονται πως οι άοπλοι δεν τους εκφράζουν απόλυτα. Αυτό συμβαίνει συστηματικά παγκοσμίως από την εποχή τουλάχιστον του Κρόμβελ στον κόσμο και δεν θα αποτελούσε εξαίρεση ο ΕΛΑΣ της Βέροιας και ο τοπικός ΕΛΑΣ της Θεσσαλονίκης, σε ένα κλίμα που αμφισβήτησαν οι οπλαρχηγοί του 1821, ο ηττημένος στρατός του 1922, αλλά και οι υπογράψαντες την ανακωχή και την παράδοση του 1941.
Η έκπληξη των ημερών του Οκτωβρίου είναι αλλού: στους ένοπλους συνεργάτες των Γερμανών. Αναφέρεται ρητώς πως όσοι ήταν έξω από τη Θεσσαλονίκη, συγκεντρώθηκαν στην περιοχή από τη Κρύα Βρύση έως τον άγιο Αθανάσιο (το Καβακλή) ενώ οι μονάδες που ήταν μέσα στην πόλη (ανάμεσά τους οι επίλεκτοι του Κισά Μπατζάκ) συγκεντρώνονται στην πλατεία Αγίας Σοφίας και μετά από τελετή συντεταγμένοι, φεύγουν από τη Θεσσαλονίκη, κατευθυνόμενοι και αυτοί στον Άγιο Αθανάσιο. Αυτό πρέπει να έγινε, αν και ο Τομανάς δεν δίνει ημερομηνία, κατά τις 20 Οκτωβρίου.
Όλοι τους βρίσκονται σε ένα τόξο που ολοένα περιορίζεται, αυξάνοντας το βάθος του. Οι μάχιμοι πρέπει να ξεπερνούν τις 7000, αλλά έχουν μαζί τους όχι μόνον οικογένειες και φιλικά προσκείμενους χωρικούς και άλλους στρατολογημένους, αλλά και χιλιάδες αιγοπρόβατα του μεγαλοκτηνοτρόφου Σιαπέρα από τα πρόβουνα του Πάικου που προηγούνται των μετακινήσεων τους.
Στον Άγιο Αθανάσιο το στρατόπεδο δυναμώνει και αυξάνεται και πιάνει επαφή με τους Άγγλους και την νέα ελληνική κυβέρνηση, αλλά και με απεσταλμένους του ΕΔΕΣ. Ενώ αγωνίζονται να βρουν μια λύση προκειμένου να ενταχθούν στην νέα πραγματικότητα, προς το τέλος του μήνα, μαθαίνοντας ότι ο ΕΛΑΣ είναι έτοιμος να περάσει τον Αξιό και τον κάμπο από το Ρουμλούκι με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη (οι Γερμανοί βρίσκονται ακόμη στην πόλη) οι ένοπλοι εγκαταλείπουν τον άγιο Αθανάσιο και οδεύουν προς το αμυντικό μέτωπο Άνω, Μέσοι και Κάτω Απόστολοι.
Ακόμη και εάν το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ υποστηρίζουν για λόγους ανόρθωσης του ηθικού, πως έχουν καταδιώξει τους Γερμανούς, η κίνηση των ενόπλων γερμανοντυμένων και αντικομμουνιστών, δείχνει πως αρνήθηκαν να μπλέξουν με τον ΕΛΑΣ και άφησαν έτσι έναν ουδέτερο χώρο κατά μήκος της λεκάνης του Αξιού,ώστε να φύγουν χωρίς εμπλοκές οι Γερμανοί από τη Θεσσαλονίκη, να περάσουν μετά την 27η Οκτωβρίου οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ τον Αλιάκμονα με τους αρχηγούς τους και οι Δαγκουλαίοι, ελπίζοντας να πάρουν ταυτότητες του ΕΔΕΣ, ταυτότητες ξεπλύματος, καταφεύγουν στο μέτωπο Γαλικού. Ήταν ένας διαχωρισμός παλαιών αντιπάλων ,με πρόδηλη ανάμιξη των στρατιωτικώς ισχυροτέρων στη χώρα, που ήταν οι Άγγλοι.
Είναι τρεις συνοικισμοί του πεδινού Κιλκίς απλωμένοι στις ρίζες μιας αρχαίας πόλης, κοντά στην Πικρολίμνη και στον Γαλλικό, πάνω από τα στενά των Φιλαδελφιανών (Νάρες) που καλύπτονται εύκολα και με πλάτη τα χθαμαλά πλην αποτελεσματικά για άμυνα λοφάκια. Η περιοχή του Κιλκίς στην δυτική του πεδιάδα δεν έχει άλλα αντερείσματα, παρά μόνον αυτά που βρίσκονται στις παρυφές της πόλης, επειδή επιτρέπουν και μέσα από Τέρπυλλο, Θεοδόσια, και τον αρχαίο δρόμο του Κολχικού, πρόσβαση προς Θεσσαλονίκη και τις Μυγδονικές λίμνες, άρα διαφυγή προς όλα τα σημεία του ορίζοντα πλην του δυτικού που είναι ανοιχτός κάμπος.
Στις γραπτές ερμηνείες του ΕΛΑΣ, υπάρχει η υπόνοια έως βεβαιότητα ενός «σχεδίου Ζετ» του Χρυσοχόου. Σύμφωνα με αυτό, υπήρχε ένας πολιτικός ελιγμός ώστε οι συνεργάτες των Γερμανών να επανέλθουν ως απελευθερωτές. Αυτό δεν χρειάζεται να ενδυθεί κάποια συνωμοτικότητα. Είναι πολύ πιθανό, αλλά απαιτούσε κάτι λίγο πλην αποτελεσματικό: μια διλοχία και έναν αξιωματικό του Αγγλικού στρατού με έναν πολιτικό εκπρόσωπο της νέας κυβέρνησης, που κρατώντας στο χέρι την γραπτή συμφωνία των οπλαρχηγών της τέως φιλογερμανικής παράταξης, θα συμφωνούσε και θα συντασσόταν με την συμφωνία στη Καζέρτα, αφού θα είχαν μοιραστεί ταυτότητες του ΕΔΕΣ στους τέως συνεργάτες των Γερμανών.
Ο ΕΛΑΣ τότε δύσκολα θα παραβίαζε χωρίς κάλυψη την ρύθμιση αυτή, ασχέτως εάν θα εκδήλωνε απέχθεια και θα δημιουργούσε το σχετικό κλίμα. Ωστόσο από τα στοιχεία που έχουμε μάλλον πείθουν ότι το «σχέδιο Ζετ» ήταν ένα τροχιοδεικτικό βλήμα χωρίς γόμωση:
Οι κινήσεις και οι ελιγμοί των ταγματασφαλιτών θα διευκολύνονταν αν η ομάδα Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ (που είχε στρατιωτικό διοικητή τον υποστράτηγο Μπακιρτζή, καπετάνιο τον Μάρκο Βαφειάδη και επιτελάρχη τον αντισυνταγματάρχη πυροβολικού Λαγγουράνη) υπάκουε στον σχετικό όρο της συμφωνίας τη Καζέρτας (Γιάννης Γκλαρνέτατζης, στην επίτομη, υποδειγματική ψηφιακή του ανάρτηση «η παραμελημένη απελευθέρωση»)
Ο κύριος λόγος που οι γερμανοντυμένοι του Δάγκουλα και του Κισά Μπατζάκ, και των άλλων οπλαρχηγών, φεύγουν από την πόλη, είναι για να αποκτήσουν πηλήκια του ΕΔΕΣ, να βαπτιστούν εθνικόφρονες αντιστασιακές δυνάμεις που μπορεί να είχαν και μερικούς έξαλλους ανάμεσά τους, αλλά ποτέ δεν απομακρύνθηκαν από τους εθνικούς στόχους.
Ο έμπειρος Χρυσοχόου αξιολογεί την κατάσταση και κρίνει πως μια σύγκρουση των συνεργατών των Γερμανών με τον ΕΛΑΣ ενδεχομένως να αποβεί ολέθρια και για αυτόν, ενώ εάν οι ομάδες των «εθνικιστών» οργανωθούν και μεταμφιεσθούν, θα προηγηθεί ο ΕΛΑΣ και θα εισπράξει τα συχαρίκια, αλλά οι αγγλικές δυνάμεις και άλλες «αντιστασιακές» πλέον, θα είναι αλώβητες και απόλυτα συμβατές ως προς την Καζέρτα.
Έμμεση ένδειξη πως τέτοιες μεταμορφώσεις δήθεν αντιστασιακών από ύαινες σε λέοντες διατηρώ από πολλά χρόνια στα ενθυμήματά μου: ένα δίπλωμα υπογεγραμμένο με μελάνη από τον ίδιο τον Ναπολέοντα Ζέρβα, όπου σε υποπράσινο φόντο, βεβαιούται ότι ο φέρων ήταν μέλος της Εθνικής Αντίστασης και το υπογράφει ο Αρχηγός. Με μια διαφορά: το δίπλωμα δεν έχει συμπληρωθεί. Είναι μια λευκή επιταγή προς την νομιμοφροσύνη. Το είχα προμηθευτεί στο μοναστηράκι το 1976 από ένα ρολό τέτοια υπογεγραμμένα χαρτιά.
Τώρα στη Θεσσαλονίκη, οι συνεργάτες των Γερμανών είναι απλώς σε συμβολικούς αριθμούς. Βρίσκονται επίσης στη Σαλονίκη η Χωροφυλακή και οι αρχές, γενικώς, ελληνικές ή γερμανικές. Είναι στην ουσία ένας χειρισμός που θέλησε ο πολλά νήματα κινών Χρυσοχόου, τόσο επιδραστικός, ώστε δεν πειράχτηκε στο τέλος της Κατοχής από κανέναν.
Οι Άγγλοι ποτέ δεν έκρυψαν πως δεν είχαν δυσκολίες συνεννόησης μαζί του. Στα χαρτιά, χωρίς πουθενά να υπάρχουν στην πόλη παραστρατιωτικοί, υπάρχουν οι Γερμανοί υπ΄ατμόν, και ακόλουθοί τους, ως μόνοι κληρονόμοι της Κατοχής, άρα ως απελευθερώσιμοι, οι κάτοικοι που δεν εκτελέστηκαν και δεν πήγαν σε στρατόπεδα, καθώς και οι αρχές του Δημοσίου, η Δημοτική Αρχή, και οι υπηρεσίες.
Αυτοί περιμένουν, ειδοποιημένοι για την Καζέρτα, τους Άγγλους να αναλάβουν τη στρατιωτική διοίκηση της Θεσσαλονίκης. Η πόλη μοιάζει «ασφαλής» στα χέρια της νέας κυβέρνησης. Αλλά οι Άγγλοι πολύ δύσκολα θα φτάσουν στη Θεσσαλονίκη την ώρα που οι Γερμανοί φεύγουν, ώστε η παράδοση της πόλης να γίνει ως να ήταν η Θεσσαλονίκη μια πόλη αδέσποτη της κεντρικής Ευρώπης. Η Ελλάδα έχει αντισταθεί στον κατακτητή της. Η Αντίσταση υπάρχει, δεν γονάτισε, έχει εκ των πραγμάτων απελευθερώσει μεγάλο μέρος του εθνικού χώρου.
Η Αντίσταση πρέπει να λάβει μέρος στην Απελευθέρωση. Κανονικά, οι Άγγλοι θα ήταν πιο ήσυχοι αν έμπαινε ο Ζέρβας. Αλλά αυτός είναι μακριά.
Τότε, οι ιθύνοντες, σκέφτονται κάτι πιο απλό. Να βαφτίσουν τις οπλισμένες από τους Γερμανούς παραστρατιωτικές δυνάμεις ως ανήκουσες στον ΕΔΕΣ. Με τον τρόπο αυτό, οι Άγγλοι θα παραλάβουν και θα αφοπλίσουν προσωρινά, τουλάχιστον επτά χιλιάδες ενόπλους της «άλλης πλευράς», της αντικομουνιστικής. Αξιωματικοί του ΕΔΕΣ σπεύδουν στον Άγιο Αθανάσιο. Μένει να δούμε, με τον εκτός Θεσσαλονίκης ΕΛΑΣ να ετοιμάζεται να περισφίξει την πόλη το τρίτο δεκαήμερο του Οκτάωρη, τι γίνεται με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ της πόλης.
Παρά τις μαρτυρίες και τις διαβεβαιώσεις των ιθυνόντων της εποχής και της πόλης, ενώ οι τοπικές οργανώσεις δουλεύουν αποτελεσματικά και συνωμοτικά, δεν ισχύει το ίδιο με την ένοπλη δράση τους τουλάχιστον στις αρχές του θέρους.
Τα όπλα είναι ελάχιστα, τα αγοράζουν ή τα παίρνουν από αυτομόλους ή τα κερδίζουν σε αψιμαχίες, αλλά οι δυνάμεις των συνεργατών των Γερμανών επιχειρούν παρελάσεις στους δρόμους, στήνουν μπλόκα και εκτελούν ανθρώπους, όπως στην Καλαμαριά και αλλού, έχουν στο συρματόπλεγμα πάμπολλους ΕΑΜιτες και ΕΛΑΣιτες απ’ όπου αντλούν τους ομήρους που θα εκτελεστούν. Έχουμε γραπτές διαβεβαιώσεις και λιγότερα απτά στοιχεία πως η κατάσταση άρχισε να αλλάζει.
Στην αυλή μας, φθινόπωρο, εμφανίστηκε ο καθηγητής Χ. με το συνθηματικό «χαιρετίσματα από τον τάδε». Η Α., υπεύθυνη της ΕΠΟΝ, με είχε ειδοποιήσει και τον περίμενα. Ο άνθρωπος ζήτησε να αποσυρθεί σε ένα δωμάτιο, και επίσης ένα ψαλιδάκι. Εκεί έκοψε τη φόδρα από το σακάκι του, έβγαλε ένα χαρτί και το ‘βαλε στην τσέπη. Μετά τον πήγα από Κυβερνίδου-Λισέ-Έκθεση (εκεί ήταν παλιά, στο πάρκο του Πεδίου του Άρεος) -ΧΑΝΘ, Παλιά Παραλία και στη Λεσχη Τραπεζικών, δίπλα στο σινεμά «Αστόρια» όπου είχαν οργανώσει (η ΕΠΟΝ) ένα δήθεν πάρτι. Εκεί τον παρέδωσα σε έναν επικεφαλής με το όνομα Θ. Τον βρήκα, τον άφησα εκεί και έφυγα. Ο Θ, ο Φ. και η Α. ήταν ψευδώνυμα των επικεφαλής της ΕΠΟΝ στη Σαλονίκη. Μια από τις γιάφκες τους ήταν στο πατρικό μας και συνεδρίαζαν μια φορά το μήνα. Γύρω στα οκτώ άτομα. Έδιναν ένα ποσό στην μάνα μου και τους μαγείρευε να τρώνε. Έρχονταν από τις συνοικίες οι υπεύθυνοι και έδιναν λογαριασμό. Μεταξύ τους και γενικώς. (Ε. Χ, 2000)
Πάντως, ενώ η οργάνωση της ΕΠΟΝ, ο εφοδιασμός και το ΕΑΜ άνθιζαν, τα οπλισμένα συντεταγμένα τμήματα του ΕΛΑΣ με κόπο συγκροτούνταν. Με τον καιρό οργανώθηκε αντίσταση, αψιμαχίες με τους Δαγκουλαίους, κατόπτευση και παρακολούθηση των υπονομευμένων εγκαταστάσεων της πόλης από τους Γερμανούς, ενώ ποτέ δεν σταμάτησε η διακίνηση στελεχών και μελών της αντίστασης από και προς την πόλη, η μεταφορά οπλισμού, λειτουργία πολυγράφου και η σταθερή και ασφαλής επικοινωνία των οργανωμένων, παρά τις προσπάθειες των γερμανοντυμένων, όσο ήταν τουλάχιστο στην πόλη, να συλλαμβάνουν «υπόπτους» και να τους εκτελούν ή να τους στέλνουν σε στρατόπεδα. Σε μια περίπτωση, ο ΕΛΑΣ στέλνει στον εφεδρικό της Θεσσαλονίκης, 42 στέν:
Σχεδίαζα την επόμενη μέρα να ρυθμίσω τη μεταφορά και τη διανομή του οπλισμού στις μονάδες της μεραρχίας. Δυστυχώς, ο Β. παραβίασε την εντολή. Το βράδυ πήγε και κοιμήθηκε στο σπίτι (με τον οπλισμό) μαζί με τον Σύνδεσμο της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας. Ο Σύνδεσμος είχε έρθει από το βουνό και πήγε στα Λαδάδικα να χαλάσει χρυσές λίρες. Κι αυτός παραβίασε ρητές εντολές. Στα λαδάδικα τον επισήμαναν χαφιέδες γκεσταπίτες και ταγματασφαλίτες και τον παρακολούθησαν.
Τα ξημερώματα της άλλης μέρας, πριν φέξει, δυνάμεις των Ταγμάτων και η Γκεστάπο κύκλωσαν το σπίτι και το τετράγωνο. Επιασαν τον Β. και τον σύνδεσμο, τους έβγαλαν στο δρόμο με τα σώβρακα και τους εκτέλεσαν αμέσως. […] Το πρωί πήρα το τραμ για το Ντεπώ να πάω στο σπίτι, Κρήτης 22. Πάντα στεκόμουν στον εξώστη του τραμ για να βλέπω και γύρω και να μπορώ να φύγω εύκολα. Στην 4η στάση είδα μια ομάδα ταγματασφαλίτες. Δεν κατέβηκα εκεί, αλλά στην 3η στάση. Γύρω από το σπίτι είδα κόσμο που συζητούσαν περίεργα. Μου είπαν πως μόλις έφυγαν οι ταγματασφαλίτες, αφού σκότωσαν δύο παιδιά. Ρώτησα αν πήραν τίποτε από το σπίτι. Με κάθε θυσία έπρεπε να σωθεί ο οπλισμός. Μάζεψα μια ομάδα […]Το ίδιο βράδυ έπρεπε να πάρουμε τον οπλισμό γιατί τη επομένη ημέρα στο σπίτι θα εγκαθίστατο ταγματασφαλίτικη οικογένεια. Αυτό γινόταν σε κάθε σπίτι που χτυπούσαν.(Παπαθανασίου)
Τα όπλα σώθηκαν, αλλά ήταν γεγονός ότι υπήρχε ανισότητα στόχων και δράσης των αντιμαχομένων. Ας συγκρίνει κάποιος την αγωνία για 42 όπλα με το γεγονός πως ο Κισά Μπατζάκ, μετά την Αλβανία, το 1942, όργωσε τα βουνά, και έφερε από εκεί εκατοντάδες όπλα του ελληνικού στρατού από τα παραδομένα μετά την κατάρρευση του μετώπου. Η έλλειψη αξιόμαχων ομάδων στην πόλη έγινε αντιληπτή από τους ιθύνοντες και μετά από σύντομη ζύμωση και δουλειά το καλοκαίρι, άρχισαν οι συγκρούσεις μεταξύ του ΕΛΑΣ της Θεσσαλονίκης και των γερμανοντυμένων.
Τις επαφές του γερμανικού στρατού με τις αρχές της πόλης και τις αντιμαχόμενες παρατάξεις, οι μαρτυρίες τις θέλουν ελάχιστες τις τελευταίες μέρες του Οκτωβρίου, με πιο σημαίνουσα την επαφή του δημαρχεύοντος Σερεμέτη που, με την ενίσχυση του Γενναδίου, ζήτησε να μην είναι δραστική και απαγορευτική προσεγγίσεων ανεφοδιασμού η υπονόμευση των εγκαταστάσεων του λιμανιού. Οι μέρες που το γραφείο του Μέρτεν γινόταν χώρος δημοσίων σχέσεων και τακτικής του «δώσε και μένα μπάρμπα» έμοιαζαν πολύ παλαιές.
Παρά την στέρηση και τους μαυραγορίτες, από την 21η Σεπτεμβρίου, που έγινε ο αγγλικός βομβαρδισμός, αποθήκες τροφίμων στο λιμάνι έπαθαν ζημιές και τα τρόφιμά τους αφέθηκαν έρμαιο του πλήθους, ενώ οι Γερμανοί δεν κινήθηκαν εναντίον του (Τομανάς). Η ίδια κατάσταση επικράτησε μετά την αχρήστευση αποθηκών στο λιμάνι από τους Γερμανούς, που άφησαν μερικές ξεκλείδωτες και αδέσποτες:
Οι Γερμανοί ανατίναξαν όλες τις αποθήκες του λιμανιού αλλά άφησαν αυτές που περιείχαν εφόδια και τρόφιμα- άγνωστο για ποιο λόγο. Σαν μικρά παιδιά μπαίναμε και ψάχναμε τις αποθήκες ώσπου εντόπισα κάπου τσουβάλια με γαλέτες. Φορτώθηκα ένα μεγάλο τσουβάλι αλλά βγαίνοντας από το χώρο του λιμανιού συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να σηκώσω τόσο βάρος. Κάθισα να ξεκουραστώ και καθώς με πλησίαζαν και άλλα συνομήλικα παιδιά, έβγαλα και τους μοίρασα το μισό τσουβάλι και έφυγα ελαφρύτερος για το σπίτι μου που ήταν τότε στην Τσιμισκή με Κούσκουρα. Πολλά παιδιά έπαιρναν από τις αποθήκες οβίδες και προσπαθούσαν να αφαιρέσουν το μολύβι από το μπρούτζινο σώμα της οβίδας. Σκοπός τους ήταν να αφαιρέσουν από το εσωτερικό του τη δυναμίτιδα, με την οποία ανάβαμε το βράδυ πυρσούς. Σε πολλές περιπτώσεις πουλούσαν το μολύβι ή το μπρούτζο. Κάποια φορά όμως άκουσα για ένα γειτονόπουλό μου ότι καθώς χτυπούσε την οβίδα στις πέτρες, αυτή του ξέφυγε από τα χέρια, χτύπησε κάθετα στις πέτρες και εκπυρσοκρότησε, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. Σε πολλές περιπτώσεις απέτρεψα φίλους μου από αυτό το επικίνδυνο παιχνίδι. (Χρήστος Καλεμκερής, 2013)