Οι ηδονές της Αϊσέ [75]
12-07-2018

75. Η Μπολούρ που χάθηκε

 

Απεναντίας η Μπολούρ δεν ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του Εμίνογλου, διότι χάθηκε. Από το φλερτάκι και τη νύχτα με τον αμαξά, είχαν ήδη περάσει τέσσερα χρόνια, και  μήτε φωνή, μήτε ακρόαση. Η απουσία της δεν έγινε αισθητή, παρά το ότι οι ψυχοκόρες είχαν γράψει σχετικά  στον Εμίνογλου. Ήταν παράξενες μέρες εκείνες οι προπολεμικές, όπου οι απαγωγές, οι δολοφονίες και οι εξαφανίσεις δεν έκαναν και μεγάλη εντύπωση. Καμιά φορά ξημέρωνε η μέρα και η χαμένη ή ο εξαφανισμένος εμφανίζονταν και ούτε γάτα ούτε ζημιά.

Ωστόσο η Μπολούρ χάθηκε μετά λόγου γνώσεως. Δεν έκλεισαν δυο μέρες από τον τρυφερισμό, το χαλβέτ της με τον αμαξά χωρίς όνομα, που ήρθε καμαρωτός και την πήγε με τη σούστα πίσω από το Τεκφούρ σαράι να γνωρίσει το σόι του. Ήτανε τρία- τέσσερα καλυβάκια ή χαμοκέλλες κολλητά στο τείχος και μια αυλή  των θαυμάτων με μπαχτσεδάκι, γίδες και μερικά πουλάκια σε κλουβί. Ο αμαξάς κατέβασε την όμορφη, και γνώρισε έναν πατέρα, πολλά αδέλφια και αδελφές και μια μάνα αμίλητη που όλο έκλαιγε. Έβαλαν τα μικρά και τα μωρά στη μία χαμοκέλλα, την φίμωσαν και την έγδυσαν, κι έπειτα τα θηλυκά της κρατούσαν χέρια και πόδια και την βάτεψαν όλοι οι αρσενικοί και τελευταίος ο πατέρας που αργούσε.Την τάιζαν με ό,τι έτρωγαν και την έδερναν μόνον αν προσπαθούσε να φύγει. Την είχαν ντυμένη με μια ρόμπα και την έπλεναν καθημερινώς, ενώ κάλεσαν όλους τους γείτονες να την σμίξουν κι εκείνοι τους πλήρωναν το κατιτίς τους.

Η γειτονιά το ήξερε πως η φαμίλια αυτή έκλεβε γυναίκες και κορίτσια συχνά, αλλά η φτώχεια ήταν μεγάλη και κακές συνήθειες επικρατούσαν. Ο αμαξάς, μετά από λίγες εβδομάδες νοίκιασε τη Μπολούρ σε ένα κοντινό χαμάμι για μερακλήδες κι εκεί της έμαθαν να τρίβει με χόρτο τα μέλη των ανδρών, αλλά οι άλλες γυναίκες κρατούσαν το προνόμιο να τους σαπουνίζουν και να τους  ξεπλάνουν, διότι έπειτα έπεφτε το πουρμπουάρ. Η Μπολούρ είχε λίγες αναμνήσεις, κι όχι πάντα αποκρουστικές επειδή της έβαζαν αφιόνι στο φαγί και είχε όλο υπνηλία. Καθώς ο αμαξάς έφερνε όποτε μπορούσε και άλλα κορίτσια, την πούλησαν έπειτα από δύο χρόνια σε ένα παραθαλάσσιο χαρέμι για δύσκολους πελάτες κι εκεί έμαθε να τραγουδάει, μόνη ή με ορχήστρα. Τα έβρισκε όλα κανονικά και ξέχασε την παλιά της ζωή.

Στο ορφανό από την Μπολούρ κουπέ, ο Εμίνογλου την θυμόταν όλο και πιο σπάνια και μετά τους ήρθε μετάθεση, οπότε την ξέχασε τελείως. Ήταν ένα ακόμη χαμένο κορίτσι.