33. Ο Νείλος
Όπως ο ήλιος ξεπετάει τα μανιτάρια, όταν αγγίζει τα σύσκια δάση, έτσι και η Ανατολή γέμισε ομάδες σκηνιτών χωρίς θεό, μόνο με έναν ρήγα της ομάδας που σχημάτιζαν ρυάκια από άμαξες και πεζοπόρους που κυλούσαν ως απόνερα μιας ξαφνικής βροχής.
Η κάθε ομάδα είχε δώσει όρκο αιώνιας πίστης και αγάπης, δεμένη με σταγόνες αίμα που έσταζε από τις χαραγμένες παλάμες της. Ήξεραν τι τους κυβερνούσε, και αυτό δεν ήταν βαρύ, μήτε υποχρεωτικό. Είχαν μια μακρινή νέα βασίλισσα που τους ευλογούσε όπως οι ξύλινες και πέτρινες αρχαίες θεές και προκυνούσαν με σεβασμό αντικρύζοντας είτε τον Σενέτ, είτε τον Βαρσάκ, είτε τον Λεόντιο, όποτε τους συντύχαιναν. Τους αναγνώριζαν από το παράξενο μυτερό καπέλο τους, φτιαγμένο από καλάμια και πανί, που το έβγαζαν την ώρα του ύπνου και το μετέτρεπαν σε αντίσκηνο. Ζούσαν από τα ελέη των ομάδων και τις πληροφορούσαν για τις πόλεις και τα κάστρα που ήταν ορφανά από την παρουσία τους.
Ήγγικεν η ώρα για την Αΐντα και το ποθούμενο αντάμωμα των θεαινών. Λεόντιος, Σενέτ και η μικρή Σαχίνη, μπήκαν σε λαντίνι ρηχό και πέρασαν την Ερυθρά θάλασσα για να φτάσουν στον Νείλο, κι από εκεί στην Συήνη και τέλος, μακριά, στην χώρα των Νουβίων.
Με το που πέρασαν στην Αίγυπτο και είδαν το ποτάμι, ξαφνιάστηκαν, καθώς είδαν αναρίθμητο στρατό να βαδίζει στον νότο και στις δύο όχθες, κρατώντας τα φλάμπουρά του, ενώ το ποτάμι το διέσχιζαν πλήθος λευκά πανιά που ένωναν τις δύο στρατιές, μεταφέροντας προμήθειες, διαταγές και αποφάσεις στρατηγών. Και πίσω από τα όπλα, τα άλογα και τις καμήλες, ένα μεγάλο κοπάδι δικών τους ανθρώπων, παριών και αθιγγάνων, τους ακολουθούσε. Πήγαιναν και αυτοί στην Νουβία, επειδή θα άλλαζε το καθεστώς και ανοίγονταν ευκαιρίες. Oι στρατοί αδιαφορούσαν για την παρουσία τους, αλλά οι τρεις επισκέπτες είχαν ήδη μάθει των μυστικά τους. Επικεφαλής της εκστρατείας ήταν ο έπαρχος Πετρώνιος που είχε λάβει πρόσκληση από την Αΐντα να έρθει να του παραδώσει το κραταιό βασίλειο. Έμπειρος και ψυλλιασμένος εκείνος, φρόντισε να δεχτεί, αλλά κουβάλησε για κάθε ενδεχόμενο και δύο λεγεώνες, μη του συμβεί καμιά συμφορά. Είναι απίστευτο τι μάθαιναν οι Αθίγγανοι από τα πολυάριθμα θηλυκά τους που κοιμότανε με τις γυναίκες τους, γεμίζοντας με ασημένια δηνάρια τον κόρφο τους.
Οι τρεις τους πήραν ένα φορείο για την Σαχίνη και δύο άλογα γι’ αυτούς, οπότε προηγήθηκαν. Στα σύνορα της χώρας των Νουβίων, τους υποδέχτηκαν τεράστιοι σωροί από όπλα, ασπίδες και βαλλίστρες, απόδειξη πως κανένας δεν αντιστέκονταν, ενώ οι πύλες των πόλεών τους ήταν ορθάνοιχτες. Λίγοι έφυγαν προς τους Αιθίοπες και παραπέρα, στους πυγμαίους και τους γορίλλες.
Ο Σενέτ δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει την Αΐντα, καταμεσής ενός ομίλου κουρελήδων, που περίμεναν τον Πετρώνιο. Την έδειξε στην Σαχίνη κι εκείνη κατέβηκε από το φορείο και δεν υπήρξε σύσταση ή αναγνώριση. Δεν ήταν συχνό φαινόμενο να πλησιάσουν μεταξύ τους δύο θεές.
Τώρα, δούλεψαν τα άστρα και οι προφητείες. Οι δύο θεές, κοιτάχτηκαν και γέλασαν αμέριμνα. Σχηματίστηκε ένας κύκλος τεράστιος γύρω τους, και στην περιφέρειά του μάνιαζε αμμοθύελλα. Κεραυνοί έπεφταν χαράζοντας τις ακτίνες του ήλιου και φωνές από τα ουράνια ακούγοντας ρήσεις των προφητών και αναγγελίες, σε πολλές γλώσσες. Κι όλοι προσκύνησαν το φαινόμενο, αλλά απαγορεύτηκε να το μνημονεύουν.