ΜΟΝΟ ΤΟ ΣΩΜΑ
Μέσα σε κτίρια ερείπια και σε χαλάσματα
ζήσαμε τον έρωτα τα χρόνια της χολέρας
γύρω από παντού έπαιρνε μάτι ο θάνατος
κι η μυρωδιά χτυπούσε στα ρουθούνια μας.
Παρατημένοι στο έλεός του, κι αβοήθητοι
κανείς θεός δεν έριξε ποτέ το βλέμμα του
ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών.
Μόνο το σώμα μας μπορούσε να ψελλίζει
σιγά σ’ απόμερες γωνιές με ιερές κραυγές
κι οι συνήθειες να κάνουν τη δουλειά τους
για να κυλάει, σπρώχνοντας τη κάθε μέρα.
Μόλις που έκλειναν τα μάτια για τον ύπνο
ό,τι αφήναμε τη μέρα τρύπωνε στα όνειρα
επέστρεφε κρυφά σα νοσταλγία θανάτου.
Μέσα σε κτίρια ερείπια και σε χαλάσματα
στεγάσαμε τη δίψα για ζωή, απελπισμένοι.