Εισαγωγή στο ομώνυμο φωτογραφικό λεύκωμα του Δημήτρη Ταλιάνη (1992)
Γη της Μακεδονίας 5/7
11-03-2018

 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΚΜΗ

Ήρθε η εποχή του Αλεξάνδρου. Η ακτινοβόλος του προσωπικότητα, που εγνώριζε το φως στα λοφάκια της Πέλλας και τη γνώση στην υδατόβρυτη Μίεζα, ενωρίς ανηρπάγη από τις ελπίδες και στα είκοσί του χρόνια ξεκίνησε με το στρατό του για την Ασία. Η Μακεδονία έγινε τώρα μία μητρόπολη.

Οι παλαιοί, ομηρικού τύπου, βασιλείς στα άνω οροπέδια ήταν κομμάτι της κυρίαρχης κάστας. Οι ισχυρές οικογένειες της Μακεδονίας έστελναν στρατούς ανατολικά και δέχονταν πίσω στην πατρική γη τους παλαίμαχους, όπου φάνηκε να συγκεντρώνεται όλη η αλκή της Ελλάδας.

Τα γεγονότα της εκστρατείας στην Ανατολή γρήγορα έγιναν οι κινητοί θρύλοι του λαού. Τώρα, το πρόβλημά τους δεν ήταν πόσο μακριά μπορούσαν να πάνε. Τώρα, οι μαγικοί αυτοί άνθρωποι έπρεπε να βρούνε το αθάνατο νερό, να γεννήσουνε παιδιά με τις αμαζόνες, να φτιάχνουν τις αρβύλες τους με χρυσά καρφιά και να έχουνε λεπτή άμμο της Αιγύπτου στη βαβυλωνιακή αμμοδόχη τους. Έως χτες η ελληνική διασπορά ήταν ατομική αγωνία, τώρα έγινε κάτι σαν προσελήνωση.

Στη Μακεδονία, επί Αλεξάνδρου και διαδόχων, άρχισε να εισρέει αμέτρητος πλούτος. Αλλά, η Μακεδονία δεν ήταν Ελδοράδο. Οι παλιές πόλεις στολίστηκαν με οικοδομήματα και ο πληθυσμός περίσσεψε. Αλλά, η λειτουργία του κράτους ως μητροπολιτικού δεν φαίνεται να επηρέασε πολύ τα θέσμια. Όπως πριν από έναν αιώνα οι Αργεάδες περιέστειλαν τους Λυγκηστές, έτσι και τώρα η οικογένεια του Αντίπατρου προσπάθησε και κατάφερε να εξοντώσει την οικογένεια του Αλέξανδρου, χωρίς η Μακεδονία να αλλάξει δέρμα. Παρ’ όλες τις μεταπτώσεις της τύχης στις μάχες και παρ’ όλη την υψηλή διπλωματία, οι Μακεδόνες επίγονοι τηρούσαν μιαν αμυντική στάση στα βόρεια σύνορα, καλυτέρευαν τις οχυρώσεις στις πολιτείες και, έως τα Ρωμαϊκά χρόνια, ρήτορες, ζωγράφοι, ποιητές και φιλόσοφοι συνωστίζονταν στα στάδια και στα θέατρα ζητώντας να αγαπηθούν από τα πλήθη, καθώς οι απανταχού συνάδελφοί τους.

Μια γενιά μετά το Μέγα Αλέξανδρο αρχίζει για τη Μακεδονία μια άλλη επίσημη λειτουργία:  αυτό που ο Πολύβιος περιγράφει ως ασπίδα της Ελλάδος.

Οι Μακεδόνες, τώρα που έχουν φέρει το ελληνικό δόρυ στον Ύφαση και το Νείλο, έχουν αυξημένη ανάγκη από χέρια. Από καλλιεργητές, από μισθοφόρους, από υπηρέτες. Οι γύρω λαοί, Θράκες, Ιλλυριοί, Παίονες, Τριβαλλοί, Γέτες και Δάρδανοι, με τους ατέρμονες διαχωρισμούς τους, είναι υποψήφιοι μέτοχοι του ελληνικού θαύματος ή υποψήφιοι καταστροφείς του. Απ’ αυτούς, οι Μακεδόνες χρησιμοποιούν τους προσηνέστερους, Παίονες και Αγριάνες, ακόμη και μέσα στο στρατό. Κι όταν οι Γαλάτες, κλείνοντας η πρώτη εικοσαετία του τρίτου αιώνα π.Χ., ζητούν να μετακομίσουν, οι αμαξοδίαιτοι, στα μέρη του Αιγαίου, πρώτοι οι Μακεδόνες στην Πέργαμο απωθούν τον κίνδυνο. Οι λαοί του βορρά οσμίζονται άνετη ζωή στο νότο, θέλουν συμμετοχή.

ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

Η γη της Μακεδονίας μετά τον Αλέξανδρο γνωρίζει τέσσερις γενιές ανθρώπων. Κυβερνήθηκε από βασιλιάδες και θεσμούς που αποδείχτηκαν ανθεκτικοί στο χρόνο. Αν και τώρα ο χάρτης του κόσμου έδειχνε τη Μακεδονία σε μια μάλλον αμελητέα γωνία, σύντομα η παρουσία των Ρωμαίων και των Καρχηδονίων, στη Δύση, ξανάφερε τη χώρα στο επίκεντρο.

Φίλιππος ο πέμπτος και Περσέας, ο γιος του, ήταν οι ηγεμόνες που έλαχε στη ζωή τους να αντιμετωπίσουν τη ρωμαϊκή πλημμυρίδα. Ο θανάσιμος εναγκαλισμός Μακεδόνων και Ρωμαίων κράτησε δύο γενιές φάλαγγας και λεγεώνας, ήταν ένα επιβλητικό πολεμικό και διπλωματικό παίγνιο και κατέληξε στην ολοκληρωτική ήττα των Μακεδόνων στην Πύδνα. Μέσα από την οδύνη της απόλυτης καταστροφής, οι απογραφές των νικητών και οι αρχαιολογικοί περίπατοί τους στην ύπαιθρο μάς δίνουν το μέγεθος του πλούτου και της ευμάρειας που έφτασε να έχει το μακεδονικό κράτος.
Οι Ρωμαίοι συναντούν μια Μακεδονία πυκνοκατοικημένη. Οι πόλεις τειχισμένες και με ακρόπολη ανεξάρτητη. Τριγύρω κώμες ατείχιστες φιλοξενούν συχνά βόρειους γείτονες ή ηττημένους παλαιούς εχθρούς, που γεωργούν τη γη. Κοπάδια αλόγων και μεγάλα κτήματα είναι σε πρώτη διάταξη. Η σχετικά αλίμενη παραλιακή ζώνη είναι, παρά την καταστροφή των παλαιών αποικιών, εξαιρετικά ζωντανή. Η Θεσσαλονίκη ανθεί. Η Κασσάνδρεια, η Αντιγόνεια Ψαφαρά, η Τορώνη, η Ουρανούπολη, η Αμφίπολη και οι Φίλιπποι θάλλουν. Οι Ρωμαίοι προπηλακίζουν τον πληθυσμό, λεηλατούν τα πάντα και δεν πιστεύουν στα μάτια τους. Ο θρίαμβος του Αιμιλίου Παύλου στη Ρώμη κρατάει τρεις ημέρες. Εκτός από τον Περσέα και την οικογένειά του οι Ρωμαίοι βλέπουν πρωτοφανή πλούτο. Σύντομα, γεμίζουν καράβια και επανδρώνουν αποικίες παλαιμάχων, κατά μήκος ενός αρχαίου δρόμου -που αυτοί, εντούτοις, καταστήλωσαν και φρόντισαν ή, καλύτερα, αυτοί πρώτοι ενοποίησαν πολιτικά- που έμεινε στην ιστορία ως η Εγνατία Οδός.

Η κατάκτηση της Ανατολής από τους Ρωμαίους κράτησε άλλα εκατό χρόνια. Εν τω μεταξύ, κατά καιρούς, ρωμαϊκοί στρατοί, συμμετέχοντας σε εμφύλιες σφαγές, διέτρεξαν τη γη της Μακεδονίας, με αποκορύφωμα τη μάχη των Φιλίππων, όπου οι εκδικητές του Καίσαρα νίκησαν το Βρούτο και τον Κάσσιο σε μία περιώνυμη αναμέτρηση. Από τα χρόνια του Χριστού και εντεύθεν, η Μακεδονία αρχίζει να ξεπερνάει τις δοκιμασίες. Όταν μάλιστα, αργότερα οι Ρωμαίοι κατακτούν τις βορειότερες χώρες και η Μακεδονία δεν είναι πια παραμεθόριος επαρχία, γνωρίζει μια ιδιότυπη ακμή, μέσα σε ελληνορωμαϊκό περιβάλλον, που επιστεγάζεται με την έλευση του χριστιανισμού.

Οι έξι αιώνες, ανάμεσα στη μάχη της Πύδνας και στην κορύφωση των ουννικών επιδρομών, περιέχουν χρόνια ευημερίας, επαρχιακής εκμετάλλευσης, καθώς και χρόνια δυστυχίας από εξωτερικούς κινδύνους, αλλά, εν γένει ήταν χρόνια που ευνόησαν τη Μακεδονία.

Ως τμήμα ενός πολύ ευρύτερου κράτους, του Ρωμαϊκού, η Μακεδονία άρχισε με το πέρασμα των χρόνων να διαφοροποιείται ουσιαστικά. Οι πόλεις της άνθισαν ή μαράθηκαν, πάντοτε σε σχέση με τη ρωμαϊκή συλλογιστική. Ό,τι βρισκόταν πάνω στους μεγάλους στρατιωτικούς και εμπορικούς δρόμους, κατά μήκος της Εγνατίας Οδού, κατά μήκος της λεκάνης του Αξιού και στο δρόμο για τη Θεσσαλία, αναπτύχθηκε πολύ. Άλλες πόλεις, όπως η Πέλλα, έχασαν το σημαίνοντά τους χαρακτήρα και η όποια αίγλη τους μεταφέρθηκε σε κοντινές αποικίες ή άλλους οικισμούς. Η εγκατάλειψη πόλεων εκείνη την περίοδο δε σήμαινε ερήμωση της Μακεδονίας, αλλά, ανακατανομή μέσα στο χώρο της. Η ύπαιθρος γνώρισε μια σπάνια για την εποχή ευμάρεια. Τα μακεδονικά χωράφια σήμερα, κάτω από το βαμβάκι και τον καπνό, κάτω από τις ιδιοκατασκευές των κατοίκων της, παντού όπου γεώτρηση και οργανωμένη δόμηση, παντού όπου βαθιά άροση και θερμοκήπιο αποκαλύπτουν κατά δεκάδες τη φαιδρή και κάπως επιπόλαιη διάθεση των αρχαίων ανθρώπων για καλύτερη ζωή. Σπίτια με εσωτερικές αυλές, ψηφοθετημένα δάπεδα, αγγεία αποθήκευσης, νυμφαία και ναοί, αγορές και στοές ξεφυτρώνουν από παντού, ενώ, επιγραφές που χαράκτηκαν σε μάρμαρα και πέτρες δείχνουν τη ζέση του αρχαίου κόσμου, την αγάπη του στους θεούς, τη χαρά για την απελευθέρωση, τη μονιμότητα μιας αγορά γης, την τιμή προς έναν επίκαιρο σωτήρα, την αξιοπρέπεια ενός δωρητή κι ενός μαικήνα.

Κι ενώ αυτά τελούνταν στη Μακεδονία, στα χρόνια των διαδόχων του Τιβερίου, ο Παύλος κοιμήθηκε στην Τρωάδα και είδε στον ύπνο του ότι άνδρας ενδεδυμένος ρούχα μακεδονικά τον κάλεσε να περάσει τη θάλασσα και να βοηθήσει τη χώρα του. Κι από την Τρωάδα ο Παύλος πέρασε στη Νεάπολη και οδηγήθηκε στους Φιλίππους, στην Απολλωνία, στη Θεσσαλονίκη και στη Βέροια. Παντού απ’ όπου πέρασε δείχνουν το βήμα του και σέβονται τη μνήμη του. Ο χριστιανισμός εδραιώθηκε στη Μακεδονία ενωρίς, στην αρχή μέσα στους μεγάλους δρόμους, αργότερα και στα μυχαίτατα της αγροτικής γης. Κι όσο οι βόρειοι λαοί πίεζαν τις μακάριες επαρχίες, τόσο και ο κόσμος αποκτούσε ενιαία συνείδηση και οντότητα. Έβγαινε κατ’ ολίγον στο αυστηρό προσκήνιο της ιστορίας ο Ρωμαίος, ο ελληνικής καταγωγής πολίτης του κόσμου που, αργότερα, θα στήριζε το ανατολικό κράτος, όταν ολόκληρη η Δύση κατέρρεε μέσα στους βαθύτερους πόνους της κοσμογονικής αλλαγής.

Τελειώνοντας ο πέμπτος μεταχριστιανικός αιώνας, ήταν φανερό πως το μεταλασσόμενο ρωμαϊκό κράτος, που είχε πλέον έδρα του την Κωνσταντινούπολη, έπρεπε να λάβει δραστικά μέτρα για να παραμείνει κράτος. Οι πιέσεις των μεγάλων μεταναστεύσεων δεν έφταναν πλέον στη Μακεδονία ως απόηχοι, αλλά, συχνά, το βόρειο μέτωπο θρυμματιζόταν και η ενδοχώρα πάθαινε πολλές καταστροφές.
Μια πολύ σημαντική μεταλλαγή ξεκίνησε από τις αλλεπάλληλες διοικητικές μεταρρυθμίσεις. Μια άλλη, που άρχισε σε χρόνους Λέοντος και Ζήνωνος και κορυφώθηκε με τον Ιουστινιανό, οδήγησε σε μια άνευ προηγουμένου αμυντική θωράκιση του τόπου. Ο Προκόπιος μνημονεύει έναν μεγάλο κατάλογο κάστρων, πόλεων και αμυντηρίων που ο Ιουστινιανός κατασκεύασε ή επιδιόρθωσε. Η Μακεδονία έγινε μέρος ενός μεγαλόπνοου αμυντικού συστήματος.

Οι εσωτερικές διαφοροποιήσεις έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Καταστροφικοί σεισμοί στη Θεσσαλονίκη, στους Στόβους, στους Φιλίππους και αλλού έσπασαν τον ιστό των πόλεων και οι άνθρωποι άλλαξαν συνήθειες και τρόπους σιτισμού. Η ύπαιθρος εγκαταλείφθηκε χάριν της ασφάλειας των κάστρων. Ο πληθυσμός υπέφερε από τη σιτοδεία και τις αρρώστιες, αλλά και από τα φαινόμενα γιγαντισμού των μεγάλων πόλεων. Αλλά, οι τοιχοποιίες της εποχής του Ιουστινιανού, εναλλαγές πλίνθων και λίθων, παραμένουν ακόμη στη Θεσσαλονίκη, στην Κασσάνδρεια, στο Παλαιόκαστρο, στο Αρτεμίσιο.

Ο πληθυσμός επίσης, μετά από αιώνες ρωμαϊκής νοοτροπίας και πολιτικών κινήσεων, είχε υποστεί μεταμορφώσεις. Ο Ιωάννης Λυδός αναφέρει ότι στα χρόνια του, χρόνια του Ιουστινιανού, οι περισσότεροι Ρωμαίοι, αν και Έλληνες από καταγωγή οι περισσότεροι, χειρίζονται με ευχέρεια τη λατινική και, μάλιστα, όσοι έχουν σχέση με δημόσια λειτουργήματα. Τα ελληνικά και τα λατινικά κυριαρχούν στη Μακεδονία με σταθερή υπεροχή των ελληνικών σε όποιο επιγραφικό ή άλλο υλικό έχει διασωθεί. Ενώ το κράτος εν γένει λατινίζει κατ’ επίφασιν, ο κόσμος ελληνίζει κατ’ ουσίαν. Αυτή η παρατήρηση είναι και το κλειδί της κατανόησης των μετέπειτα δραματικών γεγονότων.