Απόσπασμα[ 1966]
Ζωή σ΄αγαπώ
Ζωή σε χρειάζομαι
Ως τα τριάντα μου [ ]
Το μελίγαλα [1981]
Ήρεμες αταξίες του αφοσιωμένου
Στους αναγνώστες του ποιητή. Καμιά
Μπυρίτσα, συνήθως ερωτευμένος,άκρατη
Γλώσσα σε σαστισμένους ακροατές.
Θα’ θελε να τελειώσει τη ζωή αυτή
Μέσα στον βαθύτερο πόνο,οξύνοντας
Αισθησιακά περίλαμπρες διαστροφές
Μέσα στο βούτυρο του αίματός του.
Πλην άλλα το πεπρωμένο κελεύει.
Ένα βαθύτερο ήθος, αιτιώδης
Ανασφάλεια, της επανάστασης το μελίγαλα
Σε αποκρουστικήν απάθεια τον ωθούν.
Πρέπει να βρεί την ψυχραιμία
Να αρθρώνει λόγο, να τρώει ένζυμα
Ώστε με κάθε δυνατή ασφάλεια
Να φτάσει τα εβδομήντα.
Τότε, με θλιβερό κουστουμάκι
Καλεσμένος σε μνημειώδη ακαδημία
Θα εξηγήσει γιατί έγινε επιστήμονας
Και όχι μπαλαρίνα.
Γενέθλια [1988]
Γεννηθηκα Πάσχα σε ψεύτικη πόλη
στα δόντια της μαύρης σελήνης σκουριά
φορούσαν ρεμπούμπλικα χαφιέδες και φλώροι
και βάζαν μπριόλ στα μαλλιά
Στο σπίτι που μέναμε τρία δωμάτια
μου μάθαν τους νόμους χωρίς λογική
να σβήνω τα φώτα να διώχνω τους γύφτους
να παίζει σιγά η μουσική
τους φίλους που κέρδισα στη λάσπη τους χάνω
τρελού φωτογράφου ρετούς στην καρδιά
ο Φάνης κι ο Στέφανος γελούν και τα χάνω
που σβήνουν χαμένοι σε ξένη αγκαλιά
Στην άκρη του δρόμου αστράφτουν τα φλίπερ
βαθύζωνος ήχος κελλί μυστικό
τα δόντια μου τρίζουν φοβίζουν τη νύχτα
κοιμάμαι με φως ανοιχτό
δεν ήθελα νά ‘χω τη σελήνη στο δέρμα
ήθελα επίμονα να μείνω μικρός
φοβόμουν το θάνατο στα δόντια το κέρμα
φυτό που λατρεύει το φως
οι φίλοι που κέρδισα στη λάσπη τους χάνω
τρελου φωτογράφου ρετούς στην καρδιά
ο Φάνης κι ο Στέφανος γελούν και τα χάνω
που σβήνουν χαμένοι σε ξένη αγκαλιά
Έρως διαβητικού προς Κουμάνα[2018]
«Tην ποθητή σου Παύλοβα ευθύς να την ξεχάσεις
Διότι χολή δεν βάστηξες, πάγκρεας ουκ ευψύχει
Το γλυκοφάζ τελείωσε, το ήπαρ τερματίζει
Και βλέπεις όσο η όχεντρα που χώθηκε σε λούμπα»
«Εγώ δεν θέλω Παύλοβες, σοροπιαστά μπουρέκια
Μήτε του χοίρου το λαρδί που ήφαγα νταλίκες
Και της βελόνας το τσιβί δεν άγγιξε μονάδα
Κι αν γκαβωθώ δεν πταίει μου η υπογλυκαιμία
Αλλά τα πάκια λυγερής, το χάδι παινεμένης
Που με κοιτά τσακίρικα και που με πυραβλώνει*»
*Παραλλαγή:
Που με περικαβλώνει.