Εισαγωγή στο ομώνυμο φωτογραφικό λεύκωμα του Δημήτρη Ταλιάνη (1992)
Γη της Μακεδονίας 3/7
09-03-2018

 

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ

Η  έρευνα της προϊστορικής Μακεδονίας είναι ένας τομέας που γιγαντώνεται με τα χρόνια. Γύρω από τα τενάγη του Λουδία, στην κοιλάδα του Αξιού, στην Ανθεμουσία, στις Χαλκιδικές χερσονήσους, στη Θάσο και στα ποτάμια τής ανατολικής στεριάς, σε υψίπεδες λίμνες και σε χαμένα, σήμερα, πεδία, κάτω από αφύσικες προσχώσεις ή κάτω από το μπετόν των σημερινών πόλεων, ανιχνεύονται πολιτισμοί με επιδράσεις από τη γείτονα περίμετρο, με ιδιοσύστατη οικονομία. Οι οικισμοί της εποχής του λίθου και του χαλκού, τοποθετημένοι κατ’ οικονομίαν με συλλογισμούς που δύσκολα ανιχνεύουμε σήμερα, φυλάγουν δρόμους, εκμεταλλεύονται λίμνες και γαίες, αντικρίζουν τοπία των οποίων τη μεγαλοπρέπεια μαντεύουμε, ή κρύβονται στις πάχνες του πεδινού χειμώνα και στους ατμούς της ανοιξιάτικης λοφοσειράς, για λόγους που γίνονται κάθε μέρα κι ευκρινέστεροι.

ΠΡΩΤΟΪΣΤΟΡΙΚΑ

Ενωρίς οι αβαθείς και επικίνδυνοι όρμοι της παραλίας γνώρισαν τις επισκέψεις των λαών της θάλασσας, αυτών που Μυκηναίους αποκαλούμε χάριν της λογοτεχνικής αρχαιολογίας. Από τα βουνά κοντά στη θάλασσα, που ήταν δασοσκεπή, οι κτηνοτρόφοι πληθυσμοί με τον ατέρμονα βίο παρατηρούσαν τους κουρασμένους ναυτικούς που κέρδιζαν τη ζωή τους με παράφορα ταξίδια, ενώνοντας, σχεδόν μόνο με το κουράγιο τους, τη μαύρη θάλασσα με τη λευκή. Και στις βαλτωμένες πεδιάδες άλλα γένη γεωργούσαν τη γη, κυκλώνοντας τη στέγη τους με τις κροκάλες των ποταμών και ορίζοντας πολυάνθρωπους χώρους˙ ζούσαν μια άρρητη ιστορία, που από καιρού εις καιρόν ανιχνεύει η προσεκτική σημερινή έρευνα των αρχαιολόγων της προϊστορίας.

Λαοί της Ανατολής, λαοί της Δύσης. Βόρειοι άνθρωποι, σκεπασμένοι την τραχιά δασική ενδοχώρα. Νότιοι άνθρωποι, γενάρχες και ήρωες επεισοδίων που διαμόρφωσαν σ’ ένα απίστευτο πλέγμα συγγενειών, πολέμων και ανεκδότων, την ελληνική ραχοκοκαλιά. Πολιτισμοί του φωτός και του δέρματος, στολισμένοι με δόντια κάπρου και χρυσάφι. Η όποια υπόθεση σταματάει στα λίγα γεγονότα των οποίων διασώθηκε η μνήμη˙ και τα λίγα τεκμήρια δεν αναλύονται παραπάνω από τις υποθέσεις στις οποίες αναγκαστικά σταματούν. Η ιστορία της μακεδονικής γης αρχίζει με μια μεγάλη παύση.
Οι ομηρικοί ήρωες γνωρίζουν την ανατολική ακτή και τη Θάσο. Έχουν ήδη τοποθετήσει στον Όλυμπο τους θεούς τους και στο μαστοειδή Άθωνα διαβλέπουν ένα πέρασμα θεών, μια βραχονησίδα προς την Τροία. Του Αξιού γνωρίζοντας το πλάτος καθώς και μια πόλη του, την Αμυδώνα, που νέμονται οι Παίονες, όπως και μια πηγή με πενταξάθαρο νερό κοντά της. Μήτε των Τρώων επιρροή, μήτε των Μυκηναίων. Αλλά, πολλές γενιές αργότερα, έδειχναν στην Ανθεμουσία τον τάφο του Αγχίση, του πατέρα του Αινεία, κοντά στο μεγάλο Έμβολο, όπου η πόλη Αίνεια. Και οι λογογράφοι, μυθολογώντας ή προσπαθώντας να βρούνε σίγουρες σχέσεις μέσα στον προϊστορικό λαβύρινθο και να τεκμηριώσουν τη βαθιά συγγένεια που ένιωθαν για τους ανθρώπους τους, γεμίζουν τη γραφή τους με Μακεδόνες και Μάγνητες, με Ιφιδάμαντες και Ορέστες.

Δε θα μακρηγορήσουμε συζητώντας τους δύο ιλιγγιώδεις καταλόγους που βρίσκονται στη διάθεση των ερευνητών κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Μιλάω για τον έναν κατάλογο, με τους αρχαιολογικούς τόπους και τα στοιχεία που μας δίνουνε˙ και μιλάω για τον άλλο κατάλογο, με όσα Έλληνες και Ρωμαίοι ιστορικοί αποθησαύρισαν για τα ονόματα, τα ήθη, τις παράξενες ιστορίες και τον πολιτισμό αναρίθμητων λαών, εθνών, γενών και ατόμων που πλαισιώνουν την άγραφη ιστορία της Μακεδονίας πριν τους Αργεάδες.

Η αναφορά τους θα ερέθιζε τον ποιητή ή το στοχαστή, αλλά δεν δίνει υλικό μήτε στον ιστορικό, μήτε στους μαθητές του˙ τα βιβλία που παραθέτουν τις απόψεις των ιστορικών δεν προσκομίζουν νέο υλικό από την αρχαία γραμματεία. Το ερμηνεύουν διαφορετικά και παραμένει πεισματικά άρρητο. Διότι η ιστορία της Μακεδονίας μαστίζεται από μια άτυχη συγκυρία. Το σύνολο των γραπτών πηγών του παρελθόντος έχει χαθεί οριστικά. Από τους ιστορικούς απέμειναν λήμματα σε μεσαιωνικά λεξικά. Από τους γεωγράφους σιωπή ή επιτομές από τους αρχαίους μελετητές των θεσμών και της πολιτείας των Μακεδόνων, ανέκδοτα σε επισυναγωγές. Η καταστροφή αυτή γίνεται πιο κατανοητή αν συνειδητοποιήσουμε τι οφείλει η υπόλοιπη Ελλάδα στο γεωγράφο Παυσανία. Στη Μακεδονία, λοιπόν, η διαχρονική κινηματογραφική ταινία της αρχικής πορείας της δεν έχει ήχο, πλην των διαλειμμάτων.

ΟΙ ΑΡΓΕΑΔΕΣ

Οι μαρτυρίες για την απαρχή των Αργεαδών Μακεδόνων αρχίζουν από τον πέμπτο προχριστιανικό αιώνα. Ο Ηρόδοτος ο ιστορικός, κατά πληροφορίες που άντλησε μάλλον από το περιβάλλον των Αιγών, ιστορεί ότι από το Άργος έφυγαν προς Ιλλυριούς τρεις Τημενίδες αδελφοί, οι Γαυάνης, Αέροπος και Περδίκκας, απ’ όπου κατέληξαν στην άνω Μακεδονία, στο βασιλέα της Λεβαίης πόλεως, και έβοσκαν τα ζώα του, άλογα ο πρώτος, βόδια ο δεύτερος και αιγοπρόβατα ο μικρός Περδίκκας. Η βασίλισσα του τόπου τους έψηνε ψωμί, αλλά, ενώ χρησιμοποιούσε την ίδια μαγιά και για τους τρεις, το ψωμί του Περδίκκα γινόταν διπλάσιο. Ο βασιλιάς της Λεβαίης, έρμαιο σκοτεινών μαντειών, υποπτεύτηκε ότι ο Περδίκκας θα του διεκδικούσε τη βασιλεία, γι’ αυτό και, όταν ήρθε η ώρα της πληρωμής, ξαπόστειλε τους αδελφούς απλήρωτους. Ο Περδίκκας τότε μάζεψε το φως του ήλιου και το πήρε μαζί του. Ο βασιλιάς κατάλαβε ότι η χειρονομία του περιείχε κάτι μαγικό και επικίνδυνο γι’ αυτόν, κι έστειλε ανθρώπους να συλλάβουνε τα αδέλφια που είχαν ήδη αναχωρήσει. Αλλά, ένας ποταμός φούσκωσε απότομα κι εμπόδισε τους διώκτες, ένας ποταμός ιερός για τους Μακεδόνες ακόμη και στα χρόνια του Ηροδότου. Τα τρία αδέλφια έφτασαν στους κήπους του Μίδα κι από εκεί ξεκίνησαν την κατάκτηση της υπόλοιπης Μακεδονίας.

Υπάρχει άλλος ένας αρχέγονος μύθος, που διασώθηκε σε διάφορες μορφές και με διάφορα ονόματα ηρώων. Κατ’ αυτόν, ο γενάρχης των Μακεδόνων βοήθησε κάποιον επιχώριο βασιλέα εναντίον των εχθρών του, με προσφερόμενο αντάλλαγμα το μισό βασίλειο και τη θυγατέρα του για γυναίκα. Αλλά, ο βασιλιάς επιορκεί και ο Μακεδόνας τιμωρεί τον επίορκο και καταφεύγει -με θεία συμβουλή και με οδηγούς τις αίγες- σε τόπο όπου και ιδρύει τις Αιγές.

Σ’ όλες πάντως τις περιπτώσεις είναι εμφανής ο ερχομός των Μακεδόνων στην κάτω Μακεδονία, ακολουθώντας τα πανάρχαια μονοπάτια των αιγοπροβάτων˙ δηλαδή, ορίζεται ένας λαός που κατείχε κάποια βουνά, αλλά, η πίεση των γειτόνων και η ανάγκη για σίγουρα, πεδινά χειμαδιά τον οδηγεί στην εύφορη χώρα κάτω από τα Πιέρια και το Βέρμιο, στη μακαρία Ημαθία, απ’ όπου ξεκινάει την εξάπλωσή του.

Οι διηγήσεις αυτές, αλλά και τα πολυάριθμα αποσπάσματα από τους αρχαίους συγγραφείς, που γενεαλογούν και ταυτίζουν τόπους με γεγονότα, δείχνουν στον αναγνώστη τους την εξαιρετικά τεταμένη ατμόσφαιρα που κυριαρχούσε στο νότιο τμήμα της χερσονήσου του Αίμου κατά τη διάρκεια των Τρωικών και αρκετούς αιώνες αργότερα. Στη βορειοδυτική περιοχή τα ιλλυρικά γένη κέρδιζαν χώρο σε βάρος της ανατολής. Θράκες αβασίλευτοι, σοφοί κάτοχοι των μουσικών δρόμων, στικτοί και με παράξενα ήθη, μοιρασμένοι σε αναρίθμητα γένη, αναγνώριζαν μεταξύ τους ακαθόριστες συγγένειες και συνέχιζαν τη μακραίωνη υποχώρησή τους προς τις βόρειες και ανατολικές περιοχές. Παίονες, με δυναμισμό που ξαφνιάζει, κέρδιζαν την παρουσία τους με επίπονους αγώνες στη μεσογαία των μεγάλων ποταμών, ενώ, οι Βρύγες χάραξαν με την πορεία τους μέσα στον τόπο και στο χώρο μιαν αργή παραβολή προς την ασιατική τους κατάληξη. Παντού υπήρχαν άνθρωποι παλαιοί, χωρισμένοι σε γένη˙ και κρατούσαν εδώ ένα οροπέδιο, εκεί μια διάβαση ορεινή, ενώ, οι πλάνητες λαοί, δωρικά και μακεδονικά γένη, αναστήλωναν τον κτηνοτροφικό τους βίο. Τέλος, στη βόρεια πλευρά της Ημαθίας, οι Βοττιαίοι, απόφυγοι της Κρήτης, ζούσαν κι αυτοί τις δικές τους περιπέτειες.

Ο Περδίκκας ήταν ο πρώτος Μακεδόνας από το Άργος Ορεστικό, που, κυριαρχώντας στη Μακεδονίδα γη, δηλαδή, στα πρόβουνα των Πιερίων και στην Ημαθία, πήρε τον τίτλο του βασιλέως. Ας σημειωθεί εδώ ότι, στην αρχή τους, οι Μακεδόνες, όπως εξάλλου και οι υπόλοιποι Έλληνες, πολεμούσαν με το ίδιο πάθος τους ομοφύλους όσο και τους αλλοφύλους.

Περδίκκας, Αργαίος, Φίλιππος, Αέροπος και Αλκέτας αναφέρονται ως βασιλείς που πολεμούν αδιάλειπτα, κυρίως εναντίον των Ιλλυριών. Για τους πρώτους αυτούς ηγεμόνες των Αργεαδών Μακεδόνων είναι χαρακτηριστικά δύο ιστορικά ανέκδοτα. Λένε για τον Κάρανο, έναν ηγεμόνα πριν κι από τον Περδίκκα ακόμη, ότι μετά μια νίκη του ζήτησε να στήσει τρόπαιο, αλλά, το βράδυ ήρθε λέοντας και το ανέτρεψε. Ήταν μια θεοσημεία για τον Κάρανο ότι με τις νίκες του δεν έπρεπε να θριαμβεύει σε εχθρούς, αλλά να προσπορίζεται φίλους. Όταν, εξάλλου, ο Φίλιππος ο πρώτος χάθηκε σε μια μάχη με τους Ιλλυριούς και η κατάσταση στο βασίλειο ήταν απελπιστική, οι ολιγάριθμοι Μακεδόνες πήραν τον Αέροπο βρέφος στην κούνια και τον έβαλαν στο πεδίο της μάχης˙ και υπερασπίστηκαν το μικρό βασιλιά με τέτοιο πάθος, ώστε τελικά υπερίσχυσαν. Βλέπουμε και εδώ ένα λαό να στήνει την ιδιοσύστατη πινακοθήκη των ηρώων του, να αποκτά σεβασμό και τιμή, να αποκτά ισχυρά χαρακτηριστικά που τον οδηγούν να συνειδητοποιεί την ιδιαιτερότητά του.

Το πώς οι Μακεδόνες της Ημαθίας κατάφεραν σε σύντομο, σχετικά, χρονικό διάστημα να κυριαρχήσουν σ’ όλο το βαθύπεδο της κεντρικής χώρας και να υπερβούν τον Αξιό, ήδη είκοσι χρόνια πριν τα Μηδικά, περιγράφεται από τον Θουκυδίδη στην παρεμβολή που κάνει περί της απαρχής του Μακεδονικού κράτους, πριν περιγράψει την εκστρατεία του Θρακός Σιτάλκη κατά της Μακεδονίας. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στους Μακεδόνες της κάτω περιοχής, αλλά και στα έθνη της άνω Μακεδονίας, πολλά από τα οποία στην εποχή που έγραφε, τέλος του πέμπτου αιώνα, ήταν Μακεδόνες αλλά δεν αποτελούσαν μέρος του βασιλείου των Αργεαδών, με επισημότερο παράδειγμα τους Λυγκηστές. Κατά τον Θουκυδίδη, οι Μακεδόνες κυριάρχησαν στην Πιερία διώχνοντας από την παραλιακή της ζώνη τους Πίερες, που κατοίκησαν τη λεγόμενη Πιερική λεκάνη, δηλαδή, την περιοχή νότια του Παγγαίου. Πολέμησαν τους Βοττιαίους, που έφυγαν από την πεδιάδα και κατοίκησαν μια περιοχή της Χαλκιδικής που ονομάστηκε Βοττική, στα νότια της σημερινής Νέας Καλλικράτειας κι έως την Όλυνθο. Από τους Παίονες κέρδισαν την αριστερή όχθη του Αξιού, ενώ, εξολόθρευσαν τους Εορδούς και τους Άλμωπες. Αυτοί κατέληξαν σε πιο ανατολικές περιοχές. Ίσως η εντυπωσιακή αυτή εξάπλωση να έγινε κυρίως στα χρόνια του πρώτου Αμύντα. Σύντομα πάντως οι Μακεδόνες προχώρησαν και στη Μυγδονία -δηλαδή, στο βαθύπεδο των λιμνών Κορωνείας και Βόλβης- και ήδη πρόσφεραν στους Πεισιστρατίδες την Ανθεμουσία, δηλαδή την κοιλάδα των Βασιλικών, στον έκτο π.Χ. αιώνα.

Αφήστε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*
*
*